Θα διατηρήσει η Ελλάδα το δικό της δρόμο, ως φαίνεται, σε σχέση με το μηχανισμό ανάκτησης των υπερκερδών των παραγωγών ενέργειας, μετά και τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Άλλωστε, μέρος αυτών είναι στη βάση όσων ισχύουν από τον Ιούλιο με το νέο μηχανισμό που έχει ήδη αποδώσει πάνω από 1,5 δισεκ. ευρώ στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Βέβαια υπάρχει διαφοροποίηση ως προς τα ύψη αποζημιώσεων, ωστόσο με βάση όσα σημείωσε χθες η επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον, μιλώντας στα ΜΜΕ, μετά την ομιλία της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Ελλάδα θα διατηρήσει τις δικές της τιμές στον μηχανισμό ανάκτησης των υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών στη χονδρεμπορική αγορά. Αυτό βέβαια εφόσον τελικά περάσει από τις θεσμικές διαδικασίες της ΕΕ η πρόταση της Κομισιόν για ενιαίο πλαφόν 180 ευρώ/MWh στις τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής πλην φυσικού αερίου. Κάτι βέβαια που επηρεάζει μεταξύ άλλων και τη ΔΕΗ ειδικά στο όριο αποζημίωσης των λιγνιτών που είναι πιο μεγάλο.
Όπως διευκρίνισε η Κάντρι Σίμσον τόσο ο ελληνικός μηχανισμός, όπως και κάθε εθνικός μηχανισμός που έχει πλαφόν χαμηλότερο από αυτό που εισηγούνται οι Βρυξέλλες θα συνεχίσει. Επίσης αναφέρθηκε ότι εάν μια χώρα εισάγει ηλεκτρισμό από άλλη, τα υπερέσοδα θα πρέπει να αποδίδονται στη χώρα όπου παρήχθη η ηλεκτρική ενέργεια, κάτι βέβαια που προϋποθέτει νέες διακρατικές συμφωνίες.
"Οι σημερινές προτάσεις της Ευρωπαϊκές Επιτροπής, όπως ανακοινώθηκαν από την Πρόεδρό της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κινούνται στο πλαίσιο που εδώ και καιρό έχει σχεδιάσει και υλοποιεί η ελληνική κυβέρνηση στον κρίσιμο τομέα της ενέργειας", αναφέρει το ΥΠΕΝ σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε, έπειτα από την ομιλία της επικεφαλής της Κομισιόν στο Ευρωκοινοβούλιο.
"Ο μηχανισμός ανάκτησης υπερεσόδων που πρότεινε η Πρόεδρος της Επιτροπής εφαρμόζεται ήδη από την Ελλάδα, καθώς η χώρα μας έδρασε άμεσα και χωρίς καθυστέρηση, ενώ ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει αναφερθεί με κάθε ευκαιρία στην ανάγκη καθιέρωσης περισσότερο αντιπροσωπευτικού δείκτη για την αγορά φυσικού αερίου, την ανάγκη διαφύλαξης των όρων ανταγωνισμού και τη γρήγορη αλλαγή του ενεργειακού μείγματος με έμφαση στις ΑΠΕ. Όλα τα παραπάνω γίνονται τώρα επίσημες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης".
Μάλιστα ο Υπουργός Περιβάλλοντος κι Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, έκανε λόγο για “μια σημαντική μέρα για την Ενωμένη Ευρώπη, η οποία αναλαμβάνει κοινές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η υιοθέτηση του ελληνικού μηχανισμού ανάκτησης των υπερεσόδων από τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί έμπρακτη επιβεβαίωση της ορθότητας του μηχανισμού που εφαρμόζουμε στην Ελλάδα. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει επίσης καταθέσει συγκεκριμένη δέσμη προτάσεων προς την Κομισιόν από τον Μάρτιο. Η Ελλάδα στηρίζει τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θεωρεί ότι αυτές είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για την αντιμετώπιση της μεγάλης ενεργειακής κρίσης" ανέφερε ο κ. Σκρέκας.
Το σημείο αιχμής
Κομβικό σημείο πάντως των προτάσεων είναι το πώς θα εφαρμοστεί η “ταρίφα” υποχρεωτικής εξοικονόμησης ενέργειας που ανέρχεται στο 10% της κατανάλωσης και κατά 5% στις ώρες αιχμής
Με βάση πληροφορίες αναμένεται να μπει σε εθελοντική βάση η συνεισφορά των νοικοκυριών λόγω των τεχνικών δυσκολιών με την απουσία “έξυπνων” μετρητών αλλά σε υποχρεωτική βάση σε σχέση με τη βιομηχανία μέσω ενός μηχανισμού «απόκρισης της ζήτησης». υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος.
Η βιομηχανία
Η βιομηχανία, πάντως, με βάση στελέχη του κλάδου με πλήρη γνώση των εξελίξεων, είναι έτοιμη και θα στηρίξει την εθνική προσπάθεια για τον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας. Βέβαια τονίζεται ότι μια “επιχείρηση εξοικονόμησης ενέργειας” στην βαριά βιομηχανία (αλουμίνιο, τσιμέντο, καλώδια, χάλυβας κτλ) έχει πολλαπλές μεταβλητές, που πρέπει να ληφθούν υπόψη ώστε να μη γίνει ανεπανόρθωτη ζημιά σε έναν κλάδο, που όλα αυτά τα χρόνια πέρασε “δια πυρός και σιδήρου”, κατάφερε να αναδειχθεί διεθνώς και να “κλειδώσει” μια άκρως ανταγωνιστική παρουσία απέναντι σε μεγάλους “παίκτες”, εισφέροντας τα μέγιστα στην ποιοτική απασχόληση και βέβαια συνολικά στην οικονομία.
Όπως, δε, αναφέρεται συγκεκριμένα, πολλά έχουν ήδη γίνει στην κατεύθυνση της εξοικονόμησης ηλεκτρικής ενέργειας αλλά περαιτέρω:
- Η βιομηχανία προτίθεται να συμμετάσχει σε μηχανισμό βραχυπρόθεσμης (ωρών-ημερών) «διακοψιμότητας» στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, κατά το πρότυπο της Υπηρεσίας Διακοπτόμενου Φορτίου που παρείχε έως πρόσφατα.
Σε σχέση, δε, με το φυσικό αέριο:
- Για τη μείωση της κατανάλωσης θα μπορούσε να λειτουργήσει σε εθελοντική βάση αντίστοιχος μηχανισμός βραχυπρόθεσμης ή και πιο παρατεταμένης διακοπής ή μείωσης της κατανάλωσης, εφόσον όμως τα τεχνικά χαρακτηριστικά συγκεκριμένων παραγωγικών διεργασιών αλλά και οι συνθήκες ζήτησης (ή/και άλλοι παράγοντες) μπορεί να επιτρέπουν τέτοια συνδρομή από ορισμένες βιομηχανικές μονάδες.
Παράλληλα, επισημαίνεται, ότι πέρα από τι κινήσεις οι δυνατότητες μείωσης της κατανάλωσης ΦΑ είναι πολύ περιορισμένες, ιδίως σε σημαντικούς κλάδους έντασης ενέργειας, με εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες σε καθοριστικές αλυσίδες αξίας, τόσο για την Ελληνική όσο και για την Ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία.
Με βάση στελέχη της αγοράς, σε μια συγκυρία που η κρίση φέρνει τα “πάνω κάτω” στη διεθνή οικονομία, είναι κρίσιμη, η διατήρηση της ανθεκτικότητας και ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας σε εθνικό & ευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά:
- Δεδομένης της τρέχουσας πρωτοφανούς, πολυπαραγοντικής κρίσης τυχόν μείωση ή παύση της παραγωγικής δραστηριότητας των μεγάλων επιχειρήσεων, εγκυμονεί μια σειρά από κινδύνους, τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο επίπεδο. Ειδικότερα, όπως έχει επισημανθεί «η χρήση του ΦΑ δεν μπορεί να μειωθεί βραχυπρόθεσμα χωρίς να διαταραχθεί η λειτουργία της βιομηχανίας», αφού σε ορισμένους κλάδους, «η αναγκαστική μείωση της παραγωγής θα έχει ως συνέπεια σειρά αρνητικών επιπτώσεων, την ίδια στιγμή, που η βιομηχανία με σημαντικές επενδύσεις επιχειρεί, ήδη, να αξιοποιήσει τις διαθέσιμες τεχνολογίες για την εξοικονόμησης ενέργειας».
Κίνδυνος για απώλεια θέσεων εργασίας
Σημειώνεται, δε, ότι οι επιπτώσεις θα είναι ορατές σε πολλαπλά επίπεδα: με την πιθανή απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας, εξέλιξη που εάν συμβεί θα θέσει σε κίνδυνο την προσπάθεια ανάκαμψης της χώρας. Επιπλέον, η αδυναμία λειτουργίας, κρίσιμων για την παραγωγική βάση της χώρας βιομηχανιών, μπορεί να οδηγήσει, άμεσα, σε ελλείψεις α’ υλών και προϊόντων που είναι απολύτως αναγκαία για τη διατήρηση της ασφάλειας εφοδιασμού και τη μη διατάραξη κρίσιμων, για την καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων, αλυσίδων αξίας. Δεν είναι αμελητέο άλλωστε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο η αναστολή λειτουργίας ευρωπαϊκών εργοστασίων έχει, υποκατασταθεί από παραγωγικές μονάδες που εγκαθίσταται σε τρίτες χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι εισαγωγές από τρίτες χώρες, με κατά κανόνα αυξημένο ανθρακικό αποτύπωμα και ως εκ τούτου αρνητικές επιπτώσεις στην προσπάθεια αναχαίτισης της κλιματικής κρίσης.
Υπενθυμίζεται ότι ήδη από τις 26/7 η Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ έχει εκφράσει τον έντονο προβληματισμό της στο αρχικό ευρωπαϊκό σχέδιο για την εξοικονόμηση φυσικού αερίου.
Το μερίδιο της βιομηχανίας στην κατανάλωση
Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι το αποτύπωμα της βιομηχανίας στη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου είναι χαμηλή κι άρα όσο και να “επιβραδύνει” ρυθμούς το αποτέλεσμα δε θα αλλάξει ριζικά τα δεδομένα, ενώ πάντα θα ελλοχεύει, όπως ήδη επισημάνθηκε, μεγάλο ρίσκο. Συγκεκριμένα, η βιομηχανία συμμετέχει σε ποσοστό κάτω του 15% στην κατανάλωση φυσικού αερίου ενώ η ηλεκτροπαραγωγή και τα νοικοκυριά καλύπτουν αντίστοιχα ποσοστό 70% και 15% της κατανάλωσης φυσικού αερίου σε επίπεδο χώρας, επομένως το όποιο όφελος από τη μείωση της βιομηχανικής δραστηριότητας θα είναι ανεπαίσθητο. Αντίθετα, ο περιορισμός της παραγωγής θα έχει αρνητικές συνέπειες στην απασχόληση, στις εξαγωγές και εν γένει στην εθνική οικονομία.
Μέτρα
Τούτων δοθέντων, με βάση την αγορά, είναι άκρως σημαντική η προώθηση μιας συνολικής στρατηγικής που θα περιλαμβάνει και μια εθνική καμπάνια ενημέρωσης του καταναλωτικού κοινού για την εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και δράσεις προώθησης “αναχωμάτων”, όπως την ενίσχυση της αυτοπαραγωγής, την άρση των προβλημάτων στις υποδομές για την επέκταση του θεσμού του net metering που ταλανίζει πολλές βιομηχανίες αλλά και την στήριξη της κυκλικής οικονομίας και των εναλλακτικών καυσίμων.
Σημειώνεται ότι εδώ και καιρό πολλές είναι οι βιομηχανίες που προβεί (προ ενεργειακής κρίσης) στις αναγκαίες πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας. Κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν εντείνει την προσπάθεια αντικατάστασης όπου ήταν εφικτό της χρήσης ΦΑ με άλλα ορυκτά ή εναλλακτικά καύσιμα. Υπάρχουν παραδείγματα (και στην Ελλάδα) βιομηχανιών που εξαντλώντας κάθε περιθώριο υποκατάστασης καυσίμου (φυσικού αερίου με εναλλακτικά καύσιμα) έχουν αγγίξει επίπεδα μείωσης που φτάνουν και το 80% στην κατανάλωση ενέργειας.