Το θέμα ενεργοποίησης των τοπικών κοινοτήτων και της αυτοδιοίκησης στη μάχη απέναντι στην κλιματική κρίση και στις επιπτώσεις της έθεσε ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, κατά τη συνεδρίαση του Δικτύου για ένα Υγιές Περιβάλλον των Βουλευτών του Συμβουλίου της Ευρώπης που πραγματοποιήθηκε στη Σμύρνη την Παρασκευή, 23.09.2022.
Στάθηκε ιδιαίτερα στο ρόλο των Δήμων στη διαμόρφωση κλιματικών πολιτικών, όχι μόνο σε επίπεδο σχεδιασμού και υλοποίησης παρεμβάσεων, αλλά και σε ό,τι αφορά στην εφαρμογή καινοτόμων λύσεων. «Οι τοπικές κοινωνίες είναι το βασικό επίπεδο στο οποίο υλοποιούμε πολιτικές. Όμως, συχνά η αλληλεπίδραση μεταξύ κεντρικών και τοπικών πολιτικών και σχεδίων είναι απλά τυπική και περιορίζεται σε απλές παραινέσεις και γενικόλογες διακηρύξεις. Αυτό που απαιτείται είναι ένα σχέδιο που να προκύπτει από διαβούλευση και από την εμπλοκή οικονομικών παραγωγών και αυτοδιοίκησης που να δημιουργεί υποχρεώσεις που σαφώς θα θεσπίζονται σε κεντρικό επίπεδο. Σε τοπικό επίπεδο απαιτείται οικονομική υποστήριξη των νέων λειτουργιών των Δήμων και στελέχωσή τους για αυτές τις νέες δράσεις».
«Από τη μία λοιπόν η κεντρική διοίκηση πρέπει να έχει την επάρκεια και τη συνέχεια να δημιουργεί σχεδιασμό και ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο και να παρακολουθεί και να επιλύει όλα τα ρυθμιστικά και κανονιστικά ζητήματα. Και από την άλλη πρέπει επίσης να εξελίξουμε νέα εργαλεία και λύσεις για την κλιματική κρίση που θα είναι φιλικές με το περιβάλλον και με τη φύση, όπως για παράδειγμα οι λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions), για τις οποίες η πολιτεία θα πρέπει να εξασφαλίσει την προτεραιότητα και την επιλεξιμότητα σε χρηματοδοτικά εργαλεία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Κατόπιν επικεντρώθηκε σε παραδείγματα πολιτικών που καθυστερούν ή αναιρούνται λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης και συνέχειας. «Στην Ελλάδα από το 2016 υπάρχει η υποχρέωση των Περιφερειών να εκπονήσουν Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής, ώστε όλες οι νέες επενδύσεις και παρεμβάσεις, είτε από ευρωπαϊκούς είτε από εθνικούς πόρους, να προτεραιοποιούνται ανάλογα με τη συμβολή τους στην κλιματική ανθεκτικότητα. Έως την άνοιξη του 2022, μόλις μία Περιφέρεια είχε ολοκληρώσει το σχέδιο προσαρμογής. Επίσης, «μαθαίνοντας» από μία κρίση στη Θεσσαλονίκη όπου, μετά από μία μεγάλη βλάβη στον κεντρικό αγωγό το 2018, η πόλη έμεινε χωρίς νερό για μέρες, ζητήσαμε από τις μεγάλες πόλεις της χώρας να εκπονήσουν Σχέδια Ασφάλειας Νερού, προβλέποντας και σχετική χρηματοδότηση, για να μην ξαναζήσουμε τα ίδια. Σήμερα, και αυτή η πρωτοβουλία δεν έχει προχωρήσει όσο θα έπρεπε και με κεντρική αλλά και με τοπική πολιτική ευθύνη. Όμως, για να αντιμετωπίσουμε το θέμα της κλιματικής κρίσης στις υπηρεσίες ύδρευσης αποχέτευσης θα πρέπει να έχουμε μόνιμο προσανατολισμό των ΟΤΑ και ΔΕΥΑ σε σχέδια ασφάλειας νερού, σε μείωση των απωλειών νερού που φτάνουν το 40%, σε ενεργειακό εκσυγχρονισμό των δικτύων/αντλιοστασίων για την εξοικονόμηση ενέργειας και στην προώθηση της αυτοπαραγωγής/αυτοκατανάλωσης με ψηφιακό συμψηφισμό στις δημοτικές εγκαταστάσεις ξεκινώντας από την ύδρευση/αποχέτευση που έχει μεγάλης ισχύος μονάδες», σημείωσε.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο Σ.Φάμελλος στάθηκε ιδιαίτερα στο θέμα της ενεργειακής κρίσης και της μετάβασης των Δήμων σε ένα καθαρότερο μέλλον με μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ. «Ο θεσμός των ενεργειακών κοινοτήτων, με συμμετοχή της αυτοδιοίκησης αλλά και των ίδιων των πολιτών και των τοπικών επιχειρήσεων στην ανάπτυξη έργων ΑΠΕ, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στην Ευρώπη. Πρόκειται για ένα καλό παράδειγμα που επιτρέπει τον πλουραλισμό στην ενεργειακή παραγωγή, τη συμφωνία στις χωροθετήσεις και που εγγυάται την πρόσβαση σε καθαρή και προσιτή ενέργεια. Στην Ελλάδα εισαγάγαμε αυτήν τη μεταρρύθμιση το 2018, αλλά δεν είναι σήμερα προτεραιότητα στον πολιτικό σχεδιασμό. Πρόκειται για μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία, η οποία εντείνει τις αντιθέσεις των τοπικών κοινωνιών απέναντι στην πράσινη μετάβαση που είναι απαραίτητη. Οι πολίτες βλέπουν τεράστια έργα να χωροθετούνται στις περιοχές τους, υπέρογκους λογαριασμούς ρεύματος και συμμετέχουν μόνο στα βάρη και όχι στις ωφέλειες. Οι δήμοι πρέπει και μπορούν να συμβάλλουν στον παραγωγικό πλουραλισμό των ΑΠΕ και στην παροχή φτηνής καθαρής ενέργειας σε τοπικές επιχειρήσεις και πολίτες. Και εφόσον μιλάμε για ενέργεια και νερό στην περίοδο της κλιματικής κρίσης είναι υποχρεωτικό να ανακτηθεί ή να μην παραχωρηθεί ο δημόσιος/δημοτικός χαρακτήρας των δικτύων. Αυτή η αλλαγή της επαναδημοτικοποίησης και της επανακρατικοποίησης είναι πανευρωπαϊκή για να εξασφαλίσουμε την πρόσβαση στα αγαθά του νερού και της ενέργειας», υπογράμμισε.