Μόνο ως κεραυνός εν αιθρία δεν ήταν η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από Οίκο Standard and Poor’s. Ήταν μια αναβάθμιση η οποία αναμενόταν ευρέως, απλά δημιουργούνταν αμφιβολίες λόγω της συγκυρίας του πολέμου και της ενεργειακής κρίσης.
Μετά την αναβάθμιση αυτή, η Ελλάδα πλέον απέχει ένα «σκαλοπάτι» από την επενδυτική διαβάθμιση (investment grade), με βάσει τη λίστα που καταρτίζει ο οίκος S&P.
Υπενθυμίζεται ότι αυτή είναι η δεύτερη αναβάθμιση της Ελλάδας σε διάστημα κάτι περισσότερο του μηνός, καθώς στις 18 Μαρτίου ο καναδικός οίκος DBRS, αναβάθμισε επίσης την Ελλάδα σε «ΒΒ high» με σταθερές προοπτικές από ΒΒ με θετικό outlook, φέρνοντας επίσης μια βαθμίδα το ελληνικό αξιόχρεο χαμηλότερα του investment grade.
Η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα, η οποία εκτιμάται ότι θα γίνει το 2023, αναμένεται να έχει πολλαπλασιαστική θετική επίδραση για την οικονομία τις επενδύσεις, το χρηματιστήριο και συνολικά για τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς έτσι θα δοθεί η δυνατότητα σε μια τεράστια δεξαμενή διεθνών κεφαλαίων 10 φορές μεγαλύτερων σε σχέση με σήμερα να επενδύσουν στη χώρα, μια και το καταστατικό τους επιτρέπει να τοποθετούνται μόνο σε χώρες που διαθέτουν αξιολόγηση «investment grade».
Δεσμεύονται
Για παράδειγμα, τα διεθνή θεσμικά επενδυτικά κεφάλαια (institutional investment funds, όπως και τα συνταξιοδοτικά κεφάλαια) επενδύουν σε συντριπτικό ποσοστό σε ομόλογα της επενδυτικής κατηγορίας, καθώς δεσμεύονται προς τους μεριδιούχους ώστε να περιορίζεται η ανάληψη κινδύνων στα χαρτοφυλάκιά τους. Επίσης, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που λαμβάνονται υπ’ όψιν βάσει κανονισμών, όπως το κανονιστικό πλαίσιο για την επιλεξιμότητα των προσφερόμενων εξασφαλίσεων στις πράξεις αναχρηματοδότησης του ευρωσυστήματος.
Καθώς οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις κρατών αποτελούν σημαντική παράμετρο για τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων και την αποτίμηση κρατικών χρεογράφων, το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου από τις αγορές ομολόγων φαίνεται σαφώς ότι είναι συνδεδεμένο με την πιστοληπτική αξιολόγησή του, καθώς οι υποβαθμίσεις οδηγούν σε αύξηση και οι αναβαθμίσεις σε μείωση του κόστους δανεισμού.
Οι εκτιμήσεις
Ακόμα πιο μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι εκτιμήσεις του οίκου αξιολόγησης που συνοδεύουν την αναβάθμιση. Συγκεκριμένα ο S&P προβλέπει ανάπτυξη 3,4% για την ελληνική οικονομία το 2022 , υποβαθμίζοντας την πρόβλεψή της από το 5% προηγουμένως, λόγω των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία.
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές του οίκου αξιολόγησης, η Ελλάδα πλήττεται κυρίως από τις έμμεσες οικονομικές συνέπειες και ειδικότερα την απότομη αύξηση στις τιμές της ενέργειας και του ρεύματος, με δεδομένο ότι οι άμεσοι εμπορικοί δεσμοί με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένοι.
Στο πλαίσιο αυτό, η S&P εκτιμά ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει πάνω από το 3% έως το 2025 (3,5% το 2023, 3,2% το 2024 και 3% το 2025) και θα είναι υψηλότερη του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να δώσουν κυρίως τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και η ισχυρή ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων.
Οι νέες εκτιμήσεις του οίκου, στο πλαίσιο της ανακοίνωσής του για αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας στο ΒΒ+ (μόλις ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα), τοποθετούν τον πληθωρισμό στο 6,1% φέτος, με τους αναλυτές να περιμένουν αποκλιμάκωση των τιμών έως τον Σεπτέμβριο. Καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις μεγάλων αυξήσεων στους μισθούς, η S&P εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα πέσει στο 3,2% το 2023 και μετά θα κινηθεί στα επίπεδα του 2%.
Ο τουρισμός
Σύμφωνα με την S&P, ο τουρισμός θα επιστρέψει στα υψηλά προ-πανδημίας επίπεδα μόνο το 2023-2024, παρότι ο οίκος σημειώνει ότι ήδη από το 2021 σημειώθηκε σημαντική βελτίωση των τουριστικών εσόδων. Η συνεχιζόμενη ανάκαμψη του τουρισμού θα στηρίξει σημαντικά την ανάπτυξη της οικονομίας, σημειώνουν οι αναλυτές, στηρίζοντας την αισιοδοξία τους και στην σημαντική αύξηση των αεροπορικών θέσεων προς την Ελλάδα.
Κατά τα άλλα, ο οίκος εκτιμά ότι η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα επιβραδύνουν φέτος λόγω της απότομης αύξησης του πληθωρισμού, όμως οι άμεσες ξένες επενδύσεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Άλλωστε, οι αναλυτές περιμένουν και σημαντική αύξηση των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις.
Το Ταμείο Ανάκαμψης
Η S&P περιμένει σημαντικό όφελος για την ελληνική οικονομία από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Εάν τα κονδύλια αυτά χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά, θα μπορούσαν να θέσουν σε fast-track τη δομική βελτίωση της οικονομίας και να φέρουν ισχυρότερη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, ειδικά στο περιβάλλον των αυξημένων αβεβαιοτήτων που δημιουργεί ο πόλεμος.
Πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023
Η S&P περιμένει δημοσιονομικό έλλειμμα στο 4,2% του ΑΕΠ φέτος (από 7,4% το 2021 και 10,2% το 2020), καθώς εκτιμά ότι τα περισσότερα από τα μέτρα στήριξης της πανδημίας θα αρθούν φέτος.
Ο οίκος εκτιμά ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2023, ενώ οι προβλέψεις του για το χρέος μιλούν για μείωση στο 184% του ΑΕΠ φέτος, από 193% το 2021.
Το χρέος αναμένεται να σημειώσει περαιτέρω πτώση, στο 175% του ΑΕΠ το 2023 και να πέσει στο 160% το 2025.Άλλωστε, όπως σημειώνουν οι αναλυτές, το κόστος εξυπηρέτησής του ανέρχεται περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ και είναι σημαντικά χαμηλότερο σε σχέση με άλλες χώρες παρόμοιας πιστοληπτικής ικανότητας.