Αίτημα παράτασης του διαγωνισμού του ΤΑΙΠΕΔ για την παραχώρηση της χρήσης, ανάπτυξης και εκμετάλλευσης της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου (ΥΑΦΑ) στη θαλάσσια περιοχή νότια της Καβάλας, μια μόλις μέρα πριν την λήξη της προθεσμίας υπέβαλε ένα από τα δύο υποψήφια σχήματα.Σύμφωνα με πληροφορίες το αίτημα θα εξεταστεί από το ΤΑΙΠΕΔ, νωρίς το πρωί της Παρασκεύης.
Νωρίτερα το energymag.gr μετέδιδε
του Ειδικού Συνεργάτη
Σε οριστικό ναυάγιο οδεύει, όπως όλα δείχνουν, ο διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ για την παραχώρηση της χρήσης, ανάπτυξης και εκμετάλλευσης της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου (ΥΑΦΑ) στη θαλάσσια περιοχή νότια της Καβάλας.
Έπειτα από μια μακρά διαγωνιστική διαδικασία, η οποία ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2020, η προθεσμία υποβολής προσφορών από τα δύο σχήματα που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον εκπνέει αύριο και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου ο διαγωνισμός θα κηρυχθεί άγονος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έως τώρα δεν έχει υποβληθεί αίτημα στο ΤΑΙΠΕΔ από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη χορήγηση παράτασης στον διαγωνισμό, όπως συνέβη πριν από τέσσερις μήνες. Ωστόσο, οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι ακόμα και εάν δοθεί νέα παράταση στην υποβολή προσφορών δεν αναμένεται να αλλάξει τίποτα ουσιαστικά δεδομένου ότι οι δύο υποψήφιοι, η Energean και το σχήμα ΔΕΣΦΑ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, είναι πεπεισμένοι ότι με τον κανονισμό τιμολόγησης που έχει αποφασίσει η ΡΑΕ η επένδυση δεν είναι οικονομικά βιώσιμη. Την άποψή τους, μοιράζεται το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς ενέργειας.
Το μεγάλο αγκάθι αφορά στην ανάκτηση μέρους του απαιτούμενου εσόδου για την ανάπτυξη της ΥΑΦΑ Νότιας Καβάλας από τον επενδυτή μέσω διακριτής χρέωσης από την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, του λεγόμενου ποσοστού κοινωνικοποίησης που θα επωμισθούν οι καταναλωτές για την κατασκευή αυτής της κρίσιμης υποδομής.
Η ΡΑΕ έχει αποφασίσει ότι το ποσοστό κοινωνικοποίησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50%, την ώρα που η εκτίμηση της αγοράς θεωρεί ότι απαιτείται γενναία στήριξη της τάξεως τουλάχιστον του 80% προκειμένου η επένδυση να είναι βιώσιμη.
Σύμφωνα με τη ΡΑΕ, το εκτιμώμενο κόστος εγκατάστασης της υπόγειας αποθήκης ανέρχεται σε 314 εκατ. ευρώ. Η Αρχή απορρίπτει τα έργα επαύξησης του δικτύου φυσικού αερίου που έχει προτείνει ο ΔΕΣΦΑ προκειμένου να λειτουργήσει σε πλήρη δυναμικότητα η αποθήκη. Η σχετική μελέτη της ΡΑΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόστος των συνοδών έργων ύψους 422 εκατ. ευρώ που προτείνει ο ΔΕΣΦΑ αφορούν στην κατασκευή αγωγού που θα συνδέει την ΥΑΦΑ με το δίκτυο μεταφοράς φυσικού αερίου, ο οποίος ωστόσο δεν θα μπορεί να είναι hydrogen – ready όπως απαιτεί η Αρχή για όλους τους νέους αγωγούς.
Το διαφαινόμενο ναυάγιο στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ σημαίνει ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να είναι μία από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες δίχως αποθήκη φυσικού αερίου με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, την ώρα μάλιστα που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πως θα εξελιχθεί η διεθνής ενεργειακή κρίση η οποία το τελευταίο διάστημα βρίσκεται σε ύφεση.
Είναι αναγκαία μια αποθήκη φυσικού αερίου;
Οι απόψεις για την αναγκαιότητα της δημιουργίας αποθήκης φυσικού αερίου στην ενεργειακή αγορά διίστανται. Από τη μία υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το έργο είναι αναγκαίο, δεδομένου ότι οι διεθνείς αγορές φυσικού αερίου είναι εξαιρετικά απρόβλεπτες λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Όπως επισημαίνουν, ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επέβαλε στα κράτη μέλη να έχουν τις αποθήκες τους γεμάτες σε ποσοστό 80% τον Νοέμβριο του 2022 απέδειξε τη χρησιμότητα της λειτουργίας αποθηκών οδηγώντας σε αποκλιμάκωση των τιμών φυσικού αερίου. Το μέτρο θα ισχύσει και για την επόμενη χειμερινή περίοδο με το ποσοστό να αυξάνεται στο 90%.
Οι ίδιες πηγές υπογραμμίζουν ότι το κόστος για την αποθήκευση αερίου στην Ιταλία την περίοδο Νοεμβρίου 2022 – Μαρτίου 2023 ήταν ιδιαίτερα υψηλό και ανήλθε τους περασμένους μήνες σε 135 εκατ. ευρώ, με το Δημόσιο και τον ΔΕΣΦΑ να επωμίζονται το μεγαλύτερο μέρος του.
Εκείνοι που διαφωνούν με το έργο τονίζουν ότι η κατασκευή της ΥΑΦΑ δεν έχει πλέον νόημα, καθώς θα χρειαστούν τουλάχιστον τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί ο διαγωνισμός και να λειτουργήσει η αποθήκη. Έως τότε, η Ελλάδα σκοπεύει να περιορίσει την κατανάλωση αερίου δραστικά δεδομένου ότι το νέο ΕΣΕΚ προβλέπει μείωση από 70 TWh το 2021 σε 36 TWh το 2030.
Επιπλέον, η λειτουργία των νέων πλωτών τερματικών σταθμών LNG στην Αλεξανδρούπολη και την Κόρινθο, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση της μονάδας στη Ρεβυθούσα θα εξασφαλίσουν την επάρκεια εφοδιασμού με φυσικό αέριο και την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθιστώντας μάλιστα την Ελλάδα δυνητικό εξαγωγέα.