Τα θέματα της οικονομίας και μικροοικονομίας απέσπασαν το μεγαλύτερο χρόνο στη συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη στο «Mega». Η συνέντευξη, εν τούτοις, ξεκίνησε από την εκλογή του Σωκράτη Φάμελλου στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία και τις εξελίξεις στο χώρο της αντιπολίτευσης.
Αφού ευχήθηκε «καλή επιτυχία» στον νεοεκλεγέντα πρόεδρο, ο υπουργός εστίασε στο θεσμικό, όπως είπε, γεγονός, ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια αξιωματική αντιπολίτευση». Και, ένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να χάνει τη θέση αυτή είναι κάτι που «δεν έχει ιστορικό προηγούμενο», συνολικά ίσως στην ελληνική πολιτική ιστορία, στη Μεταπολίτευση σίγουρα, παρατήρησε. Και αφού θύμισε πόσα κόμματα έχουν προκύψει από τη μήτρα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, συμπέρανε ότι «το πολιτικό σκηνικό αναδιατάσσεται, το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι συσπειρώνει δυνάμεις που δεν είχε». Εκτίμηση δε, του Μ. Βορίδη είναι ότι αυτό που βλέπουμε δημοσκοπικά, «σε μεγάλο βαθμό θα διατηρηθεί», με άλλα λόγια δεν βλέπει ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ.
Στη συνέχεια η συζήτηση περιστράφηκε στα θέματα της οικονομικής καθημερινότητας, με εισαγωγική παρατήρηση ότι το κόστος ζωής των πολιτών είναι κάτι που «μας απασχολεί πολύ». Όμως, ο υπουργός Επικρατείας παρέθεσε στο σημείο αυτό διάφορα κυβερνητικά επιτεύγματα: «Έχουμε έναν από τους καλύτερους στην Ευρώπη ρυθμούς ανάπτυξης, πολύ σημαντική προσέλκυση επενδύσεων, το μεγαλύτερο ρυθμό αποκλιμάκωσης δημόσιου χρέους, επίσης αύξηση μισθών» (κατώτατος και μέσος μισθός, τριετίες). Παρά ταύτα, συνέχισε, «ένα σημαντικό μέρος των αυξήσεων αυτών ροκανίζεται». Και μολονότι καταγράφεται κάμψη του ρυθμού πληθωρισμού, εν τούτοις ο κόσμος κοιτάζει το σωρευτικό πληθωρισμό, δηλαδή σωρευτικά φέτος, πέρυσι κ.ο.κ.
Ωστόσο, «ο προϋπολογισμός πήγε εξαιρετικά καλά φέτος, έπιασε τους στόχους του», σημείωσε ο υπουργός Επικρατείας, ο οποίος στο σημείο αυτό ανέπτυξε τι εν τέλει φέρνει ο μηδενισμός των ελλειμμάτων: «Μηδενίζουμε τα ελλείμματα, αυτό επιτρέπει να δανειζόμαστε φθηνότερα, άρα δεν πληρώνουμε τόσους τόκους, προσελκύουμε επενδύσεις, δημιουργούνται θέσεις εργασίας, η ανεργία πέφτει από το 18% στο 9,5%. Άρα ένας κόσμος βρήκε δουλειά, βρήκε εισόδημα», συμπέρανε.
Απαντώντας δε, στην κριτική για την αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 3,4 δισ., εξήγησε ότι αυτά «εν μέρει τα δίνουμε σε μειώσεις φόρων, αυξήσεις συντάξεων, αυξήσεις μισθών δημοσίων υπαλλήλων, στην αυτοτελή φορολόγηση των εφημεριών των γιατρών, σε μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών κ.α.». Συν τοις άλλοις, «από τα 3,4 δισ. 1,3 δισ. είναι Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αυτά είναι έργα, ο ΒΟΑΚ, το Πάτρα - Πύργος κ.α.», ενώ ένα άλλο κομμάτι είναι αποπληρωμή δημοσίου χρέους.
Εν συνεχεία, τη συνέντευξη απασχόλησε η πρόταση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ για μείωση του ΦΠΑ κατά 2%. «Κοστίζει 3 δισ., το λέει το Γενικό Λογιστήριο, δεν επιδέχεται αμφισβητήσεως», αντέτεινε ο υπουργός Επικρατείας και παρέθεσε τρία επιχειρήματα γιατί δεν πρέπει να μειωθεί ο ΦΠΑ.
Πρώτον, «τα 3 δισ. είναι 1,5 ΕΝΦΙΑ, δεν είναι λίγο».
Δεύτερον, «δεν είναι μόνο το θέμα πού θα τα βρεις. Με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε όριο στην αύξηση των δαπανών ανεξαρτήτως της υπεραπόδοσης των εσόδων», υπενθύμισε και διερωτήθηκε: «Τι να κάνουμε να γυρίσουμε σε καθεστώς εποπτείας;». Αντιθέτως, συμπλήρωσε, «αυτό που έχει νόημα για την Ελλάδα, είναι να κεφαλοποιήσει πάνω στο γεγονός ότι έχει κυβερνητική σταθερότητα, καλά δημόσια οικονομικά και επομένως μπορεί να επιταχύνει την οικονομία της».
Και, τρίτον, «αμφιβάλλω πάρα πολύ κατά πόσο αυτό περνάει στον κόσμο», υποστήριξε και έφερε ένα παράδειγμα: Μείωση του ΦΠΑ κατά 2% σε ένα προϊόν, όπως η φέτα, θα επιφέρει μία μείωση 15 λεπτών. «Θα το μειώσει το σούπερ μάρκετ ή θα το βάλει στην τσέπη; Θα το καταλάβει ο καταναλωτής;», είναι τα ερωτήματα που έθεσε, με το πρόσθετο επιχείρημα ότι «όπου δοκιμάσθηκε, π.χ. στην Ισπανία, δεν πέτυχε». Συμπέρασμα: «3 δισ. λιγότερα έσοδα για το κράτος, τα οποία δεν είναι 3 δισ. στην τσέπη των νοικοκυριών, αλλά στην τσέπη των επιχειρήσεων».
Παρενθετικώς έγινε συζήτηση και για την περίοδο Ανδρέα Παπανδρέου και δη την οικονομική πολιτική του πρώην πρωθυπουργού, με τον υπουργό να αναφέρει, «ζήσαμε όλοι μαζί τις συνέπειες».
Επόμενο θέμα, οι τιμές στο ηλεκτρικό ρεύμα: «Αν υπάρξουν αυξήσεις, έχουμε πει ότι θα υπάρξει παρέμβαση» (σσ της κυβέρνησης). «Περιμένουμε να δούμε τι θα κάνουν οι εταιρείες, ξέρουν ότι κάτι θα κάνουμε», προσέθεσε, ενώ είπε πως είναι συζητήσιμα τα κριτήρια, αν χρειασθεί παρέμβαση. Τέλος, ο Μ. Βορίδης δήλωσε ότι έχει κλείσει η ψαλίδα μεταξύ πλούσιων και φτωχών, «η Ελλάδα έχει πολύ σημαντική βελτίωση». Αυτό, διευκρίνισε, «δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν φτωχοί άνθρωποι, υπάρχουν λιγότεροι φτωχοί άνθρωποι σε σχέση με τους πλούσιους. Κι εδώ η κυβέρνηση έχει αποτέλεσμα».
Η συνέντευξη έκλεισε με αμιγώς πολιτικά θέματα, και πρώτα τη διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά: «Δεν είναι ευχάριστο να διαγράφεις, και ειδικά πρώην πρωθυπουργό και ένα στέλεχος του διαμετρήματος του Αντώνη Σαμαρά. Από την άλλη μεριά, θεωρώ ότι εξηγήθηκε, σε μεγάλο βαθμό έγιναν κατανοητοί οι λόγοι και η αναγκαιότητα της διαγραφής -και με αυτήν την έννοια, δεν πιστεύω πως θα έχει συνέπειες, κόστος», επιχειρηματολόγησε και κατέθεσε την πεποίθησή του πως δεν θα υπάρξει μετατόπιση ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας σε κόμματα δεξιότερα αυτής.
Για τον/την επόμενο/η Πρόεδρο της Δημοκρατίας, υπενθύμισε εν πρώτοις ότι «από το Σύνταγμα δίδεται μια κατεύθυνση, ώστε ο Πρόεδρος να είναι κατά το δυνατόν ένα πρόσωπο το οποίο να συγκεντρώνει ευρύτερη αποδοχή». Και, επί της αρχής παρατήρησε ότι «τέτοια πρόσωπα δεν υπάρχουν μόνο στο χώρο της Κεντροαριστεράς, υπάρχουν και στο χώρο της Κεντροδεξιάς. Το σημαντικό είναι να δούμε ένα πρόσωπο που έχει τέτοια χαρακτηριστικά», επεσήμανε. Εν κατακλείδι, «η διεργασία θα γίνει στην ώρα της, όπως το έχει περιγράψει ο πρωθυπουργός».