Ο υπουργός Οικονομικών, κος Χρήστος Σταϊκούρας, μίλησε στον Ρ/Σ Παραπολιτικά 90.1 Fm στην εκπομπή “Secret” με τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζένο.
Μεταξύ άλλων, δήλωσε πως «Η Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες επιβεβαίωσε ότι ανακάμπτει ισχυρά, προχωράει με αυτοπεποίθηση και ενισχύει το κύρος και την αξιοπιστία στην Ευρώπη. Η συστηματική, σκληρή προσπάθεια όλων μας των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, της κυβέρνησης αποδίδει καρπούς και επικροτείται από τους εταίρους, αυτό ήταν το συμπέρασμα των συζητήσεων τόσο στο Eurogroup όσο και στο Ecofin. Άρα πράγματι με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία η χώρα ανακάμπτει ισχυρά, ουσιαστικά καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών του 2020 και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για υψηλή και βιώσιμη ανάπτυξη από το 2022 και μετά».
Και συμπλήρωσε πως «Όπως έγραψε και το κείμενο συμπερασμάτων ως απόληξη της 12ης αξιολόγησης της χώρας η Ελλάδα το πρώτο τρίμηνο του ‘22 θα προχωρήσει στην ολική αποπληρωμή του δανείου από το ΔΝΤ και ταυτόχρονα θα προπληρώσει τις οφειλές που έχει με διμερή δάνεια με κράτη μέλη της ευρωζώνης από το πρώτο μνημόνιο για την περίοδο 2022-2023. Αυτές τις ενέργειες τις κάνουμε για να βελτιώσουμε ακόμα περισσότερο τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, είναι στοιχεία που ενισχύουν την αξιοπιστία της χώρας όπως επιβεβαίωσαν δημόσια οι ίδιοι οι οργανισμοί τις προηγούμενες ημέρες».
Επιπροσθέτως ανέφερε ότι «Όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να υλοποιεί μεταρρυθμίσεις, να ασκεί μια υπεύθυνη οικονομική πολιτική, να επιτυγχάνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να επιτυγχάνει και τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας, δηλαδή να ενισχύει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, τότε δεν θα υπάρχει κανένα πρόβλημα. Αυτό το πράττουμε και θα το πράττουμε και στο μέλλον. Στο σκέλος που αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης η συζήτηση δεν θα είναι εύκολη, δεν υπάρχει ταύτιση απόψεων στην Ευρώπη όμως υπάρχει μια σύγκληση ότι θα πρέπει να υπάρξουν αξιολογήσεις και βελτιώσεις στο υφιστάμενο καθεστώς. Άλλες χώρες συζητούνε μεγαλύτερες μεταβολές, άλλες χώρες συζητούνε μικρότερες μεταβολές. Η θέση της Ελλάδος είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει δημοσιονομική σταθερότητα, αυτό είναι προϋπόθεση για ανάπτυξη, θα πρέπει να υπάρχει δημοσιονομική ισορροπία αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να υπάρχει δημοσιονομική ευελιξία που να λαμβάνει υπόψη τον κύκλο της οικονομίας, επενδύσεις που έχουν να κάνουν τις προτεραιότητες της Ευρώπης όπως είναι η πράσινη μετάβαση και η ψηφιοποίηση να εξαιρούνται από τον υπολογισμό των δαπανών για το πρωτογενές πλεόνασμα –αποτέλεσμα, να υπάρχει ιδιαίτερη πρόνοια για τις δαπάνες που γίνονται για την ενίσχυση της άμυνας της χώρας και συνεπώς της Ευρώπης, και να λάβουμε υπόψη τις εμπειρίες που έχουμε αποκτήσει από τον τρόπο που λειτουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης με την ιδιοκτησία της κάθε χώρας και τη λογοδοσία στα ευρωπαϊκά όργανα έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία. Αυτές είναι οι βασικές προτεραιότητες που έχει ήδη καταθέσει η ελληνική κυβέρνηση στα διάφορα Φόρα. Είμαι ρεαλιστικά αισιόδοξος ότι στο τέλος του ’22, γιατί η συζήτηση θα πάρει περίπου ένα έτος, θα έχουμε καταλήξει προφανώς σε ένα συμβιβασμό που θα είναι επ’ ωφελεία της χώρας».
Αναφορικά με τον πληθωρισμό ο κ. Σταϊκούρας τόνισε ότι «Η μεγάλη εικόνα για την πορεία της οικονομίας είναι αισιόδοξη, είναι ικανοποιητική. Δεν είναι μόνο οι ρυθμοί ανάπτυξης, είναι η μείωση της ανεργίας, είναι η βελτίωση του οικονομικού κλίματος, είναι το γεγονός ότι οι τζίροι των επιχειρήσεων το ‘21 έχουν φτάσει στο επίπεδο του τζίρου του ’19, είναι η συνεχιζόμενη αύξηση των καταθέσεων, είναι η βελτίωση της βιομηχανικής παραγωγής άρα το σύνολο των δεικτών είναι ικανοποιητικό. Όμως η τρέχουσα συγκυρία δημιουργεί επιπλέον ανασφάλειες εξαιτίας δίδυμων κρίσεων... Είπατε ότι η ανάκαμψη των οικονομικών συνοδεύεται με μια αύξηση του πληθωρισμού αυτό είναι αληθές όμως εδώ έχουμε μια πολύ μεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισμού παγκοσμίως που θα κρατήσει περισσότερο από τις αρχικές εκτιμήσεις όμως εξακολουθούμε να πιστεύουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο ότι θα είναι παροδική. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να συνεχίσει να υλοποιεί πολιτικές που θα βελτιώνουν κατά μόνιμο τρόπο το διαθέσιμο εισόδημα του πολίτη για να καλύπτει πρόσκαιρες αναταράξεις, που μπορεί να είναι πιο ισχυρές το Δεκέμβριο. Άρα μόνιμες πολιτικές , αυτές είναι να συνεχίσουμε να διατηρούμε χαμηλούς φόρους και να μειώνουμε όσο μπορούμε φόρους. Δεύτερον να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό και ξέρετε ότι θα προχωρήσουμε σε μια δεύτερη πρωτοβουλία το 2022 αφού συζητήσουμε με τους αρμόδιους φορείς. Και τρίτον, να λαμβάνουμε πρόσκαιρες πολιτικές για όσο κρατά αυτή η έντονη κρίση. Σε αυτή την κατεύθυνση σας απαντάω ότι ναι εάν αυτή η κρίση ...που κατά πάσα πιθανότητα στο ενεργειακό πεδίο θα πάει μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του ’22, η κυβέρνηση θα παραμείνει κοντά στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ενδεικτικά θα σας πω ότι αύριο, σύμφωνα με αυτά που είχαμε δεσμευτεί, θα καταβληθεί το επίδομα θέρμανσης σε πολλές χιλιαδες νοικοκυριά, συνεχίζεται το σκέλος της επιδότησης της ενέργειας κυρίως από πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει το υπουργείο Ενέργειας, θα καταβληθεί διπλάσιο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα σε λίγες ημέρες και ήδη καταθέτουμε χθες και σήμερα τις διατάξεις για τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους υγειονομικούς και τα ΑΜΕΑ».
Σχετικά με το θέμα των μεταβιβάσεων ακινήτων ο υπουργός κατέστησε σαφές ότι «Παρακολουθούμε τις εξελίξεις και ακολουθούμε τη δυναμική διαφόρων κρίσεων ή της πραγματικότητας της ίδιας όπως διαμορφώνεται στο πεδίο της οικονομίας. Πράγματι στο συγκεκριμένο πεδίο φαίνεται να υφίσταται ένα πρόβλημα και το οικονομικό επιτελείο εξετάζει σοβαρά και τις επόμενες ημέρες θα νομοθετήσει μια ρεαλιστική παράταση. Η βούληση αυτή τη στιγμή είναι να προχωρήσουμε σε μια παράταση μέσω νομοθέτησης».
Εν συνεχεία, ερωτηθείς αν δίνει η ανάπτυξη τη δυνατότητα να διευρύνουν τις φοροελαφρύνσεις, ο ίδιος απάντησε πως «Οι επιχειρήσεις το 2022 θα έχουν ακόμα χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές στο 22%. Θυμίζω ότι φέτος ήταν στο 24 και το παραλάβαμε στο 29%. Διάβαζα μια έρευνα του ΣΕΒ ότι οι επιχειρήσεις πλέον θεωρούν ότι οι φορολογικοί συντελεστές δεν είναι εμπόδιο για την επιχειρηματικότητα. Δηλαδή οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές ήταν πρόβλημα κατά 83,8% το ’17, 77% το ’18 και τώρα είναι 45% γιατί μειώσαμε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Η βούλησή μας είναι να συνεχίσουμε να το κάνουμε όχι μόνο για επιχειρήσεις αλλά και για τα νοικοκυριά».
Στη συνέχεια και αναφορικά με το πρωτογενές έλλειμμα ο κ. Σταϊκούρας υποστήριξε πως «Φέτος η χώρα εξαιτίας των δημοσιονομικών πολικών που ορθώς ακολουθήσαμε για να στηρίξουμε στις απανωτές κρίσεις νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε τίτλους αναφέρω 43,3 δις βάζοντας και το ’22 για την πανδημία, 500 εκατομμύρια για τις πυρκαγιές και 1,1 δις για την ενεργειακή κρίση με τις δαπάνες που κάναμε έχουμε ένα πρωτογενές έλλειμμα φέτος 7% . Αυτό σημαίνει ότι οι δαπάνες είναι περισσότερο από τα έσοδα κατά 13 δις, αντιλαμβάνεστε ότι η χώρα δεν μπορεί να ζει με πρωτογενή ελλείμματα αυτής της έκτασης γιατί θα πρέπει να δανείζεται για να καλύψει τη διαφορά. Του χρόνου συνεπώς με αυτή την πολιτική που ακολουθούμε και με τις συνεχιζόμενες μειώσεις φόρων και με την μονιμοποίηση κάποιων μειώσεων φόρων θα επιτύχουμε εξαιτίας της ανάπτυξης, χωρίς μέτρα λιτότητας , χωρίς να αντιστρέψουμε καμία ευνοϊκή πολιτική για την κυβέρνηση, θα πετύχουμε ένα πρωτογενές έλλειμμα περίπου 1 με 1,5% , αυτό εκτιμούμε και αυτό προβλέπουμε στον προϋπολογισμό. Άρα θα προσπαθήσουμε να εξαντλήσουμε όποιους βαθμούς ελευθερίας έχουμε αλλά μην ξεχνάμε ότι η χώρα θα πρέπει να ισορροπήσει και δημοσιονομικά γιατί έχουμε ευθύνη για το σήμερα και το αύριο της χώρας. Συμπέρασμα ναι, θα συνεχίζουμε να αξιοποιούμε τη δημοσιονομική ευελιξία αλλά με υπευθυνότητα».
Ερωτηθείς πότε υπολογίζει ότι δεν θα έχουμε ελλείμματα, απάντησε ότι «Το 2023 η χώρα εκτιμούμε ότι θα επιστρέψει σε ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα».
Αναφορικά με τον ΕΝΦΙΑ και αν θα καταργηθεί ο συμπληρωματικός φόρος, ο κ. Σταϊκούρας είπε πως «Ο πρόσθετος συμπληρωματικός φόρος θα ενσωματωθεί στον κύριο φόρο, δεν καταργείται. Ενσωματώνεται και συνεκτιμάται στον συνολικό πλούτο. Όσον αφορά τον ΕΝΦΙΑ η βούληση της κυβέρνησης είναι του χρόνου ο συνολικός ΕΝΦΙΑ να είναι ακόμα περισσότερο μειωμένος σε σχέση με τον ΕΝΦΙΑ που οι πολίτες πλήρωναν φέτος και πέρυσι. Θυμίζω ότι είχε μια μεσοσταθμική μείωση της τάξεως του 22%, για τα χαμηλότερα νοικοκυριά 30% από το 2019 και μετά. Άρα υπάρχει μια πρόβλεψη για μείωση του ΕΝΦΙΑ συνολικά κατά 60 εκ. το 2022. Η άσκηση η οποία γίνεται θέλουμε να μας οδηγήσει το πρώτο –δεύτερο μήνα του ’22 σε ακόμα μικρότερη επιβάρυνση των περισσότερων νοικοκυριών από τον φόρο ακίνητης περιουσίας σε σχέση με το 2021. Η άσκηση όμως δεν έχει τελειώσει, η ένταξη των νέων αντικειμενικών αξιών ή των περιοχών μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερα έσοδα αλλά σκοπός μας δεν είναι να έχουμε περισσότερα έσοδα είναι να κάνουμε πιο δίκαιο το σύστημα της φορολόγησης. Άρα είμαστε στη φάση στην οποία έχουμε ενσωματώσει τις αντικειμενικές αξίες και αλλάζουμε τους συντελεστές και τις κλίμακες έτσι ώστε να μην υπάρχει επιβάρυνση από την ενσωμάτωση των νέων περιοχών τουλάχιστον στην πλειοψηφία των νοικοκυριών γιατί σε κάποιες περιοχές της χώρας θα υπάρχει αύξηση και έπρεπε να υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια για να υπάρχει αντικειμενικό σύστημα και δίκαιο σύστημα φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας».
Τέλος, ερωτηθείς αν τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν για να καλύψουν τις ενδεχόμενες κρίσεις, απάντησε ότι «Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας είναι ασφαλή, είναι περίπου στα 39 δις. Το γεγονός όμως ότι έχει μια χώρα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα και μάλιστα τα έχει δημιουργήσει με εξαιρετικά ευνοϊκούς για τη χώρα όρους, χθες δανειστήκαμε έντοκα γραμμάτια διάρκειας ενός έτους με ιστορικά αρνητικό επιτόκιο -0,40 άρα έχουμε χτίσει με εξαιρετικά σοβαρούς και ρεαλιστικούς όρους ταμειακά διαθέσιμα αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τα ταμειακά διαθέσιμα χωρίς υπευθυνότητα διότι αυξάνει το έλλειμμα της χώρας, και αυξάνοντας το έλλειμμα αυξάνει το χρέος της χώρας. Η χώρα είναι σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας ακόμα, η χώρα έχει υψηλό χρέος αλλά με πολύ καλό προφίλ και βιώσιμο, και η χώρα δεν έχει επενδυτική βαθμίδα άρα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί γιατί μπορεί οι όποιες εξελίξεις στην Ευρώπη, οι όποιες κρίσεις, η όποια νομισματική πολιτική να αλλάξει τη φορά των επιτοκίων, να δυσκολέψει χώρες να δανειστούν με χαμηλό κόστος δανεισμού. Θα πρέπει η χώρα να είναι πάρα πολύ προσεκτική στις πολιτικές που υλοποιεί. Άρα ναι, έχουμε ταμειακά διαθέσιμα, θα βοηθάμε την κοινωνία όσο και όπου μπορούμε αλλά θα το κάνουμε με υπευθυνότητα».