Την εκτίμηση ότι οι αποφάσεις και οι επιλογές των εθνικών κυβερνήσεων και της ΕΕ «θα κάνουν τη μεγάλη διαφορά» σε σχέση με το αν η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα διαρκέσει λίγο ή πολύ περισσότερο, διατύπωσε σήμερα, από το βήμα του 6ου Ενεργειακού Φόρουμ Νοτιοανατολικής Ευρώπης 2022 (Southeast Europe energy forum 2022), ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Νίκος Τσάφος, επισημαίνοντας ότι πιστεύει στον ρόλο των κυβερνήσεων στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος, που θα επιτρέψει την έξοδο από την κρίση το συντομότερο δυνατόν.
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, επισήμανε ότι η σπουδαιότητα της θέσης της χώρας ως προς την ενεργειακή ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή αναγνωρίζεται από τις γειτονικές χώρες, ενώ περιγράφοντας σε ποιες ενεργειακές πηγές θα στηριχθεί το ελληνικό ενεργειακό σύστημα στους επόμενους μήνες, είπε χαρακτηριστικά: «πολλοί στην Ελλάδα νομίζουν ότι θα είναι ο λιγνίτης που θα μας σώσει αυτό τον χειμώνα, αλλά νομίζω ότι θα είναι κι ο άνεμος και ο ήλιος. Στην πραγματικότητα, αν έχουμε καλή παραγωγή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, η εικόνα για την Ελλάδα δείχνει πολύ-πολύ καλύτερη», δεδομένου ότι τα αποθέματά της, π.χ., σε ενέργεια από υδροηλεκτρικά βγαίνοντας από το καλοκαίρι είναι αρκετά καλά και αυτό δημιουργεί ένα καλό «μαξιλάρι», σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Και τι θα συμβεί αν κλείσουν οι στρόφιγγες του ρωσικού φυσικού αερίου;
Αν κλείσουν οι στρόφιγγες του ρωσικού αερίου, η Ελλάδα μπορεί να βασιστεί μεταξύ άλλων στο αέριο των αγωγών από το Αζερμπαϊτζάν και στο Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG), ωστόσο, είπε, υπάρχουν παράγοντες που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, όπως το πόσο σκληρός και κρύος θα είναι ο φετινός χειμώνας ή ποια θα είναι η απόδοση των παλαιότερων ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων, οπότε καταβάλλεται προσπάθεια για την όσο το δυνατόν καλύτερη προετοιμασία, την πλήρη κατανόηση των αδυναμιών του ελληνικού ενεργειακού συστήματος αλλά και για την εξεύρεση τρόπων ενίσχυσής του, όπου αυτό είναι δυνατόν. Στο ερώτημα πόσος χρόνος θα απαιτείτο για την πλήρη απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, απάντησε: «Πριν από έξι μήνες, θα έλεγα "πολλά χρόνια". Η πραγματικότητα είναι όμως ότι πρέπει να ζήσουμε χωρίς αυτό τώρα. Η Ευρώπη υφίσταται ήδη τεράστια μείωση στις ροές αερίου, άρα η ερώτηση αυτή έχει γίνει σχεδόν ακαδημαϊκή. Η πραγματικότητα είναι ότι η αλλαγή στις ροές ήταν πολύ πιο δραματική από ό,τι ανέμενε ο οποιοσδήποτε όταν (η κρίση) ξεκίνησε».
Ο κ.Τσάφος επισήμανε επίσης ότι ακόμη και αν διασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός, αυτό δεν σημαίνει ότι θα διασφαλιστούν ταυτόχρονα και τιμές που δεν θα είναι υψηλές κι αφού υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση προχώρησε στη στήριξη των νοικοκυριών μέσα από ένα πλέγμα μέτρων, πρόσθεσε ότι το κυβερνητικό επιτελείο σκέφτεται μορφές στήριξης συμβατές πάντα με το δημοσιονομικό περιβάλλον, βελτιώνοντας την προσέγγισή του με βάση τις εξελίξεις. Οπως είπε, οι τιμές πρέπει να αντανακλουν το κόστος, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα και είναι ζήτημα δικαιοσύνης να συμβεί, διορθώνοτας την «παραμόρφωση» αυτή στην αγορά.
Ο σύμβουλος του πρωθυπουργού πρόσθεσε ότι η τρέχουσα ενεργειακή κρίση είναι εξαιρετικά πολύπλοκη: «Σε άλλες ενεργειακές κρίσεις, ο τρόπος να τα καταφέρεις είναι να μετακινηθείς από το καύσιμο που σε "πληγώνει" σε άλλα καύσιμα. Αυτή τη στιγμή όμως, ένα τεράστιο κομμάτι του ενεργειακού συστήματος (διεθνώς) βρίσκεται υπό τεράστιο στρες. Αυτό δημιουργεί μια πολύπλοκότητα που συνήθως απουσιάζει από άλλες ενεργειακές κρίσεις» είπε και πρόσθεσε ότι ταυτόχρονα ό,τι βλέπουμε σήμερα στο μέτωπο των τιμών είναι πρωτοφανές, αφού στη διάρκεια ενός έτους αυτές αυξήθηκαν περισσότερο από ό,τι συνολικά στα δύο πετρελαϊκά σοκ, που συνέβησαν σε μια περίοδο επτά- οκτώ ετών. Οπως είπε, η κρίση αυτή ενισχύθηκε και από τους διαφορετικούς τρόπους τιμολόγησης της ενέργειας.
«Δεν πρόκειται να πάμε απλά πίσω στα παλιά μας καύσιμα, αλλά ούτε η βιομηχανία υδρογόνου θα εμφανιστεί με το πάτημα ενός κουμπιού»
Πρόσθεσε ότι πλέον πρέπει να αναπτυχθούν και νέα καύσιμα και να δημιουργηθούν νέες βιομηχανίες. «Δεν πρόκειται να πάμε απλά πίσω στα παλιά μας καύσιμα. Ένα παράδειγμα είναι ότι η ΕΕ έχει πολύ φιλόδοξους στόχους για το υδρογόνο, αλλά δεν είναι ότι θα πατήσουμε ένα κουμπί και οι βιομηχανίες υδρογόνου ξαφνικά θα εμφανιστούν, πρέπει να τις χτίσουμε», είπε χαρακτηριστικά, ενώ αναφερόμενος στους τρόπους και τα μοντέλα αντιμετώπισης της κρίσης, που συζητιούνται αυτό το διάστημα στις Βρυξέλλες επισήμανε πως ολοένα και περισσότερες χώρες βλέπουν πλέον την ανάγκη για αποφασιστική δράση.
Όσον αφορά τον επιδιωκόμενο σε κοινοτικό επίπεδο στόχο για μείωση της κατανάλωσης αερίου κατά 15%, είπε ότι στην Ελλάδα κατεγράφη τεράστια ανάπτυξη των ΑΠΕ στο πρώτο επτάμηνο του έτους και σήμερα περίπου 50% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας καλύπτεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική, ενώ υπήρξε και προσωρινή αύξηση της παραγωγής από λιγνίτη, από 5 TWh (τεραβατόρες) στις 10, έναντι 30 παλαιότερα. «Αν τα βάλετε όλα αυτά μαζί, καλύπτουν με το παραπάνω το 15%» σημείωσε, προσθέτοντας ωστόσο ότι η κυβέρνηση δεν εφησυχάζει και παραμένει σε εγρήγορση.
«Γραμμή ζωής» οι ενεργειακές διασυνδέσεις
Ως προς τον ρόλο της Ελλάδας στο ενεργειακό «τερέν» της ευρύτερης περιοχής, σημείωσε ότι οι διασυνδέσεις γενικά -και όχι μόνο στην Ελλάδα- αποτελούν γραμμή ζωής. «Αυτή τη στιγμή προμηθεύουμε τη Βουλγαρία, μια από τις πρώτες χώρες όπου υπηρξε διακοπή (προμήθειας) από τη Ρωσία και αυτή η σύνδεση ήταν απολύτως απαραίτητη. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι αυτό συμβαίνει πριν να έχουμε τον Διασυνδετήριο Αγωγό Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB) πλήρως λειτουργικό και προτού λειτουργήσει το FSRU της Αλεξανδρούπολης» είπε και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση εξετάζει πώς θα κάνει «έξυπνες» επενδύσεις και πώς θα φέρει εταίρους από την περιοχή, που θα ωφεληθούν από τη συμμετοχή σε αυτές. «Σκεφτόμαστε τον ρόλο της Ελλάδας όχι μόνο στο αέριο, αλλά και στον ηλεκτρισμό. Εχουμε πολύ καλές συνδέσεις βόρεια και δυτικά, αλλά χρειάζεται να ενισχύσουμε τη συνδεσιμότητά μας νότια και να σκεφτούμε νέους ενεργειακούς πόρους όπως το υδρογόνο».
To 6ο Ενεργειακό Φόρουμ Νοτιοανατολικής Ευρώπης 2022 (Southeast Europe energy forum 2022), διοργανώνουν το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και η Ελληνική Ένωση Ενεργειακής Οικονομίας, με την υποστήριξη της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα και σε στρατηγική συνεργασία με το Ατλαντικό Συμβούλιο και το Παγκόσμιο Ενεργειακό Ινστιτούτου του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ