Μενού Ροή
Πως καταλήξαμε να πληρώνουμε φθηνότερο το ρεύμα: Οι τρεις λόγοι που κερδήθηκε το στοίχημα

Το φυσικό αέριο κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα από το καλοκαίρι του 2021. Τι θα συνέβαινε αν αντί για αποκλιμάκωση είχαμε αύξηση; Απλούστατα, δεν θα βλέπαμε τόσο χαμηλές τιμές στο ρεύμα για τον Ιανουάριο, ακόμη και κάτω από 14 λεπτά η κιλοβατώρα, είναι η απάντηση. 

Τον Νοέμβριο ο Θ.Σκυλακάκης παρουσίασε ένα νέο κυμαινόμενο τιμολόγιο, το «πράσινο», κοινό για όλους τους παρόχους, προκειμένου να είναι εύκολα συγκρίσιμο από τους καταναλωτές, γεγονός που πυροδότησε εντονότατες αντιδράσεις από την αγορά, αφού αρκεί μια απλή ματιά για να φανεί ποιος είναι φθηνός και ποιος ακριβός.

Τι θα συνέβαινε αν ο υπουργός δεν επέμενε στη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση που αρχικά δέχθηκε τόσο σφοδρές επικρίσεις, παρά έβαζε νερό στο κρασί του; Απλώς, δεν θα είχε ενεργοποιηθεί η αγορά, καθώς ως γνωστόν, ο ανταγωνισμός που προκάλεσε η δυνατότητα σύγκρισης των τιμών συμπαρέσυρε και τα σταθερά «μπλε» τιμολόγια.

Μπροστά στον κίνδυνο μαζικών μετακινήσεων σε άλλες εταιρείες που θα εμφανίζονταν φθηνότερες στην πράσινη κιλοβατώρα, αρκετοί μεγάλοι πάροχοι έσπευσαν να περιχαρακώσουν το πελατολόγιό τους, λανσάροντας σταθερά τιμολόγια σε πολύ χαμηλές τιμές. Δέσμευσαν με τον τρόπο αυτό τους πελάτες τους για 12 μήνες, καθώς τα «μπλε» τιμολόγια έχουν ρήτρα πρόωρης αποχώρησης.

Καταλυτικό ρόλο

Επίσης, καταλυτικό ρόλο στην έναρξη του 2024 με φθηνότερο ρεύμα έπαιξε η ΔΕΗ. Τι θα συνέβαινε αν η επιχείρηση δεν είχε καταφέρει να κάνει τη μεγάλη εξυγίανση και συνέχιζε να λειτουργεί σαν μια κλασική εταιρεία του Δημόσιου με νοοτροπίες, κομματικές επιλογές και συνδικαλιστικές πρακτικές που σήμερα θεωρούμε ότι ανήκουν σε άλλη εποχή, αλλά η εγκατάλειψη τους δεν ήταν καθόλου αυτονόητη;

Πολύ απλά, δεν θα ήταν σε θέση να ανακοινώνει τιμή 13,6 σεντς για την «πράσινη» κιλοβατώρα χωρίς να διακινδυνεύσει την κερδοφορία της, άρα δεν θα κινητοποιούσε τον ανταγωνισμό στον ίδιο βαθμό και τα τιμολόγια θα διαμορφώνονταν σε υψηλότερα επίπεδα. Τώρα, ακριβώς επειδή αυτός που διαμορφώνει την τάση στην αγορά ήταν και είναι πάντα η ΔΕΗ, η τιμή της «πράσινης» κιλοβατώρας που ανακοίνωσε χθες η συντριπτική πλειοψηφία των παρόχων, κινείται οριακά πάνω από τα 14 λεπτά. Τρία με τέσσερα δηλαδή λεπτά χαμηλότερα απ' ότι όλους τους τελευταίους μήνες όταν τα τιμολόγια ήταν επιδοτούμενα από το κράτος.

Κάθε ένας από τους τρεις παραπάνω λόγους - η χαμηλή πτήση του φυσικού αέριου διεθνώς, η αποφασιστικότητα του υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ.Σκυλακάκη και η ευρωστία της ΔΕΗ- λειτούργησαν συμπληρωματικά ώστε να φτάσουμε σήμερα να λέμε ότι το 2024 ξεκίνησε με φθηνότερο ρεύμα.

Η εξίσωση

Τίποτα δεν θα μπορούσε να συμβεί αν εξέλειπε από την εξίσωση κάποιους από τους τρεις παράγοντες. Η συνεχής αποκλιμάκωση της τιμής του φυσικού αέριου στην διεθνή αγορά, που κινείται στα 32 ευρώ η μεγαβατώρα και αποτελεί την χαμηλότερη τιμή εδώ και δυόμισι χρόνια είναι ασφαλώς ο κυριότερος. Τυχόν απρόοπτα γεγονότα (πχ διακοπή στην λειτουργία κάποιων εγκαταστάσεων υγροποίησης φυσικού αερίου) ή ένας πιο κρύος χειμώνας στην Ευρώπη θα είχαν προφανώς ανεβάσει τις τιμές, θα εκτίνασσαν συνεπώς τη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος και δεν θα επέτρεπαν στην αγορά να δώσει γενναιότερες εκπτώσεις και καλύτερες τελικές «πράσινες» τιμές.

Κατ’ αντιστοιχία, αν ο υπουργός ενέδιδε στις φωνές εκείνες που του ζητούσαν μέχρι πρότινος να κάνει πιο χαλαρό το νέο σύστημα και να μην επιμείνει στο αρχικό σκεπτικό των «πράσινων» τιμολογίων, πιθανώς ο ανταγωνισμός να μην είχε ενεργοποιηθεί τόσο έντονα, όπως τελικά συνέβη. Το σκεπτικό του στηρίχθηκε στην εκτίμηση ότι ακριβώς επειδή μέσω του κοινού κυμαινόμενου «πράσινου» τιμολογίου θα φαίνεται πλέον ποιος είναι ο ακριβότερος στην αγορά, οι εταιρείες θα έσπευδαν να ωθήσουν μέρος των πελατών τους στα άλλα τους προϊόντα. Δηλαδή αυτό ακριβώς που βλέπουμε να συμβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες.

Δελεάζοντας τους με χαμηλές τιμές οι πάροχοι «κλειδώνουν» τους πελάτες τους για ένα χρόνο στα σταθερά, αποφεύγοντας τις τυχόν μετακινήσεις που θα προκαλούσε η διαπίστωση ότι η εταιρεία τους είναι ανάμεσα στις ακριβότερες της αγοράς. Και αν κρίνουμε από τα όσα ακούγονται στο χώρο, ότι τους επόμενους μήνες αναμένονται πολλά νέα ανταγωνιστικά προγράμματα από τα τμήματα μάρκετινγκ των παρόχων με όσο πιο ελκυστικές τιμές γίνεται, τότε ο ανταγωνισμός θα ενισχυθεί και υπάρχουν ελπίδες αν όχι να πέσουν κι άλλο οι τιμές, τουλάχιστον να συγκρατηθούν σε λογικά επίπεδα. Στα παραπάνω πόνταρε και πριν από λίγους μήνες ο υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θοδωρής Σκυλακάκης όταν ανακοίνωσε την καθιέρωση από τον Ιανουάριο και για τους επόμενους 12 μήνες, ενός κοινού κυμαινόμενου τιμολόγιου για όλους τους παρόχους, το οποίο θα διαφοροποιείται μόνο ως προς το περιθώριο κέρδους..

Και φυσικά, μεγάλο μερίδιο στο αποτέλεσμα των χαμηλών τιμών ρεύματος του Ιανουαρίου, φέρει η ίδια η ΔΕΗ. Θα ήταν ποτέ σε θέση μια εταιρεία με οικονομικά προβλήματα, χωρίς καθαρό από βάρη χαρτοφυλάκιο και δίχως να έχει κάνει αυτή τη μοναδική ανατροπή των τελευταίων ετών, να δώσει το κατάλληλο σήμα στην αγορά, ανακοινώνοντας τιμές 13,6 σεντς στο «πράσινο» τιμολόγιο ; Και μείωση 40% στο «μπλε» σταθερό τιμολόγιο, το οποίο έριξε πρόσφατα από τα 28 στα 17,5 λεπτά η κιλοβατώρα, ανοίγοντας ένα νέο γύρο ανταγωνισμού στην αγορά, καθώς την ακολούθησαν άμεσα και οι τρεις άλλοι μεγάλοι ιδιώτες πάροχοι με ανάλογες ανταγωνιστικές τιμές ;

Ακόμη και αν η επιχείρηση είχε ξεφύγει από τη πρόσκρουση στα βράχια το 2019, γλίτωνε τη χρεοκοπία και κατάφερνε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να σταθεί στα πόδια της, δίχως αυτή την πρωτοφανή ανοδική πορεία, τις συνέχεις κερδοφόρες χρήσεις, τα ανοίγματα στο εξωτερικό και την συνολική της αναγέννηση, είναι αμφίβολο κατά πόσο θα είχε τις οικονομικές αντοχές να ρίχνει τόσο χαμηλά τις τιμές. 

Συμπερασματικά, μπορεί το τέλος των επιδοτήσεων να συνοδεύεται από φθηνότερο ρεύμα, προς ευχάριστη έκπληξη των καταναλωτών, αυτό όμως δεν συνέβη ως δια μαγείας. Η τύχη σίγουρα βοήθησε και με το παραπάνω, αφού όχι μόνο διαψεύστηκαν οι Κασσάνδρες που προέβλεπαν μια νέα, έστω μικρότερη, ενεργειακή κρίση, αλλά ακόμη και ο χειμώνας ήταν εξαιρετικά ήπιος, περιορίζοντας σε χαμηλά επίπεδα τη ζήτηση, ωστόσο δεν θα βλέπαμε τόσο έντονο ανταγωνισμό χωρίς την επιμονή του Θ.Σκυλακάκη και την αλλαγή πίστας στην οποία έχει περάσει η ΔΕΗ.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας