Ο δικαστικός έλεγχος της δημόσιας διαχείρισης, των χρημάτων του κράτους, δηλαδή τα δικά μας, των φορολογουμένων, έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Πριν από μερικές μέρες, όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή, κατέθεσε στη Βουλή τον απολογισμό της προηγούμενης χρονιάς. Για λόγους που κανείς δεν καταλαβαίνει, το κείμενο αυτό δεν συζητείται πριν από το τέλος της επόμενης χρονιάς. Εν προκειμένω για τον έλεγχο του προϋπολογισμού του 2022, δεν θα συζητήσουν οι βουλευτές μας τώρα, αλλά στα τέλη του 2024. Μη ρωτήσετε γιατί. Κανείς δεν ξέρει. Αλλά αυτό δεν είναι το σημαντικό. Τα πολλά σημαντικά είναι αυτά που βρήκαν τα μέλη του ανωτάτου δικαστηρίου, που αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να περιμένουμε άλλον έναν χρόνο για να τα συζητήσουμε και να τα λύσουμε.
Εχουμε και λέμε. Στη φετινή τους έκθεση διαπίστωσαν ότι δύο πληροφοριακά συστήματα του κράτους, το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής και των αντίστοιχων που εξάγονται από το TAXISNET, για 95 ΔΟΥ είχαν απόκλιση 44,6 εκατ. ευρώ. Η ΑΑΔΕ επικαλέστηκε ότι τα δύο συστήματα δεν είναι συγκρίσιμα, καθώς το TAXISNET είναι δυναμικό.
Η απόκλιση ωστόσο παραμένει μεγάλη.
Ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαπίστωσε κάτι ακόμα πιο περίεργο, ότι δεν περιλαμβάνονται όλα τα έσοδα και τα έξοδα στον προϋπολογισμό. Συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα τα έσοδα από το 40% του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων, πρώην Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, ύψους 52,71 εκατ. ευρώ που αποδίδονται για την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το ίδιο ισχύει με τα έσοδα ύψους 391 εκατ. ευρώ του υπουργείου Περιβάλλοντος από τους πλειστηριασμούς αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, αλλά και πολλά άλλα κονδύλια. Καμία εξήγηση γιατί δεν καταγράφονται ούτε ως έσοδα ούτε ως δαπάνη.
Το πλέον εξοργιστικό, με δεδομένες τις φετινές πυρκαγιές και πλημμύρες, είναι η αναφορά ότι πιστώσεις του αποθεματικού ύψους 980 εκατ. ευρώ που προορίζονται για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών που προέκυψαν από φυσικές καταστροφές διατέθηκαν για να καλύψουν λειτουργικές ανάγκες φορέων. Ακόμα χειρότερα, σημαντικό μέρος αυτών των χρημάτων έμεινε αδιάθετο. Και για να γίνουμε συγκεκριμένοι. Με περίπου ένα τέταρτο από αυτό το κονδύλι πληρώθηκαν δικαστικές αποφάσεις εναντίον του κράτους, άλλο τόσο κατευθύνθηκε για λειτουργικές δαπάνες (εξτρά του προϋπολογισμού τους) διαφόρων υπουργείων, ενώ ένα σημαντικό ποσό άνω των 247 εκατ. έμεινε αδιάθετο.
Το πιο προβληματικό ίσως στοιχείο είναι αυτό που αφορά τη μισθοδοσία του προσωπικού, των δημοσίων υπαλλήλων δηλαδή. Δεν ξέρω αν πρόκειται για αναβίωση των παλιών υπαλλήλων – φαντασμάτων, αλλά για 4.976 υπαλλήλους, το Ελεγκτικό Συνέδριο διαπιστώνει ότι δεν έχει καταχωρισθεί στο σύστημα Απογραφή η ημερομηνία πρόσληψής τους. Κι όμως ο μισθός μπαίνει. Επιπλέον, δεκάδες υπάλληλοι εμφανίζονται με πάνω από 45 χρόνια προϋπηρεσίας! Αλλοι υπάλληλοι φέρεται ότι έχουν ηλικία μικρότερη των 18 ετών και αρκετοί υπάλληλοι ηλικίας άνω των 67 ετών, που είναι το καταληκτικό όριο συνταξιοδότησης. Για 122 υπαλλήλους δεν έχει εισαχθεί ημερομηνία γέννησης στο σύστημα!
Στην έκθεση διαπιστώνονται αχρεώστητες καταβολές σε μισθοδοτουμένους η κατάσταση των οποίων άλλαξε πριν από τη μισθοδοσία, π.χ. συνταξιούχος έγινε ενεργός, ενώ υπάλληλος με άδεια άνευ αποδοχών αποχαρακτηρίστηκε, με την εξόφληση να γίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις σε λογαριασμούς τρίτων.
Δεν ξέρω ποιες από τις παραπάνω περιπτώσεις κρύβουν παράνομες πράξεις ή απλά λογιστικά ή διοικητικά λάθη, αλλά τα ποσά επί των οποίων διαπιστώνονται όλα αυτά είναι μεγάλα. Και κυρίως είναι χρήματα δικά μας. Των ελλήνων φορολογουμένων – και είναι μακριά το τέλος του 2024 για να συζητηθούν.