Ιδιαίτερα φιλόδοξοι είναι οι στόχοι της τσεχικών συμφερόντων εταιρείας CSG, που αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους «παίκτες» στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η οποία προχωράει στην δημιουργία μιας στρατηγικής σημασίας κοινοπραξίας (joint venture) με τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ), με απώτερο σκοπό η Ελλάδα να καταστεί μόλις η 2η χώρα στην Ευρώπη που θα παράγει TNT για τη γόμωση βλημάτων 155mm.
Το Joint Venture μεταξύ των ΕΑΣ και του ομίλου CSG αποτελεί την πρώτη σύμπραξη δημοσίου-ιδιωτικού τομέα στον κλάδο της Άμυνας, κατά τα πρότυπα των αμυντικών βιομηχανιών του εξωτερικού. Ο όμιλος CSG φιλοδοξεί να ενισχύσει, να αναβαθμίσει και να αναδείξει περαιτέρω τις παραγωγικές δυνατότητες και την ανταγωνιστικότητα των ΕΑΣ, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την αμυντική βιομηχανία πανευρωπαϊκά.
Στόχος της είναι η αναζωογόνηση της εγχώριας αμυντικής παραγωγής, όπου βλέπει μεγάλες αναπτυξιακές δυνατότητες και η αναβάθμιση του ρόλου της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας σε ολόκληρη την περιοχή.
Όπως σημειώνουν κύκλοι της CSG, ο συνδυασμός της υψηλής τεχνογνωσίας και της τεχνολογίας αιχμής του τσεχικού ομίλου με τις τεράστιες και εν πολλοίς αναξιοποίητες προοπτικές της εγχώριας αμυντικής παραγωγής, μπορεί να καταστήσει τον ελληνικό όμιλο σε έναν ηγέτη της πανευρωπαϊκής παραγωγής πυρομαχικών μεγάλου διαμετρήματος.
Οι στόχοι
Ο τσεχικός όμιλος, κάνει μια μακροπρόθεσμη επένδυση στην Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία, μέσω της οποίας θα δημιουργήσει και νέες θέσεις εργασίας σε έναν κλάδο που βρίσκεται σε στασιμότητα αλλά και παρακμή τα τελευταία χρόνια. Στο πλαίσιο αυτό, όπως σημειώνουν κύκλοι που είναι κοντά στην εταιρεία, έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την πρόσληψη 50 νέων εργαζομένων για τη στελέχωση των παραγωγικών δυνατοτήτων του εργοστασίου στο Λαύριο.
Οι ίδιοι κύκλοι του ομίλου σημειώνουν πως ο στόχος του CSG είναι να επαναλάβει στην Ελλάδα το succes sstory της Fábrica de Municiones de Granada (FMG) στην Ισπανία, στην οποία επένδυσε το 2020 και μέσα σε τέσσερα χρόνια τριπλασίασε το εργατικό δυναμικό της, επέκτεινε την παραγωγή της και αύξησε σημαντικά έσοδα και κέρδη. Παράλληλα, φιλοδοξία της κοινοπραξίας είναι μελλοντικά να εμπλουτιστεί η παραγωγή και σε άλλα προϊόντα υψηλής ζήτησης στην Ευρώπη, όπως εκρηκτικές και προωθητικές ύλες.
Οι ίδιοι κύκλοι σημειώνουν πως με την επένδυση στο εργοστάσιο του Λαυρίου, που συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του προγράμματος ASAP (Act in Supportof Ammunition Production), τα ΕΑΣ και ο όμιλος CSG στηρίζουν την στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης σε πυρομαχικά, μειώνοντας την εξάρτησή της από εξωτερικούς προμηθευτές.
Ποιος είναι ο όμιλος CSG
Ο παγκόσμιος βιομηχανικός και τεχνολογικός όμιλος CSG, ο οποίος ανήκει στον Τσέχο επιχειρηματία Michal Strnad, διαθέτει σημαντικές παραγωγικές εγκαταστάσεις στην Τσεχία, τη Σλοβακία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ινδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ και εξάγει τα προϊόντα του σε όλο τον κόσμο.
Ο όμιλος CSG έχει παρουσία σε περισσότερες από 70 χώρες, με περισσότερες από 100 θυγατρικές. Στον ίδιο όμιλο ανήκουν η τσεχική κατασκευάστρια εταιρεία φορτηγών Tatra Trucks, η κορυφαία στον κόσμο κατασκευάστρια εταιρεία πυρομαχικών μικρού διαμετρήματος Fiocchi και η τσεχική κατασκευάστρια εταιρεία ραντάρ Eldis. Πλέον, με τη μεγάλη ανάπτυξη των τελευταίων ετών, ο όμιλος CSG και οι συνδεδεμένες εταιρείες του απασχολούν περισσότερους από 10 χιλ. εργαζόμενους.
Οι κύριοι τομείς δραστηριότητας του ομίλου CSG είναι η μηχανολογία, η αυτοκίνηση, οι σιδηρόδρομοι, η αεροδιαστημική και η αμυντική βιομηχανία, καθώς και η παραγωγή πυρομαχικών μικρού διαμετρήματος.
Το 2023, οι ενοποιημένες πωλήσεις του ομίλου ανήλθαν σε 1,73 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση άνω του 70% συγκριτικά με το 2022. Τα EBITDA διαμορφώθηκαν στα 439 εκατ. ευρώ, διπλάσια συγκριτικά με τη χρήση του 2022, ενώ τα καθαρά κέρδη του ομίλου για το 2023 ανήλθαν σε 210 εκατ. ευρώ, δηλαδή 49% περισσότερα σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Από την ΠΥΡΚΑΛ και την ΕΒΟ στην ΕΑΣ – Η μεγάλη ιστορία
Η εταιρεία Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ) είναι όμιλος εταιρειών που ιδρύθηκε το 2014 μετά τη συγχώνευση των Ελληνικό Πυριτιδοποιείο & Καλυκοποιείο, γνωστότερης ως “ΠΥΡΚΑΛ” και της Ελληνικής Βιομηχανίας Όπλων ΑΕ, γνωστότερης ως “ΕΒΟ”.
Η ΠΥΡΚΑΛ, ιδρύθηκε το μακρινό 1874 και αρχικά ονομάζονταν «Ελληνικόν Πυριτιδοποιείον και για σχεδόν 150 χρόνια δραστηριοποιείται στην κατασκευή πυρομαχικών μικρών, μεσαίων και μεγάλων διαμετρημάτων συμβατών με ΝΑΤΟϊκού τύπου οπλικά συστήματα. Η ΕΒΟ, ιδρύθηκε το 1977 και δραστηριοποιείται στην κατασκευή όπλων φορητού οπλισμού, όλμων, οπλικών συστημάτων, προωθητικών πυρίτιδων και γεμισμάτων, καθώς επίσης και πυρομαχικών μεσαίων και μεγάλων διαμετρημάτων.
Σήμερα ο όμιλος Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ) διατηρεί τέσσερα εργοστάσια, τρία εκ των οποίων βρίσκονται στην Αττική και το τέταρτο στο Αίγιο Αχαΐας, ενώ απασχολεί 500 εργαζόμενους. Ο κύριος μέτοχος των ΕΑΣ είναι το Υπουργείο Οικονομικών ενώ η εταιρεία εποπτεύεται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Το (νέο) αμυντικό δόγμα και η συγκυρία
Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία που ήδη είναι σε εξέλιξη εδώ δυόμισι χρόνια έχει αλλάξει σημαντικά τις προτεραιότητες αλλά και τους προϋπολογισμούς ολόκληρων κρατών, που στρέφονται σε πλήρη αναθεώρηση των πολιτικών περί εξοπλισμών, αμυντικής θωράκισης αλλά και ενεργειακής αυτονομίας και επάρκειας.
Σύσσωμη η Ευρώπη και όχι μόνο έχει αλλάξει τακτική, στρεφόμενη σε πολιτικές που ενισχύουν την άμυνα, φέρνουν ενεργειακή ανεξαρτησία, ενώ μεγάλη είναι και η κινητικότητα στον κλάδο της ναυτιλίας μέσω ανάπτυξης ναυπηγικής βιομηχανίας.
Το νέο αμυντικό δόγμα της Ευρώπης και ο «παροξυσμός» εξοπλιστικών προγραμμάτων που η μία χώρα μετά την άλλη ανακοινώνουν, φέρνει στο προσκήνιο κάθε μικρή ή μεγάλη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον κρίσιμο αυτό τομέα, είτε είναι startup, είτε καθιερωμένη βιομηχανία.
Θυμίζουμε πως μόνο η Γερμανία υλοποιεί κολοσσιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα 100 δισ. ευρώ (το 2% του ΑΕΠ) κάτι έχει ανοίξει διάπλατα τη βεντάλια των ευκαιριών για όλες τις περιφερειακές εταιρείες που λειτουργούν επικουρικά στους μεγάλους ομίλους παραγωγής οπλικών συστημάτων, πολεμικών αεροσκαφών, πυραύλων και άλλων εξαρτημάτων.