Σε δυο πυλώνες κινείται η πολιτική που σχεδιάζει η κυβέρνηση για να «θωρακίσει» τη χώρα, σε μεσοπρόθεσμη βάση, έναντι των διακυμάνσεων των τιμών στις αγορές ενέργειας. Ο ένας είναι η προώθηση έργων ΑΠΕ και ο άλλος η κατασκευή υποδομών αποθήκευσης. Βέβαια και οι δυο αυτές κινήσεις απαιτούν χρόνο.
Όπως αναφέρουν, χαρακτηριστικά, στελέχη του οικονομικού επιτελείου, με αυτοκριτική διάθεση, η απουσία μεγάλων επενδύσεων στην αποθήκευση φυσικού αερίου ενέτεινε το πρόβλημα με τις τιμές του «μεταβατικού» αυτού λεγόμενου καυσίμου και συνεπώς και στον ηλεκτρισμό.
«Δεν κάναμε μεγάλες επενδύσεις και ανάμεσα σε αυτές που δεν έγιναν ήταν κι αυτές για να αποκτήσουμε μεγάλες αποθήκες αερίου. Αν έχεις χώρους αποθήκευσης μπορείς να ανθίστασαι στις αυξομειώσεις στις τιμές» τονίζουν σημειώνοντας ότι και η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας θα δώσει στήριξη στην προσπάθεια για ανάσχεση των τιμών.
Όπως τονίζουν «σήμερα η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη κοστίζει πάνω από 100 ευρώ/ Mwh και τα φυσικό αέριο είναι παραπάνω. Το κόστος ρεύματος από τις ΑΠΕ είναι στα 40-60 ευρώ / Mwh και μεσομακροπρόθεσμα όταν τελειώσει η περίοδος των επενδύσεων θα πάμε σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα. Και το κόστος από τα off shore πάρκα τείνουν να έχουν τιμές κάτω από λιγνίτη» τονίζουν τα ίδια στελέχη που παραδέχονται ότι οι επενδύσεις καθυστέρησαν. Όσο μικρότερες επενδύσεις είχαμε τόσο πιο ευάλωτοι είμαστε σήμερα» τονίζουν καθώς η άνοδος των ρύπων σε επίπεδα άνω των 60 ευρώ/τόνο καθιστά απαγορευτική τη χρήση λιγνίτη.
Ωστόσο τονίζουν ότι με την Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου της ΔΕΗ αλλά και τη στήριξης του Ταμείου Ανάκαμψης θα επιταχυνθεί δραστικά η διαδικασία των επενδύσεων «που είναι η μεγάλη λύση μαζί με την αποθήκευση για να ξεφύγουμε από την παγίδα». Μάλιστα παραπέμπουν και στις αποφάσεις για τις υποδομές αποθήκευσης φυσικού αερίου στο αδρανές κοίτασμα στην περιοχή της Νότιας Καβάλας που αναμένονται το νέο έτος και όπου θα κατευθυνθούν πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης. Να σημειωθεί βέβαια ότι και στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας απαιτείται αρκετός χρόνος, καθώς το αδειοδοτικό πλαίσιο αναμένεται το νέο έτος, κατά το πρώτο εξάμηνο.
Νέα άνοδος στις τιμές φυσικού αερίου
Στο φόντο αυτό πάντως η νέα άνοδος στις τιμές φυσικού αερίου προξενεί έντονο προβληματισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μη δέσμευση από τη Gazprom επιπλέον χώρου για αποστολή αερίου προς την Ευρώπη τον Δεκέμβριο οδήγησε σε νέα άνοδο τις τιμές, κατά 7,8%. Έτσι διαμορφώθηκαν στα 81,585 ευρώ/MWh, του Ιανουαρίου 2022 στα 81,76 ευρώ/MWh και του Φεβρουαρίου στα 81,40 ευρώ/MWh με βάση τον δείκτη αναφοράς του Ολλανδικού TTF . Επιπλέον χτες κατεγράφη νέο ιστορικό ρεκόρ στην τιμή των ρύπων που έκλεισε στα 65,93 ευρώ/τόνο.
Εν τω μεταξύ η Κομισιόν σε ειδική μελέτη προβλέπει και για το επόμενο διάστημα υψηλές τιμές στο πετρέλαιο. Όπως σημειώνει ότι οι τιμές του πετρελαίου αναμένεται να κορυφωθούν στο πρώτο τρίμηνο του 2022, και σταδιακά να μειωθούν στη συνέχεια πριν σταθεροποιηθούν το 2023. Κατά μέσο όρο οι τιμές του πετρελαίου αναμένεται να αυξηθούν από 71,6 USD/βαρέλι το 2021 σε 78,9 USD/βαρέλι το 2022 και να υποχωρήσουν στα 72,3 USD/βαρέλι το 2023. Παράλληλα η Κομισιόν τονίζει ότι η πορεία των ενεργειακών τιμών οδηγεί σε αυξανόμενο κόστος παραγωγής, το οποίο μεταβιβάζεται έμμεσα στους τελικούς καταναλωτές μέσω των αυξημένων τιμών λιανικής, ενώ και η άνοδος του πληθωρισμού αναμένεται να μειώσει τα κέρδη των επιχειρήσεων περιορίζοντας τις επενδύσεις ενώ επιβαρύνει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών συρρικνώνοντας τη κατανάλωση και βέβαια απειλώντας την ισχυρή ανάκαμψη των οικονομιών.