Κόντρα στο ευρωπαϊκό ρεύμα φαίνεται να κινείται ο κλάδος αποθήκευσης ενέργειας στην ενέργεια, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της ισχύος που θα εγκατασταθεί τα επόμενα χρόνια προδιαγράφεται ότι θα προέρχεται από (ακριβές ακόμα) μπαταρίες, ενώ στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η πλάστιγγα γέρνει προς τις μονάδες αντλησιοταμίευσης που προσφέρουν αποθήκευση μεγάλης κλίμακας και διάρκειας.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από μελέτη της Deloitte και της Ελληνικής Ένωσης Ενεργειακής Οικονομίας (ΗΑΕΕ) για τις τάσεις αποθήκευσης ενέργειας σε Ελλάδα και Ευρώπη. Τα άκρως ενδιαφέροντα συμπεράσματά της έρχονται στον απόηχο του πρώτου -επιτυχημένου- διαγωνισμού για κατακύρωση λειτουργικής και επενδυτικής ενίσχυσης σε μονάδες standalone μπαταριών ισχύος 400 MW , κι ενώ το θέμα τόσο του «πόση αποθήκευση χρειαζόμαστε» και «μείγμα αποθήκευσης μονάδων χρειαζόμαστε» (που αφορά στην κατανομή της δυναμικότητας αποθήκευσης μεταξύ μπαταριών και μονάδων αντλησιοταμίευσης) έχει τεθεί, στο κάδρο της αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει μηδενικό δυναμικό αποθήκευσης. Οι πέντε μεγαλύτερες αγορές της Ευρώπης (από πλευράς εγκατεστημένης ισχύος μονάδων αποθήκευσης) είναι η Γερμανία (7,5 GW), η Ιταλία (7,4 GW), η Ισπανία (5,8 GW), η Αυστρία (5 GW) και η Γαλλία. Σύμφωνα με το υπό επικαιροποίηση ΕΣΕΚ, έως το τέλος της δεκαετίας η χώρα μας θα έχει εγκατεστημένη ισχύ από μονάδες αποθήκευσης 5,3 GW, εκ των οποίων τα 3,1 GW θα αφορούν σε μπαταρίες και τα 2,2 σε αντλησιοταμίευση. Σύμφωνα με την μελέτη, για το 2050 προβλέπεται σχεδόν πενταπλασιασμός των μονάδων αποθήκευσης σε σχέση με το 2030 (εγκατεστημένη ισχύς 24,8 GW από 5,3 GW το 2030), με όλη την επιπλέον δυναμικότητα (22,6 MW) να προέρχεται αποκλειστικά από μπαταρίες.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης σχολιάζεται «ότι είναι προφανές ότι το βάρος στην Ελλάδα πέφτει έντονα στα συστήματα μπαταρίας…Είναι ενδεικτικό ότι το 2022 και το 2023 δεν εκδόθηκε καμία άδεια για συστήματα αντλησιοταμίευσης, ενώ και το ΕΣΕΚ προδιαγράφει -όπως προαναφέρθηκε- πολύ μεγάλη αύξηση των συστημάτων μπαταριών μεταξύ των δυο ετών-ορόσημο (2030 και 2050), ενώ η ισχύς των αντλησιοταμιευτικών συστημάτων παραμένει στάσιμη στα 2,2 GW κατά την περίοδο αυτή. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με πληροφορίες το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας εξετάζει διάφορα σενάρια για να κινητροδοτήσει την εγκατάσταση μπαταριών -ιδίως σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά έργα-, από την αύξηση του εγκεκριμένου από την Κομισιόν σχήματος στήριξης στα εν λόγω υβριδικά projects (στα 1000 ΜW από 200 MW που είναι σήμερα), έως την αλλαγή της Υπουργικής Απόφασης για την σειρά προτεραιότητας των έργων που παίρνουν οριστικούς όρους σύνδεσης στο δίκτυο του ΑΔΜΗΕ (ώστε οι σταθμοί με μπαταρίες να ανέβουν ψηλότερα στη λίστα) και άλλα μέτρα που βρίσκονται υπό συζήτηση.
Να σημειωθεί ότι η ΕΛΕΤΑΕΝ, ο φορέας που εκπροσωπεί τους παραγωγούς αιολικών πάρκων, στο υπόμνημά της για την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ ζητά «ανάπτυξη της αποθήκευσης με βέλτιστο διαχρονικά μείγμα μπαταριών και αντλησιοταμιευτικών που θα διαμορφωθεί με κριτήρια την εξέλιξη του κόστους των τεχνολογιών, τις ανάγκες του συστήματος και την εγχώρια οικονομική ανάπτυξη».
Στις χώρες της ΕΕ αυτή τη στιγμή σε λειτουργία βρίσκονται μονάδες αποθήκευσης συνολικής ισχύος 52 GW, με την συντριπτική πλειονότητα (πάνω από 85%) να αφορά σε μονάδες αντλησιοταμίευσης. Επιπροσθέτως, σε ώριμη φάση βρίσκονται 37 GW νέων έργων έως το 2050: Ο λόγος για projects που έχουν ανακοινωθεί, αδειοδοτηθεί, βρίσκονται υπό κατασκευή είτε σε φάση συμμετοχής σε ανταγωνιστικές διαδικασίες για την κατοχύρωση της τιμής αποζημίωσης: Από τα έργα αυτά το 30 GW αφορά σε μονάδες αντλησιοταμίευσης ενώ το 6 GW σε μπαταρίες.
Στην Ελλάδα, εμβληματικό project για την αποθήκευση με αντλησιοταμίευση είναι η μονάδα της Αμφιλοχίας (ισχύος 680 ΜW) που έχει ξεκινήσει να κατασκευάζεται από την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, με ορίζοντα υλοποίησης το 2025/2026. Σύμφωνα με την εταιρεία, «τα στρατηγικά οφέλη της αντλησιοταμίευσης, στην Αμφιλοχία, στο Αμάρι της Κρήτης, στη Βέροια και την Πελοπόννησο όπου ο Όμιλός έχει εξασφαλίσει άδειες για εγκατεστημένη ισχύ συνολικά 1,5 GW, για τη χώρα μας γενικότερα, είναι υψηλής αξίας. Η εν λόγω τεχνολογία αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, παρέχοντας παρέχει στο διασυνδεδεμένο δίκτυο την απαιτούμενη ευελιξία και σταθερότητα για ασφαλή και αποδοτική μεταφορά και διανομή του ηλεκτρικού ρεύματος. Παράλληλα, συμβάλλει στη σταθεροποίηση των τιμών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και στην ταχεία ανταπόκριση στις μεταβολές της ζήτησης»