Πριν από μερικές μέρες ήταν η Γιούλα, η μοναδική υαλοβιομηχανία στην Ελλάδα, που ανακοινώθηκε το λουκέτο της από τους πορτογάλους ιδιοκτήτες της. Απασχολούσε περίπου 300 εργαζομένους. Αυτές τις μέρες μια αμερικανικών συμφερόντων εταιρεία που παρήγε χαρτί από ανακύκλωση, ανακοίνωσε ότι κλείνει τις δύο μονάδες της στο Κιλκίς και στη Σίνδο Θεσσαλονίκης. Απασχολούσε περίπου 100 εργαζομένους.
Το φθινόπωρο είχε κλείσει το εργοστάσιο στην Πάτρα μιας βιομηχανίας ειδών συσκευασίας. Απασχολούσε 121 εργαζομένους. Εντός του 2023 είχε κλείσει το εργοστάσιο δημοφιλούς εταιρείας τάπερ στη Θήβα, που απασχολούσε 164 εργαζομένους.
Δεν πρόκειται για κάποιο φαινόμενο λουκέτων που απειλεί να λάβει διαστάσεις επιδημίας. Δεν υπάρχει καμία τέτοια ένδειξη. Οι εταιρείες που ανοίγουν και ακμάζουν ιδιαίτερα την τελευταία τετραετία είναι πολύ περισσότερες από αυτές που έχουν προβλήματα. Ούτε καν υπάρχει ανησυχία για το πού θα βρουν δουλειά οι εργαζόμενοι. Θα ταλαιπωρηθούν και θα αναστατωθεί η οικογενειακή τους ηρεμία, αλλά τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, δουλειά βρίσκει κανείς εύκολα και μάλιστα αναλόγως των δεξιοτήτων του και του κλάδου όπου δραστηριοποιείται, μπορεί να βρει και καλή αμοιβή.
Το πρόβλημα είναι άλλο. Ότι «δεν κουνιέται ούτε φύλλο» από κυβερνητικής πλευράς, ώστε να παγώσουν αυτά τα λουκέτα ή να βρεθεί μια διάδοχη λύση προκειμένου τα φουγάρα να συνεχίσουν να «καπνίζουν». Μια προσπάθεια που τουλάχιστον να έχει γίνει γνωστή δημοσίως. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων τον Αδωνι Γεωργιάδη, μας είχε μάθει αλλιώς, μετά το 2019. Δεν άφηνε στην πρώτη της τετραετία καμία περίπτωση προβληματικής – ή υπό προβληματισμό από τους ιδιοκτήτες της – εταιρείας να «πέσει» αμαχητί.
Άλλοτε τα κατάφερνε και οι προσπάθειες έφερναν αποτελέσματα. Άλλοτε δεν τα κατάφερνε. Αλλά τουλάχιστον το πάλευαν. Στην περίπτωση της ιστορικής βιομηχανίας Πίτσος, όταν έφυγαν οι γερμανοί ιδιοκτήτες, βρέθηκε η λύση της Pyramis και του ιδιοκτήτη της Νίκου Μπακατσέλου. Το ίδιο επιχειρήθηκε και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επιτεύχθηκε μια κάποια λύση στην Creta Farm μετά τις οικογενειακές κόντρες στην παλιά της διοίκηση.
Ανάλογες λύσεις δόθηκαν στα ναυπηγεία και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Όλα γίνονταν δημοσίως. Αυτό τώρα δεν συμβαίνει. Ειδικά μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης μετά τις εκλογές του καλοκαιριού του 2023 και την ανακατανομή χώρων ευθύνης μεταξύ των υπουργείων, δίνεται η εντύπωση σαν να μην είναι σαφές ποιος έχει την ευθύνη για τον χειρισμό αυτών των υποθέσεων.
Φυσιολογικά αυτό θα ήταν δουλειά του υπουργείου που φέρει το ανάλογο όνομα, του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων και του έμπειρου Κώστα Σκρέκα. Αυτό που βλέπουμε ωστόσο το τελευταίο οκτάμηνο, προφανώς με τη νομιμοποίηση του Πρωθυπουργού που συμμετέχει στις σχετικές δράσεις, είναι ο εν λόγω υπουργός να ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με θέματα αγοράς.
Ασχολείται με το εξαιρετικά σημαντικό θέμα της ακρίβειας. Απλά είναι εμφανές ότι σε μια χώρα που κινείται σταθερά σε ρυθμούς υποεπένδυσης κυρίως στη βιομηχανία, περιθώρια για να παραμεληθεί ο εν λόγω τομέας, ακόμα και τώρα στο «καλό φεγγάρι» που βρίσκεται η οικονομία, δεν υπάρχουν. Και κάποιος πρέπει να ασχοληθεί.