Μεγάλα ερωτήματα προκαλεί η μονοπώληση της πρώτης διαγωνιστικής διαδικασίας ΑΠΕ, που πραγματοποίησε σήμερα η ΡΑΕ, από τις έξι που θα γίνουν συνολικά έως το 2024. Ο διαγωνισμός υπήρξε απολύτως υπόθεση των φωτοβολταϊκών που «πήραν» και τα 350 Μεγαβάτ που ήταν η συνολική δημοπρατούμενη ισχύς, ενώ αντίθετα τα αιολικά έργα που είχαν εγγραφεί στον κατάλογο συμμετεχόντων του διαγωνισμού δεν μπόρεσαν σε καμία περίπτωση να διεκδικήσουν κλείδωμα τιμής.
Υπενθυμίζεται ότι η βασική «αρχιτεκτονική» του νέου σχήματος των διαγωνισμών που είχε συζητηθεί και με τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού έκανε λόγο για την ισόρροπη ενίσχυση αιολικών και φωτοβολταϊκών, ανά διαγωνισμό. Συγκεκριμένα κάθε τεχνολογία θα πρέπει να αποσπάσει τουλάχιστον το 30% της δημοπρατούμενης ισχύος. Μάλιστα, αυτή η ποσόστωση του 30% θεωρούνταν «κλειδωμένη», υπό την έννοια ότι αναφέρεται ρητά στην ελληνική πρόταση για επέκταση των διαγωνισμών, όπως αυτή έχει υποβληθεί στην Κομισιόν. Κάτι που κρίθηκε απαραίτητο ώστε να μην μονοπωλήσουν τις δημοπρασίες τα φωτοβολταϊκά, τα οποία λόγω της σημαντικής μείωσης του εξοπλισμού τους μπορούν να υποβάλουν κατά πολύ χαμηλότερες προσφορές σε σχέση με τα αιολικά.
Τα πράγματα ωστόσο εξελίχτηκαν διαφορετικά σήμερα, καθώς ο ανταγωνισμός μεταξύ των συμμετεχόντων δεν προκάλεσε μόνο τον αποκλεισμό των αιολικών, αλλά και τις πολύ χαμηλές που «κλείδωσαν» οι προσφορές που έγιναν δεκτές. Οι τιμές κινήθηκαν κατά κύριο λόγο στη ζώνη ανάμεσα στα 37 και τα 40 ευρώ ανά MW, ενώ υπήρξε προσφορά που έγινε δεκτή στην τιμή των 32,97 ευρώ/MW με τον ανταγωνισμό πάντως να είναι ιδιαίτερα έντονος, όπως δείχνει το γεγονός ότι η τιμή εκκίνησης ήταν στα 53,86 ευρώ ανά MW.
Στο διαγωνισμό κατέβηκαν 126 έργα, συνολικής ισχύος 1.090 MW. Οι υποψήφιες μονάδες για να κατακυρώσουν Τιμή Αναφοράς είναι φωτοβολταϊκά ισχύος έως 20 MW και αιολικά έως 50 MW.
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, δήλωσε σχετικά: «Η εντυπωσιακή πτώση των τιμών για τα έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, όπως καταγράφηκε στον σχετικό διαγωνισμό της ΡΑΕ, επιβεβαιώνει τα οφέλη της ωρίμανσης της τεχνολογίας των ΑΠΕ, αλλά και της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Με την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μας μείγμα επιτυγχάνουμε την προσφορά καθαρής ενέργειας με ανταγωνιστικότερες τιμές για τους καταναλωτές. Η διαμόρφωση των τιμών των έργων ΑΠΕ στο 1/3 του κόστους της παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη καταδεικνύει την αναγκαιότητα της εμβληματικής μεταρρύθμισης της απολιγνιτοποίησης, διασφαλίζοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα του ΕΛΑΠΕ».