H συμφόρηση στο παγκόσμιο σύστημα της εφοδιαστικής αλυσίδας ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς το κόστος ανανεώσιμης ενέργειας, όταν τα τελευταία δέκα χρόνια η παραγωγή από τον ήλιο και τον αέρα θεωρείται πλέον κάτι σύνηθες και προσιτό.
Αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις από την πανδημία του κορωνοϊού θα καταστήσουν πιο δαπανηρά τα εργατικά χέρια και τα υλικά, διογκώνοντας περαιτέρω το κόστος για την αιολική και την ηλιακή ενέργεια, υπογραμμίζει ο Τζορτζ Μπιλίσιτς, αντιπρόεδρος τους τμήματος επενδυτικής τραπεζικής και διευθυντής του τμήματος ηλεκτρικού ρεύματος, ενέργειας και υποδομών της Lazard.
Το κόστος της ηλιακής ενέργειας σε κλίμακα κοινής ωφελείας έχει μειωθεί δραστικά κατά 90% από το 2009 και μετά, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την αιολική φθάνει το 72%, σύμφωνα με τα στοιχεία της σχετικής έκθεσης της Lazard. Kατά συνέπεια, η ενέργεια η παραγόμενη από ανανεώσιμες πηγές έχει πλέον καταστεί φθηνότερη, ειδικά ως προς το ηλεκτρικό ρεύμα για πολλές περιφέρειες του κόσμου, συμβάλλοντας στην εκστρατεία για την πράσινη μετάβαση.
Το χαμηλότερο κόστος παραγωγής
Εντούτοις, ο ρυθμός αυτής της διαδικασίας ίσως να παρεμποδιστεί, εάν ο ήλιος και ο αέρας ακριβύνουν ως πρώτες ύλες, ενόσω η παγκόσμια κρίση της ενέργειας εκτινάσσει τη ζήτηση γι’ αυτήν.
Επιπροσθέτως, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα ίσως προκαλέσουν καθυστερήσεις σε έργα ανανεώσιμων πηγών – κι αυτό υπάρχει κίνδυνος να συμβεί κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου δεν υπάρχει κάποια βεβαιότητα σχετικά με την προοπτική φορολογικών κινήτρων και ευνοϊκής πολιτικής, κατά τα λεγόμενα του Τζορτζ Μπιλίσιτς.
«Αντιληφθήκαμε, ενόσω διεξαγάγαμε την έρευνα, ότι θα αποτυπώσουμε την αύξηση κόστους λόγω υψηλότερων δαπανών και κωλυμάτων στην τροφοδοτική αλυσίδα», τονίζει ο ίδιος.
Το μη επιδοτούμενο κόστος για την ηλιακή ενέργεια σε κλίμακα κοινής ωφελείας μειώθηκε κατά 1 δολάριο από το 2020 έως τα 28 δολάρια η μεγαβατώρα για τα φωτοβολταϊκά στοιχεία λεπτού υμενίου το 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της Lazard.
Η παραγωγή αιολικής ενέργειας από υπεράκτιες εγκαταστάσεις ελαττώθηκε κατά 3 δολάρια στα 83 δολάρια, ενώ η παραγωγή μαζί με αποθήκευση ηλιακής ενέργειας από τα 188 δολάρια το 2020 στα 165 δολάρια φέτος.
Το χαμηλότερο κόστος παραγωγής θεωρείται μείζον πλεονέκτημα, ενόσω τα κράτη και οι επιχειρήσεις ενστερνίζονται τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως εργαλείο για την επίτευξη των στόχων περιορισμού των ρύπων.
Η αποθήκευση ενέργειας μέσω μπαταριών, σε συνδυασμό με τα φωτοβολταϊκά στοιχεία αρχίζει να γίνεται οικονομικότερη στην ανάπτυξή της από την κατασκευή παραγωγικών σταθμών φυσικού αερίου, ώστε να υπάρχουν αποθέματα και να λειτουργεί το ηλεκτροδοτικό δίκτυο απρόσκοπτα.
Εντούτοις, το 2022 ίσως αποδειχθεί διαφορετικό λόγω των προβλημάτων εφοδιαστικής αλυσίδας και των αβέβαιων πολιτικών επιλογών στις ΗΠΑ, τονίζει εν κατακλείδι ο κ. Μπιλίσιτς.
NAUREEN S. MALIK, ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΒLOOMBERG