Προτεραιότητα για την ελληνική οικονομία και στρατηγική επιλογή για τις ελληνικές επιχειρήσεις, αποτελεί τη δεκαετία που διανύουμε, ο μετασχηματισμός των επιχειρηματικών τους μοντέλων με βάση τους στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης και τα κριτήρια ESG.
Ολοένα και περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις προβαίνουν στη μέτρηση, τη δημοσιοποίηση και τη διαχείριση των κινδύνων και των ευκαιριών που αφορούν την βιωσιμότητά τους. Η υιοθέτηση πρακτικών ESG από ένα κανονιστικό πλαίσιο συμμόρφωσης μπορεί να μετατραπεί σε μοχλό θετικής αλλαγής για το περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία.
Η ανάγκη άμεσης ανταπόκρισης στην κλιματική αλλαγή, οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις και η ενεργειακή κρίση κατέστησαν ακόμα πιο αναγκαίο και επιτακτικό για τις εταιρείες την αναπροσαρμογή της στρατηγικής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 94% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα, αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Εταιρικής Υπευθυνότητας χαρακτηρίζοντάς την ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντική. Επιπλέον, περισσότερες από 7 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι δαπάνησαν υψηλότερα ποσά για την υλοποίηση πρακτικών ESG το 2023 συγκριτικά με το 2022.
Παρ' όλα αυτά, οι εταιρείες πιστεύουν ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης των δράσεων ESG, αφού το 48% κρίνει ότι ο βαθμός διείσδυσης/εφαρμογής των σχετικών πρακτικών κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα.
Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρεί την ενίσχυση της εταιρικής εικόνας (95%) και τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για τα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και την ευρύτερη οικονομία (91%) ως τα κυριότερα οφέλη που αποκομίζουν από την υιοθέτηση δράσεων ESG.
Σταδιακά, ενισχύεται η προσπάθεια των ελληνικών επιχειρήσεων να περιορίσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα με τα κονδύλια για το περιβάλλον να καλύπτουν το μεγαλύτερο μερίδιο (41%) στο συνολικό προϋπολογισμό τους για δράσεις βιώσιμης ανάπτυξης – ESG.
Ακολουθούν οι πρακτικές που σχετίζονται με την κοινωνία (35%) και οι ενέργειες που αφορούν την εταιρική διακυβέρνηση (24%). Το κόστος εφαρμογής των δράσεων ESG αποτελεί τον κυριότερο ανασταλτικό παράγοντα υλοποίησής τους.
Η βιώσιμη ανάπτυξη και η υιοθέτηση των δράσεων ESG, ανεξάρτητα από το μέγεθος μιας επιχείρησης, επιφέρουν πολλαπλά οφέλη σε περιβαλλοντικό, οικονομικό, εταιρικό και κοινωνικό επίπεδο.
Η αξιολόγηση των εταιρειών οφείλει να γίνεται όχι μόνο βάσει της οικονομικής τους επίδοσης, αλλά και του περιβαλλοντικού και κοινωνικού τους αντίκτυπου παράλληλα με τη διακυβέρνησή τους.
Προς την κατεύθυνση αυτή κρίνεται απαραίτητη η ενημέρωση του κοινωνικού συνόλου, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων, η προσαρμογή στο νέο απαιτητικό θεσμικό πλαίσιο (υποβολή εκθέσεων ESG) και η παροχή κινήτρων από πλευράς της πολιτείας που θα ενθαρρύνουν ολοένα και περισσότερες εταιρείες στην υιοθέτηση δράσεων ESG.