Μενού Ροή
Deutsche Bank: Ισχυρό το επενδυτικό story των ΑΠΕ μακροπρόθεσμα παρά τις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις - Τα top picks

Ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδιαίτερα των ηλιακών φωτοβολταϊκών και της αιολικής ενέργειας, σημειώνει σημαντική ανάπτυξη, τονίζει η Deutsche Bank. Οι παγκόσμιες ετήσιες προσθήκες δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αυξήθηκαν σχεδόν κατά 50% και κοντά στα 510 GW το 2023, που ήταν ο ταχύτερος ρυθμός ανάπτυξης των δυο τελευταίων δεκαετιών, κυρίως λόγω της Κίνας.

Η IEA προβλέπει ότι η αιολική ενέργεια και τα ηλιακά φωτοβολταϊκά θα γίνουν οι κορυφαίες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2025 και το 2026, αντίστοιχα.  Αν και οι προκλήσεις για τις ΑΠΕ είναι σημαντικές, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν θετικές λόγω της τεχνολογικής προόδου, του μειωμένου κόστους και της ισχυρής κρατικής υποστήριξης, όπως τονίζει ενώ συμβουλεύει τους επενδυτές να αγοράσουν μετοχές εταιρειών του κλάδου αλλά να είναι επιλεκτικοί στις τοποθετήσεις τους.

Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει σε νέα ανάλυση της η Deutsche Bank, η οικονομική και επομένως επενδυτική απόδοση των εταιρειών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επηρεάζεται και έχει επηρεαστεί από ένα ευρύ φάσμα παραγόντων, τόσο μακροοικονομικών (π.χ. προσδοκίες για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια) όσο και παραγόντων που σχετίζονται με τον συγκεκριμένο τομέα (υπερβολική προσφορά και παγκόσμιος ανταγωνισμός).

ape

Το πρώτο θέμα σχετίζεται με το τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον και τη σχετική επίδραση στις εταιρείες καθαρής ενέργειας λόγω των χαρακτηριστικών του ισολογισμού τους. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί να είναι εντάσεως κεφαλαίου. Οι εταιρείες καθαρής ενέργειας τείνουν επίσης να είναι λιγότερο εδραιωμένες από τις παραδοσιακές αντίστοιχες εταιρείες του κλάδου της ενέργειας, πράγμα που σημαίνει ότι το κόστος κεφαλαίου τους είναι συνήθως υψηλότερο και η πρόσβαση σε κεφάλαια μπορεί να μην είναι τόσο εύκολη, ειδικά στο πλαίσιο της αύξησης των επιτοκίων. Το σχετικά υψηλό επίπεδο μόχλευσης σημαίνει ότι μπορούν να επηρεαστούν πιο έντονα από τις μακροοικονομικές προσδοκίες, ιδίως όσον αφορά τα μελλοντικά επίπεδα επιτοκίων.

Οι οικονομικές επιδόσεις κορυφαίων εταιρειών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συγκεντρώνονται σε διάφορους δείκτες καθαρής ενέργειας, όπως ο Παγκόσμιος Δείκτης Καθαρής Ενέργειας S&P ή ο Παγκόσμιος Δείκτης Εναλλακτικής Ενέργειας MSCI. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου 12μήνου, οι δείκτες αυτοί παρουσίασαν χαμηλότερες επιδόσεις στην ευρύτερη αγορά, υποχωρώντας κατά 20% και 25,3% αντίστοιχα, ενώ ο παγκόσμιος δείκτης MSCI κατέγραψε θετική απόδοση 22%.

Αντίθετα, οι δείκτες του παραδοσιακού ενεργειακού τομέα (π.χ. ο STOXX Europe 600 Oil & Gas και ο iShares U.S. Oil & Gas Exploration & Production), παρουσίασαν θετικές αποδόσεις, καταγράφοντας κέρδη 10,5% και 3,6%, αντίστοιχα. Σε διάστημα τριών ή και πέντε ετών, οι δείκτες ΑΠΕ έχουν επίσης γενικά χαμηλότερες επιδόσεις σε σχέση με τους ευρύτερους δείκτες της αγοράς, αντανακλώντας τις συνεχιζόμενες διαρθρωτικές και οικονομικές προκλήσεις του κλάδου.

Όπως επισημαίνει η Deutsche Bank, οι εταιρείες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θεωρήθηκαν αρχικά ως αναπτυσσόμενες μετοχές με υψηλές δυνατότητες, αλλά πρόσφατα δυσκολεύτηκαν καθώς αντιμετώπισαν χαμηλότερα λειτουργικά περιθώρια σε σύγκριση με άλλους τομείς ανάπτυξης και τις παραδοσιακές βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Εκτός από τους Δείκτες MSCI Electrical Equipment and Multi-Utilities, όλοι οι άλλοι κλάδοι διαπραγματεύονται με δείκτη τιμής προς κέρδη P/E κάτω από τον μέσο όρο δεκαετίας.. Ειδικότερα, το discount για τους S&P Global Clean Energy και MSCI Renewable Electricity Producers είναι στο 12% και το 25%, αντίστοιχα.

ape1

Παρά τις τρέχουσες αποτιμήσεις ωστόσο, τα κέρδη αναμένεται να αυξηθούν το 2024 για όλους τους προαναφερθέντες δείκτες εκτός από τους MSCI Oil, Gas & and Consumable Fuels και S&P Global Clean Energy, εκτιμά η Deutsche Bank. Για τον τελευταίο, τα κέρδη αναμένεται να μειωθούν ελαφρά φέτος, πριν αυξηθούν ξανά το 2025 και μετά. Αντίθετα, οι αναλυτές της γερμανικής τράπεζας αναμένουν ότι τα κέρδη των εταιρειών κοινής ωφέλειας θα αυξηθούν σε διψήφια επίπεδα, σε συνδυασμό με τη βελτίωση των περιθωρίων EBIT.

Αρκετοί παράγοντες είναι πιθανό να συνεχίσουν να έχουν ισχυρό αντίκτυπο στην απόδοση και την επέκταση των εταιρειών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τονίζει η Deutsche Bank. Αυτοί περιλαμβάνουν τεχνολογικές ελλείψεις και ελλείψεις υποδομών (π.χ. γύρω από τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και την ολοκλήρωση της μεταβλητής παραγωγής), το μακροοικονομικό περιβάλλον (π.χ. ο αντίκτυπος του πληθωρισμού και τα υψηλά επιτόκια στη χρηματοδότηση έργων και τη βιωσιμότητα) και τη δομή της αγοράς (διάφοροι φορείς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ο καθένας με μοναδικές τεχνολογικές, ρυθμιστικές και άλλες προκλήσεις).

Τα top picks

Ωστόσο, παρά τις προκλήσεις αυτές, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παραμένουν θετικές, όπως επισημαίνει η γερμανική τράπεζα. Ο τομέας είναι έτοιμος για σημαντική ανάπτυξη, οδηγούμενος από τις τεχνολογικές εξελίξεις, τη μείωση του κόστους και την ισχυρή κρατική υποστήριξη. Για παράδειγμα, το 96% της νέας εγκατεστημένης ισχύος αιολικής και ηλιακής φωτοβολταϊκής ενέργειας το 2023 είχε χαμηλότερο κόστος παραγωγής από τις νέες μονάδες άνθρακα και φυσικού αερίου, υπογραμμίζοντας την οικονομική βιωσιμότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Επίσης, μακροπρόθεσμα, η Deutsche Bank πιστεύει ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα επωφεληθούν από την αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ όπου η έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί τροφοδοσία των κέντρων δεδομένων.

Βραχυπρόθεσμα, οι επιδόσεις των εταιρειών καθαρής ενέργειας θα συνδέονται στενά με τις μακροοικονομικές συνθήκες, ιδιαίτερα τα επιτόκια και τον πληθωρισμό, και τη δυναμική του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Εταιρείες με ισχυρούς ισολογισμούς, συνεπή εκτέλεση και ορατή ανάπτυξη είναι πιο πιθανό να έχουν καλύτερη απόδοση.

Οι εταιρείες κατασκευής έργων ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας με σταθερές προοπτικές κερδών και ισχυρούς δεσμούς με τους πελάτες θα είναι σε καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις της αγοράς, υποστηρίζει η D.B. Συνεπώς, οι επενδυτές πρέπει να είναι αισιόδοξοι αλλά με προσοχή, παρακολουθώντας στενά τις προσδοκίες της αγοράς και τις διακρίσεις σε επιμέρους κλάδους.

Ενώ ο κλάδος των ΑΠΕ αντιμετωπίζει βραχυπρόθεσμες αβεβαιότητες, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν ισχυρές, τροφοδοτούμενες από τη θετική αύξηση της παραγωγικής ικανότητας και τη συνεχιζόμενη κρατική στήριξη, καταλήγει η Deutsche Bank η οποία και διατηρεί στα top picks από την Ευρώπη τις Orsted, ΟΧ2, Engie, E.ON, RWE, SSE, Veolia, Elia, National Grid, Italgas και Snam. 

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας