του Αλέξανδρου Μπαρότσι
Στην καρδιά της ενεργειακής κρίσης, η Ελλάδα έβαλε στόχο να μετεξελιχθεί σε κόμβο φυσικού αερίου στην ΝΑ Ευρώπη. Το «ελληνικό» LNG κάλυψε ένα πολύ μεγάλο μέρος των αναγκών της Βουλγαρίας, ενώ ταυτόχρονα μπήκαν οι βάσεις για μια πλειάδα από συνολικά πέντε FSRU, προκειμένου να τροφοδοτήσουν τη διετία 2024 - 2025 τις γειτονικές αγορές.
Στην πορεία όμως τα δεδομένα άλλαξαν. Τα δεξαμενόπλοια LNG έγιναν ακριβά και δυσεύρετα, οι τιμές του αερίου μειώθηκαν, το χρηματοδοτικό κόστος αυξήθηκε, άρα οι αποδόσεις έπεσαν κάτω από τις αρχικές προσδοκίες. Όσο για το δίκτυο απαιτεί επενδύσεις που προς ώρας δεν υπάρχουν, προκειμένου να διακινηθούν όλες αυτές οι νέες ποσότητες.
Πρώτη φαίνεται να κάνει πίσω για την επένδυση «Διώρυγα Gas» στην Κόρινθο, η Motor Oil. Δεύτερο στην σειρά πολλοί βλέπουν τη περίπτωση του Βόλου, όπου ουδείς έχει ακόμη καταλάβει εάν θα προχωρήσει το «Αργώ», για το οποίο οι αντιδράσεις σε τοπικό επίπεδο παραμένουν ισχυρές. Ποιες επενδύσεις απομένουν; Αυτή στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης της Elpedison (Thessaloniki FSRU) και τα δύο έργα της Gastrade στην Αλεξανδρούπολη, με το πρώτο να ετοιμάζεται να κόψει το νήμα στα τέλη του 2023 με αρχές του 2024.
Το ζήτημα ωστόσο είναι ευρύτερο. Χρειάζονται πράγματι τα Βαλκάνια 5 ελληνικά FSRU, συνολικού κόστους 2 δισ. ευρώ; Μήπως όλες αυτές οι δαπάνες για τερματικά είναι άσκοπες; Δηλαδή πολλά λεφτά για το τίποτα; Τέτοιες σκέψεις ίσως να ταλανίζουν και τον αναπληρωτή CEO της Motor Oil Πέτρο Τζανετάκη, όταν είπε προ ημερών στους αναλυτές ότι η τελική επενδυτική απόφαση για τη «Διώρυγα Gas» βρίσκεται σε διαδικασία διεξοδικότερης εξέτασης.
Το πρόβλημα αφορά όλη την Ευρώπη όχι μόνο την Ελλάδα. Σε μια φάση πλήρους ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών, επενδύει δισεκατομμύρια σε έργα όταν αυτά ενδέχεται να περάσουν σε αχρηστία μετά από επτά, οκτώ ή δέκα χρόνια, όταν η πράσινη μετάβαση θα βρίσκεται στο ζενίθ. Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι μετά το 2024, η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα μειωθεί λόγω των κλιματικών πολιτικών και το 2030, πάνω από 60% της δυναμικότητας των τερματικών σταθμών LNG θα είναι άχρηστο.
Το μεγάλο κόστος και ο κίνδυνος αχρηστίας
Και η αύξηση του κόστους που επικαλέστηκε ο κ. Τζανετάκης; Δίκιο έχει. Τα έτοιμα FSRU παγκοσμίως είναι λίγα και δυσεύρετα. Και για την αντικατάσταση των 167 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ρωσικού φυσικού αερίου που κατανάλωνε πριν τον πόλεμο η Ευρώπη, έχει υπολογιστεί ότι απαιτούνται περίπου 1.800 φορτία πλοίων. Δηλαδή πέντε την ημέρα. Σύμφωνα με το γερμανικό Ινστιτούτο Ναυτιλιακής Οικονομίας στη Βρέμη, ένα τέτοιο εγχείρημα θα απαιτούσε περίπου 160 νέα δεξαμενόπλοια για τις μεταφορές. Με κόστος που ανέρχεται στα 220 εκατ. δολάρια για το καθένα, δηλαδή μία επένδυση ύψους 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Γιατί κάποιος να επενδύσει τόσα χρήματα όταν μετά από δέκα χρόνια τα πλοία και οι υποδομές μπορεί να ψάχνουν για πελάτες;
Το θέμα αναδεικνύει σε χθεσινό του άρθρο του ο Γκερντ Χέλερ ανταποκριτής στην Ελλάδα της Handelsblatt. Αν υλοποιηθούν και τα πέντε σχεδιαζόμενα FSRU, όπως γράφει, τότε η Ελλάδα θα έχει ετήσια δυναμικότητα διαχείρισης LNG ύψους 25 bcm. Δηλαδή περίπου τετραπλάσια της σημερινής ζήτησης. Και εξηγεί πως «πολλοί ειδικοί προειδοποιούν για πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα - όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, περισσότερο από το 50% της δυναμικότητας εισαγωγής LNG της Ευρώπης θα μπορούσε να είναι ήδη περιττό έως το 2030».
Με τι δίκτυα;
Εννοείται ότι οι ποσότητες αυτές αφορούν τα διψασμένα για LNG Βαλκάνια, αφού η κατανάλωση αερίου στην Ελλάδα δεν ξεπερνά παραδοσιακά τα 9 bcm και μάλιστα μειώθηκε πέρυσι κατά 19%. Αντίστοιχες όμως προσπάθειες μείωσης καταβάλλονται και στα Βαλκάνια, τουλάχιστον στις χώρες-μέλη της ΕΕ.
Ένα είναι βέβαιο. Όπως ακριβώς συνέβη παλαιότερα με τα αιολικά, τα φωτοβολταϊκά, πρόσφατα με τα συστήματα αποθήκευσης, έτσι και τώρα με τα FSRU’s, τα επενδυτικά σχέδια είναι πολλαπλάσια των αναγκών, των στόχων και φυσικά των ικανοτήτων του δικτύου. Το πρόβλημα αναγνώρισε και η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli, μιλώντας προ ημερών στην «Ναυτεμπορική» μιλώντας για την ανάγκη επιπλέον επενδύσεων στο δίκτυο.
«Προκειμένου να μπορούμε να εγγυηθούμε πρόσθετες ροές, αν οι εισαγωγείς και οι παραγωγοί LNG θέλουν να προσεγγίσουν τις αγορές των Βαλκανίων και να φτάσουμε βορειότερα, έως την Ουκρανία και την Ουγγαρία, πρέπει να ενισχύσουμε περαιτέρω το δίκτυό μας. Είναι σημαντικό να μας πουν καθαρά οι συμμετέχοντες στην αγορά τι ακριβώς θέλουν, πόση δυναμικότητα θέλουν να δεσμεύσουν, ώστε να σχεδιάσουμε τις απαραίτητες υποδομές κατά τρόπο που οι ανάγκες των ενδιαφερόμενων μερών να καλύπτονται με το μικρότερο δυνατό κόστος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ουδείς έχει ορατότητα
Ένα είναι σίγουρο. Ούτε ο ΔΕΣΦΑ, ούτε το ΥΠΕΝ, ούτε οι επενδυτές, ουδείς έχει αυτή τη στιγμή ορατότητα για το πόσα ακριβώς FSRU χρειάζονται και πόσα θα κατασκευαστούν τελικά, προκειμένου ανάλογα να επεκταθούν και τα δίκτυα.
Όπως ακριβώς συμβαίνει με την «πράσινη» ενέργεια, όπου αποδεικνύεται ότι ξεκινήσαμε το σχεδιασμό ανάποδα, δηλαδή από τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, και όχι σε δίκτυα και μπαταρίες, προκειμένου να ξέρουμε εκ των προτέρων πόση ενέργεια μπορούμε να αντέξουμε, το ίδιο λάθος πάει να γίνει σήμερα και με το φυσικό αέριο.