Σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα που εμπλουτίζουν την ιστορία της περιοχής και τις γνώσεις των αρχαιολόγων φέρνουν στο φως οι ανασκαφές στο λιγνιτωρυχείο της ΔΕΗ στη Μαυροπηγή Κοζάνης.
Εδώ και σχεδόν 20 χρόνια -οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 2005- αποκάλυψαν περίπου 21 οικιστικές θέσεις των Ελληνιστικών χρόνων (ίσως και Κλασικών, αλλά και Αρχαϊκών), 16 νεκροταφεία ή συστάδες τάφων, τρεις νεολιθικούς οικισμούς και μεγάλο αριθμό θέσεων της ύστερης Εποχής του Χαλκού και της πρώιμης Εποχής Σιδήρου, καθώς επίσης νεκροταφεία και οικισμούς ή αγροικίες των Ρωμαϊκών και Βυζαντινών χρόνων.
Οι πιο πρόσφατες ανακαλύψεις είναι ένας οικισμός της αρχαιότερης Νεολιθικής εποχής στη θέση Ασπρότοπος και ένα νεκροταφείο Αρχαϊκής περιόδου, με πλούσια ευρήματα και κτερίσματα.
Τις αρχαιολογικές μαρτυρίες στο ορυχείο της Μαυροπηγής με επίκεντρο τις δύο αυτές σημαντικές θέσεις, θα παρουσιάσουν στην 36η Επιστημονική Συνάντηση για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, που διοργανώνεται στις 28 και 29 Μαρτίου στη Θεσσαλονίκη, η προϊσταμένη της Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης, Αρετή Χονδρογιάννη-Μετόκη και οι αρχαιολόγοι Βασιλική Λαϊνά και Φώτης Ντοβόλης.
Η ανασκαφή του 2022 στη θέση Ασπρότοπος έφερε στο φως μια μικρή οικιστική εγκατάσταση της αρχαιότερης Νεολιθικής περιόδου, η συνολική έκταση της οποίας καθώς και της περιοχής δραστηριότητας των κατοίκων δεν υπερβαίνει τα 300 τ.μ.
«Τον πυρήνα της εγκατάστασης αποτελούν τρεις μεγάλοι, ενωμένοι λάκκοι, ελλειψοειδούς σχήματος, με το μακρό άξονά τους νοτιοδυτικά – βορειοανατολικά, στο εσωτερικό των οποίων ανοίγονται κάποιοι μικρότεροι. Ανάμεσά τους, στα νοτιοδυτικά, εντοπίστηκε μία εστία κατασκευασμένη από πηλό. Τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά των λάκκων, η παρουσία εστίας, το είδος και η κατανομή των ευρημάτων συνδέουν τους λάκκους με υπόγειους ή ημιυπόγειους χώρους υπόσκαφου οικήματος», λέει στη Voria, η κ. Χονδρογιάννη-Μετόκη, προσθέτοντας πως μεταξύ των οστών, της κεραμικής και των μικροευρημάτων είναι ένα πήλινο ζωόμορφο αγγείο με μορφή χοίρου, πιθανόν σύμβολο γονιμότητας.
«Η ενδελεχής έρευνα γύρω από τους λάκκους, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή δεν απέδωσε κανένα άλλο εύρημα της περιόδου, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα του μεγέθους και του χαρακτήρα της εν λόγω εγκατάστασης, καθώς και του οικιστικού μοντέλου που αναπτύσσεται στην περιοχή. Η υπόθεση να πρόκειται για εποχική εγκατάσταση συνδεδεμένη με κάποιον από τους όμορους γνωστούς οικισμούς της περιόδου δεν στηρίζεται από τα δεδομένα, εκτός εάν πρόκειται για άγνωστο οικισμό προς την πλευρά του ορυχείου που έχει ήδη χαθεί. Υπενθυμίζουμε ότι βρισκόμαστε στα βορειοδυτικά όρια της λεκάνης της Κίτρινης Λίμνης, μιας ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένης περιοχής κατά τη Νεολιθική Εποχή», αναφέρει η κ. Χονδρογιάννη-Μετόκη και συμπληρώνει πως «η εγκατάσταση του Ασπρότοπου εμφανίζει σαφής ομοιότητες στην κεραμική, στη μορφή των οικημάτων, αλλά και στον τρόπο κατασκευής της εστίας με τον οικισμό του Αχιλλείου στη Θεσσαλία και θα μπορούσε να χρονολογηθεί στα τέλη της 6ης π.Χ. χιλιετίας (6.300-6.100 π.Χ.)».
Την ίδια περίοδο των ανασκαφών, στη θέση Λουλούδια εντοπίστηκε ένα νεκροταφείο, η ανασκαφή του οποίου ολοκληρώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο. Πρόκειται για ένα εκτεταμένο, οργανωμένο νεκροταφείο, που απλώνεται σε έκταση τριών στρεμμάτων. Σύμφωνα με την κ. Χονδρογιάννη-Μετόκη «αποκαλύφθηκαν 270 τάφοι, οι οποίοι χρονολογούνται από την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου μέχρι και την Ελληνιστική περίοδο. Η κύρια όμως χρήση του νεκροταφείου τοποθετείται στην Αρχαϊκή περίοδο (700-500 π.Χ. περίπου)».
Οι τάφοι είναι αποκλειστικά λακκοειδείς, λαξευμένοι στο φυσικό κροκαλοπαγές έδαφος της περιοχής και 52 από αυτούς έφεραν σήμανση με λιθοσωρούς. Η διατήρηση των σκελετικών καταλοίπων δεν είναι καλή, ενώ παρατηρείται σημαντική ή μικρότερη διαταραχή στο σύνολο σχεδόν των τάφων, πιθανόν από συστηματική σύληση του νεκροταφείου κατά την αρχαιότητα.
«Από τους 270 τάφους οι 192 έφεραν κτερίσματα ή διατήρησαν κάποια από τα κτερίσματά τους. Τα άτομα συνοδεύονταν κυρίως από πήλινα αγγεία, και λίγα χάλκινα, κοσμήματα (χρυσά, χάλκινα, σιδερένια) και οπλισμό. Με πήλινα αγγεία είναι κτερισμένοι 116 τάφοι, ενώ με χάλκινα 7, εκ των οποίων οι 5 έφεραν και πήλινα. Οπλισμό έφεραν 54 τάφοι, ενώ κοσμήματα 104», επισημαίνει η προϊσταμένη της ΕΦΑ Κοζάνης.
Σε ό,τι αφορά τη χρονολόγησή τους οι 11 φαίνεται να ανήκουν στην πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, οι 105 στην Αρχαϊκή, οι 10 στην Κλασική και 7 στην Ελληνιστική. Οι 137 δεν μπορούν να χρονολογηθούν με ακρίβεια σε αυτή τη φάση της μελέτης, ωστόσο στην πλειονότητά τους φαίνεται να ανήκουν στην Αρχαϊκή Εποχή. Η μελέτη του υλικού έδειξε πως οι νεκροί είναι κτερισμένοι με πήλινα εισαγμένα αγγεία, κυρίως όμως με αγγεία που αποτελούν προϊόντα τοπικού εργαστηρίου κα είναι τοποθετημένα στα πόδια των νεκρών. Στα εισαγμένα συγκαταλέγονται κορινθιακοί αρύβαλλοι ή ληκύθια, εξάλειπτρα, καθώς και μεγάλες κύλικες και σκύφοι με μελανόμορφη διακόσμηση.
Το σχηματολόγιο των τοπικού εργαστηρίου αγγείων περιλαμβάνει κανθαρόσχημα, λέβητες, υδρίες, λεκανίδες, οπισθότμητες πρόχους, σκύφους και άλλα. Κάποια από αυτά φέρουν εγχάρακτη διακόσμηση ή λαβές με κομβιόσχημες απολήξεις, άλλα μιμούνται πηνιόσχημες λαβές μεταλλικών αγγείων, ενώ ένα φέρει πλαστική διακόσμηση με βουκράνιο κάτω από το χείλος. Τα μεταλλικά αγγεία είναι λεβητόσχημα ή φιάλες. Στα όπλα συγκαταλέγονται σιδερένιες αιχμές δοράτων και εγχειρίδια. Τα κοσμήματα είναι κυρίως χάλκινα. Χαρακτηριστικές είναι οι μεγάλες δίδυμες τοξωτές περόνες, αλλά και τα ενώτια, περίαπτα, δαχτυλίδια, ψέλια. Σε ελάχιστες περιπτώσεις διασώθηκαν τμήματα χρυσών κοσμημάτων, ενώ υπάρχουν επίσης χάντρες από ήλεκτρο και άλλα.
Πηγή: voria.gr