του Αλέξανδρου Μπαρότσι
Αν δει κανείς μεμονωμένα τα μεγάλα ενεργειακά έργα που «τρέχουν» αυτή την περίοδο στην Ελλάδα, βλέπει μόνο το δέντρο. Αν τα δει συνδυαστικά με την εφοδιαστική αλυσίδα, δηλαδή τα λιμάνια, τα κέντρα logistics και τις μεγάλες οδικές αρτηρίες, τότε βλέπει όλο το δάσος.
Δηλαδή, την εικόνα που είδαν παίκτες, όπως οι Mytilineos με την Blue Grid, η Motor Oil και η ΔΕΠΑ, οι πρώτοι που αποφάσισαν να ξεκινήσουν τη μεταφορά LNG με βυτιοφόρα σε πελάτες εντός Ελλάδας, όσο κυρίως σε Βαλκάνια και ΝΑ Ευρώπη. Δεν θα έμπαιναν όλοι οι παραπάνω σε αυτό το νέο χώρο, εφόσον δεν έβλεπαν νέες προοπτικές κερδοφορίας μέσω του νέου τερματικού σταθμού της Ρεβυθούσας, ικανού προς το παρόν να εξυπηρετεί 16 βυτιοφόρα την ημέρα ή 500 δρομολόγια το μήνα.
Γιατί όμως να επιλέξει μια βιομηχανία τη χερσαία μεταφορά LNG; Λόγω γεωγραφικής θέσης, είναι η απάντηση. Διότι πολύ απλά βρίσκεται μακριά από κάποιο δίκτυο αγωγών και με τον τρόπο αυτό έχει τη δυνατότητα να δει το φυσικό αέριο στην πόρτα της. Τρεις συγκεκριμένα είναι οι κατηγορίες που εξυπηρετεί η νέα αυτή αγορά:
- Τους μεγάλους τελικούς καταναλωτές, δηλαδή τις βιομηχανίες, οι οποίες βρίσκονται σε απομακρυμένα σημεία, μακριά από συστήματα αγωγών. Πλήθος τέτοιων πόλεων και περιοχών υπάρχει σήμερα στα Βαλκάνια και την ΝΑ Ευρώπη,
- Τις οδικές μεταφορές με βαρέα οχήματα. Σήμερα στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι υπάρχουν γύρω στα 650 πρατήρια LNG για την τροφοδοσία οχημάτων. Τα προωθεί η ΕΕ προκειμένου να πρασινίσουν οι οδικές μεταφορές. Από την Ουγγαρία και πάνω, τα οχήματα βαρέως τύπου που «καίνε» LNG υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 30.000.
- Την ναυτιλία. Η τροφοδοσία πλοίων που κινούνται με LNG γίνεται είτε με βυτιοφόρα, είτε με ειδικά πλοιάρια. Σήμερα πάνω από το 70% των υπό ναυπήγηση πλοίων μπορεί να πάρει και LNG. Κανονικά τα πλοία αυτά «καίνε» μαζούτ ή ντίζελ.
Αν και συμπληρωματική των αγωγών, εντούτοις η νέα αγορά των πρατηρίων LNG και της μεταφοράς υγροποιημένου αερίου οδικώς, δεν είναι ασήμαντη. Δεδομένου ότι η μέγιστη δυναμικότητα του νέου τερματικού σταθμού είναι 16 βυτιοφόρα την ημέρα, κάθε ένα εκ των οποίων αντιστοιχεί σε 280 MWh, μιλάμε για 4.480 MWh την ημέρα ή 31.360 MWh την εβδομάδα. Δυναμικότητα που σε μηνιαία βάση αντιστοιχεί σε 125.440 MWh το μήνα. Άρα θα μπορούν να εξαχθούν στα Βαλκάνια και τη ΝΑ Ευρώπη περί τις 1,5 TWh το χρόνο στα Βαλκάνια (150 εκατ κυβικά το χρόνο), μια διόλου ευκαταφρόνητη ποσότητα, με αποδέκτες μεγάλους τελικούς καταναλωτές.
Small scale LNG
Τέτοιος είναι και ο πελάτης στον οποίο θα στείλει το φορτίο που έφερε στην Ρεβυθούσα η Mytilineos, αξιοποιώντας την εφοδιαστική αλυσίδα της εταιρείας Blue Grid, μέλος της ισπανικής Molgas Energy Holding, του μεγαλύτερου ευρωπαϊκού ομίλου στην προμήθεια small scale LNG, με μερίδιο 10% στη αγορά πρατηρίων υγροποιημένου αέριου. Η εταιρεία ξεκινά εντός του έτους να τροφοδοτεί τις πρώτες ελληνικές βιομηχανίες με LNG, δηλαδή την Κολιός στο Κιλκίς και την Elpack στη Φθιώτιδα. Επιπλέον, πρόκειται να θέσει σε λειτουργία και τα πρώτα δύο πρατήρια LNG για την τροφοδοσία βαρέων οχημάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ανοίγοντας τον δρόμο για το «πρασίνισμα» των εμπορευματικών μεταφορών με ένα καθαρότερο και πιο ανταγωνιστικό καύσιμο σε σχέση με αντίστοιχα πετρελαιοειδή. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Όμιλος Molgas ελέγχει σήμερα περίπου το 10% της πανευρωπαϊκής αγοράς πρατηρίων LNG.
Στην πραγματικότητα, το small scale LNG έρχεται να προσθέσει έναν ακόμη κρίκο στο συνεχώς μεγεθυνόμενο ελληνικό ενεργειακό οικοσύστημα. Το κάποτε ασήμαντο ελληνικό ενεργειακό οικοσύστημα αποκτά όγκο. Εκτός από LNG terminals (Αλεξανδρούπολη), αγωγοί φυσικού αερίου (ελληνοβουλγαρικός), μονάδες ηλεκτρισμού, ικανές να χρησιμοποιούν και άλλα καύσιμα εκτός του αερίου, όπως το υδρογόνο, πάνω του «κουμπώνουν» πλέον και πρατήρια υγροποιημένου αερίου μαζί με έναν ειδικό στόλο βυτιοφόρων. 'Eχοντας αποκτήσει μια άλλη αντίληψη για το ρόλο της απ' ότι πριν μερικά χρόνια, η ελληνική ενεργειακή αγορά ωριμάζει.
Κάποτε η Ελλάδα εισήγαγε μόνο LNG, όμως σήμερα μετεξελίσσεται σε ένα υπολογίσιμο εξαγωγέα. Το 2021 εξήγαγε 700 εκατ. κυβικά μέτρα LNG, ενώ πέρυσι η ποσότητα αυτή εκτινάχθηκε στα 2,5 δισ. και φέτος πιθανώς να κάνει νέο ρεκόρ.