Δύο ακριβώς χρόνια από την θέσπιση του θεσμού με τα Απάτητα Βουνά και χθες δόθηκε παράταση για δύο ακόμη χρόνια, μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2025, αλλά για έξι μόνο από τις συνολικά δέκα περιοχές που έχουν ενταχθεί στο μέτρο.
Αφορά τον Ταΰγετο στην Πελοπόννησο, τα Λευκά Ορη στην Κρήτη, το Σάος (Φεγγάρι) στη Σαμοθράκη, την Τύμφη και τον Σμόλικα στη Βόρεια Πίνδο καθώς και το όρος Χατζή στη Θεσσαλία.
Στο σκεπτικό της απόφασης διαβάζουμε ότι για τις παραπάνω περιοχές έχουν ανατεθεί και εκπονούνται Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, οι οποίες θα καταλήξουν σε πρόταση χαρακτηρισμού των περιοχών, καθώς και καθορισμού χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μέσα σε αυτές, οδηγώντας στην έκδοση των σχετικών Προεδρικών Διαταγμάτων, τα οποία εκκρεμούν για χρόνια.
Oι χρήσεις γης και η προστασία του περιβάλλοντος δεν ρυθμίζονται με υπουργικές αποφάσεις, απαιτείται να εκδοθεί Προεδρικό Διάταγμα. Το αναφέρει και το Συμβούλιο της Επικράτειας. Και σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, η προστασία μιας περιοχής ναι μεν μπορεί να καθοριστεί με υπουργική απόφαση, αλλά μόνο μεταβατικά και για μέγιστη διάρκεια δύο ετών, μετά πρέπει να εκδοθεί ΠΔ. Δίχως αυτό ο θεσμός για τα «απάτητα βουνά» βρίσκεται στον αέρα.
Η διετία λοιπόν έχει συμπληρωθεί. Κανονικά τώρα θα έπρεπε να εκδοθούν τα σχετικά Διατάγματα, παρ’ όλα αυτά ακολουθήθηκε ξανά η λογική της διετούς παράτασης, πάλι με υπουργικές αποφάσεις.
Επίσης, ακούγεται ότι είναι υπό εκπόνηση μελέτες για το σύνολο των περιοχών του δικτύου Natura 2000 εντός των έξι Περιφερειών που βρίσκονται τα συγκεκριμένα βουνά. Ουδείς ωστόσο γνωρίζει πότε ξεκίνησαν, σε ποιο σημείο έχουν φτάσει και κυρίως πότε θα ολοκληρωθούν. Και αν μετά από μια διετία, επειδή για κάποιο λόγο κάπου σκόνταψαν, θα δοθεί και νέα παράταση πάλι με υπουργική απόφαση;
Και ένα έτερο ερώτημα, έχουν πράγματι ανατεθεί οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες για όλες αυτές τις περιοχές, κι αν ναι, σε ποιο σημείο βρίσκονται;
Είναι προφανές ότι το ελληνικό κράτος, δεν θα μπορούσε ποτέ να εκδώσει στην διάρκεια μιας διετίας, 10 Προεδρικά Διατάγματα, όσα και τα βουνά που έχουν μέχρι σήμερα ενταχθεί στο θεσμό, όταν δεν έχει καταφέρει, εδώ και μια 20ετία, να κάνει το ίδιο εδώ με τις περιοχές Natura. Το γεγονός αυτό όμως δεν επιβεβαιώνει όσους εξαρχής είχαν χαρακτηριστεί την εξαγγελία του τότε υφυπ. Περιβάλλοντος Γ.Αμυρα, ως επιφανειακής, πρόχειρης και δίχως προετοιμασία;
Εδώ και καιρό η αγορά των αιολικών επιχειρεί να καταλάβει ακριβώς το σκεπτικό και τις πραγματικές στοχεύσεις αυτής της οριζόντιας απαγόρευσης.
Η αλήθεια είναι ότι δύο χρόνια μετά την θέσπιση του μέτρου, ουδείς έχει καταλάβει. Ούτε, πόσο... απάτητα είναι πράγματι τα «απάτητα βουνά».
Στην πράξη η κυβέρνηση επιχείρησε μέσω μιας ρύθμισης που δεν έτυχε της κατάλληλης επεξεργασίας να ικανοποιήσει, χωρίς επιτυχία, ένα διπλό ακροατήριο: Και τις τοπικές κοινωνίες που αντιδρούν στις ανεμογεννήτριες, αλλά και τους επιχειρηματίες των αιολικών πάρκων, κλείνοντας τους το μάτι ότι υπάρχουν και εξαιρέσεις. Το παράδειγμα του όρους Μαίναλου, όπου όταν δημοσιοποιήθηκαν οι τελικοί χάρτες προέκυψε ότι εξαιρείται όλη η περιοχή με τις άδειες που έχει πάρει η EDF, προκαλώντας πληθώρα αντιδράσεων, είναι το πλέον χαρακτηριστικό αυτής της αμφισημίας.
Δύο χρόνια μετά τις αρχικές εξαγγελίες Αμυρά, η πρωτοβουλία που στόχο έχει τη προστασία της βιοποικιλότητας χαρακτηρίζεται ως αποσπασματική και προβληματική από όλες τις πλευρές, αφού διέπεται από προχειρότητα.
Κανείς δεν έχει ακριβώς αντιληφθεί για ποιο λόγο δέκα βουνά, τα Λευκά Όρη και το Όρος Δείκτη στην Κρήτη, ο Σμόλικας, η Τύρφη, ο Ταΰγετος, το όρος Χατζή, τα Άγραφα και το Μαίναλο, έχουν αποκλειστεί με το «καλημέρα» από κάθε πράσινη επενδυτική δραστηριότητα, ακόμη και αν αυτή είναι φιλοπεριβαλλοντική.
Για να είμαστε δίκαιοι σε αρκετά βουνά και σημεία, πράγματι, δεν είναι δυνατό να αναπτυχθεί ένα αιολικό πάρκο με 30, 40 και 50 ανεμογεννήτριες. Αλλά πιθανόν να μπορεί να γίνει με 10. Ή να μπορεί να αναπτυχθεί εκεί ένα φωτοβολταϊκό. Ή να δεχθεί η περιοχή ένα άλλο έργο ΑΠΕ με αυστηρούς πάντα περιβαλλοντικούς όρους. Εντούτοις η ρύθμιση απαγορεύει εκ των προτέρων την υποβολή αίτησης και μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Δεν επιτρέπει ούτε καν να αξιολογηθεί αν μια επένδυση μπορεί να γίνει ή όχι και με ποιους όρους, ρίχνοντας νερό στο μύλο των αντιδράσεων από τις οργανωμένες μειοψηφίες και κάποιους δήθεν «οικολογίζοντες» οι οποίοι ενοχλούνται από την θέα της ανεμογεννήτριας στο απέναντι βουνό, όχι όμως από τα φουγάρα των θερμικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.