Η Ρωσία αντιμετωπίζει «έξυπνα» τις κυρώσεις της Δύσης, με τη βοήθεια και της Τουρκίας, επισημαίνει ο καθηγητής Οικονομίας Γκάμπριελ Φελμπερμάιερ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (IWF) της Βιέννης.
«Το εμπόριο με τη Δύση έχει μειωθεί σημαντικά, αλλά η Ρωσία έχει αυξήσει τις ανταλλαγές αγαθών της με άλλες χώρες. Δυτικά αγαθά συνεχίζουν να φτάνουν στη Ρωσία μέσω κρατών της Κεντρικής Ασίας, όπως το Καζακστάν, το Κιργιστάν και η Αρμενία, αλλά πάνω από όλα, το εμπόριο της Μόσχας με τις μεγάλες αναδυόμενες χώρες έχει αυξηθεί με την Κίνα κατά 40%, με την Τουρκία κατά 23% και με την Ινδία ακόμη και κατά 140%. Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι ότι αυτή η ανταλλαγή δεν αντικατέστησε απλώς το δυτικό εμπόριο, αλλά το ξεπέρασε», υποστηρίζει ο Αυστριακός οικονομολόγος σε συνέντευξή του στο περιοδικό Der Spiegel και τονίζει ότι τελικά η Ρωσία επωφελήθηκε από τις κυρώσεις. «Η καθαρή επίδραση των κυρώσεων και του επιπλέον εμπορίου με την Κίνα, την Τουρκία και την Ινδία είναι θετική για τη Ρωσία», εκτιμά και εξηγεί ότι «οι κυβερνήσεις της Μόσχας, του Πεκίνου, του Δελχί και της 'Αγκυρας κατάφεραν προφανώς να βελτιώσουν τις οικονομικές τους σχέσεις και να μειώσουν το κόστος του εμπορίου τους είτε μέσω συμφωνιών μεταξύ των κυβερνήσεων είτε μέσω της συνεργασίας των κεντρικών τους τραπεζών είτε μέσω των εμπλεκόμενων εταιριών». Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ινστιτούτου, η Ρωσία και οι εταίροι της «έχουν διευκολύνει τις συναλλαγές τους στο βαθμό που μειώνουν τους δασμούς κατά τέσσερις έως πέντε ποσοστιαίες μονάδες». Με άλλα λόγια, όπως λέει ο κ. Φελμπερμάιερ, «οι κυρώσεις της Δύσης εξουδετερώνονται από ένα είδος άτυπης συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ της Ρωσίας και των φιλικών της χωρών».
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο, τα αγαθά που κερδίζει η Ρωσία μέσω αυτού του εμπορίου είναι κατώτερης ποιότητας από αυτά της Δύσης, η ρωσική οικονομία όμως προφανώς καταφέρνει να διατηρήσει την πολεμική της παραγωγή ακόμη και με κατώτερης ποιότητας προϊόντα. Το Κρεμλίνο μπορεί να ξεπεράσει το γεγονός ότι έρχονται στη χώρα λιγότερα γερμανικά αυτοκίνητα πολυτελείας, υπάρχουν αρκετά ανταλλακτικά. Επιπλέον, η Ρωσία άλλαξε την παραγωγή της εκπληκτικά γρήγορα, σημειώνει ο κ. Φελμπερμάιερ και διευκρινίζει ταυτόχρονα ότι οι Ρώσοι κερδίζουν πλέον λιγότερα από τις εξαγωγές ενέργειας εξαιτίας αυτών των κυρώσεων. «Όμως το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο εξακολουθούν να φθάνουν στην παγκόσμια αγορά. Υπάρχουν ακόμη πολλές χώρες στην Ευρώπη που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό αέριο: η Σλοβακία, η Ουγγαρία και η Αυστρία. Το εμπόριο ρωσικού πετρελαίου συνεχίζεται επίσης, απλώς μέσω διαφορετικών οδών. Το κρίσιμο πρόβλημα είναι ότι οι περισσότερες χώρες στον κόσμο δεν έχουν επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Ακόμη και χώρες του ΝΑΤΟ όπως η Τουρκία δεν ακολουθούν το παράδειγμά τους. Αυτό είναι μεγάλο σκάνδαλο», υπογραμμίζει ο επικεφαλής του IWF της Βιέννης.
Απαντώντας πάντως σε σχετική ερώτηση, ο κ. Φελμπερμάιερ διαψεύδει την υπόθεση ότι οι κυρώσεις έχουν αποτύχει και υποστηρίζει ότι τα τελευταία δύο χρόνια δείχνουν ότι «δεν πρέπει να περιμένουμε πολλά από τις κυρώσεις», τις οποίες χαρακτηρίζει «συμβολικό όπλο», ιδιαίτερα εάν υποστηρίζονται από έναν σχετικά μικρό συνασπισμό «και βέβαια αν υπάρξει αντισυνασπισμός».
Καταλήγοντας, ο Αυστριακός καθηγητής δεν εισηγείται την κατάργηση των κυρώσεων, αλλά προτείνει η Δύση «να προσπαθήσει να επεκτείνει τον δικό της συνασπισμό και να πάρει με το μέρος της χώρες όπως η Τουρκία». Εάν η Δύση απλώς αυστηροποιούσε τις κυρώσεις της, οι εμπορικές ροές θα ανακατευθύνονταν ακόμη περισσότερο και οι εταίροι της Ρωσίας θα ενθαρρύνονταν περαιτέρω να επεκτείνουν τη συνεργασία τους, εξηγεί. «Θα ήταν καλύτερο να διευκολυνθεί η ανταλλαγή αγαθών με αυτές τις χώρες, για παράδειγμα μέσω πρόσθετων εμπορικών συμφωνιών. Για να γίνει αυτό, η Δύση θα έπρεπε να τους προσφέρει κάτι. Οι κυρώσεις εναντίον αυτών των χωρών θα έκαναν τους εταίρους της Ρωσίας ακόμη περισσότερο εχθρικές», υπογραμμίζει.
Πηγή; ΑΠΕ-ΜΠΕ