Την δέσμευση της κυβέρνησης να συνεχιστεί το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου «στον κατάλληλο χρόνο που θα επιλεγεί, με βάση και τον προγραμματισμό της αναδόχου εταιρείας», όπως είπε χαρακτηριστικά, επανέλαβε χθες βράδυ ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης.
Ο υπουργός Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι «δεν υπάρχει κανένα απολύτως παρασκήνιο ούτε αμφιθυμία» στην κυβέρνηση για το έργο. «Εκείνο, το οποίο υπάρχει, είναι πάντοτε ο κατάλληλος χρονισμός. Υπάρχουν ζητήματα, τα οποία είναι αμιγώς τεχνικά», επισήμανε και εξήγησε: «η έρευνα για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου στο συγκεκριμένο έργο θα πάρει περίπου 6 μήνες. Αντιλαμβάνεστε ότι και μόνο να μπορέσεις να δημιουργήσεις μια χωροταξία σε ό,τι αφορά τις NAVTEX, οι οποίες θα εκδοθούν, είναι από μόνο του ένα σύνθετο έργο. Υπάρχει όμως και ο κατάλληλος χρονισμός», ανέφερε σε συνέντευξή του στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης του ΣΚΑΙ.
Ο κ. Γεραπετρίτης, ερωτηθείς σχετικά, αποσυνέδεσε το ζήτημα του καλωδίου από τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό που ανακοινώθηκε χθες από την κυβέρνηση. «Τα ζητήματα δεν είναι καθόλου αλληλένδετα. Είναι προφανές ότι και σε επίπεδο κλίμακας, ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός αποτελεί ένα εγχείρημα πολύμηνο, μία μεγάλη προσπάθεια, η οποία στην πραγματικότητα διευρύνει το διπλωματικό μας αποτύπωμα σε πολύ μεγάλο βαθμό», σημείωσε.
Αναφερόμενος ειδικότερα στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό ο κ. Γ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα ψηλώνει και μεγαλώνει το διπλωματικό της αποτύπωμα. Για πρώτη φορά βρίσκονται καταγεγραμμένα σε χάρτη τα απώτατα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Βεβαίως, στη βάση του διεθνούς δικαίου, το οποίο επιβάλλει για τον καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης να υπάρχει συμφωνία μεταξύ των κρατών που έχουν ακτές δίπλα ή απέναντι. Παρά ταύτα, είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κεκτημένου πλέον, στο πλαίσιο ευρωπαϊκής νομοθεσίας, η Ελλάδα καταγράφει τη μεγίστη δυνατότητά της στις θαλάσσιες ζώνες. Και αυτό πλέον αποτελεί στην ουσία την ελληνική τοποθέτηση πάνω στα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών».
Απαντώντας στην κριτική της αντιπολίτευσης για καθυστέρηση στο σχεδιασμό είπε ότι θα ανέμενε «λιγότερη μικροψυχία στο ζήτημα αυτό. Τα ζητήματα -πρόσθεσε- είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα. Πρώτα απ’ όλα αντιλαμβανόμαστε ότι η Ελλάδα δεν είναι μία περίκλειστη χώρα. Η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη ακτογραμμή σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει 8.500 νησιά, πράγμα το οποίο καθιστά εξαιρετικά σύνθετη την άσκηση του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού.
Υπάρχει κάτι επιπλέον, το οποίο είναι ότι, συν τω χρόνω, υπήρξαν οι δύο μεγάλες συμφωνίες που έφερε η κυβέρνηση, με την Αίγυπτο και με την Ιταλία, οι οποίες θα έπρεπε να μεταφερθούν πλέον και στον χάρτη.
Και θέλω να πω το ακόλουθο: η σημερινή (χθεσινή) ημέρα επελέγη πρωτίστως, διότι σήμερα (χθες) εξεδόθη και το πρακτικό επεξεργασίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με το οποίο ενσωματώνεται, ουσιαστικά, στην ελληνική έννομη τάξη η ελληνο-ιταλική συμφωνία. Και για αυτόν τον λόγο δεν θα μπορούσε ούτως ή άλλως να είναι νωρίτερα.
Θέλω όμως να πω το ακόλουθο, και νομίζω είναι εξαιρετικά σημαντικό. Όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει από το 2019 φέρει την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία, την ελληνο-ιταλική, σειρά στρατηγικών συμφωνιών, μεγάλωσε τα όρια της Ελλάδος με τα 12 ναυτικά μίλια χωρικά ύδατα έως το ακρωτήριο Ταίναρο, θα περίμενα μεγαλύτερη περισυλλογή. Διότι ακόμη και σήμερα η Ελλάδα φροντίζει στο πεδίο να υπερασπίζεται τα εθνικά της συμφέροντα, φέρνοντας κολοσσούς ενεργειακούς εκεί όπου υπάρχουν έριδες από άλλα κράτη, ή σήμερα με τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό».