Η γαλλική οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να μειωθεί κατά 0,2% το τέταρτο τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με τη γαλλική δημόσια στατιστική υπηρεσία, τονίζοντας ότι αυτό δεν θα οδηγήσει σε ύφεση.
Σε έκθεσή του που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη, το γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής και Οικονομικών Μελετών (INSEE) εξηγεί ότι η γαλλική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2022 (0,2%), κυρίως λόγω των εντάσεων στην αγορά που προκλήθηκαν από «τις υψηλές τιμές πολλών πρώτων υλών και τους φόβους για τον ενεργειακό εφοδιασμό».
«Οι επιχειρηματικές επενδύσεις ήταν ο μόνος σημαντικός παράγοντας που συνέβαλε στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης», χάρη ιδίως σε έναν μεγαλύτερο αριθμό αγορών οχημάτων. Αντιθέτως, οι εισαγωγές αγαθών και οι υψηλές δαπάνες των Γάλλων τουριστών στο εξωτερικό τροφοδότησαν την επιβράδυνση που παρατηρήθηκε από το INSEE.
Επιπλέον, η βιομηχανική παραγωγή υφίσταται «σημαντικούς περιορισμούς», κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας. Οι απεργίες στα διυλιστήρια έχουν επιβαρύνει, «με πιο συνεπή τρόπο» και με τα προβλήματα που σημειώνονται στο γαλλικό πυρηνικό πάρκο, την οικονομική δραστηριότητα των διυλιστηρίων.
Για το τέταρτο τρίμηνο του 2022, το INSEE αναμένει μια μικρή πτώση της τάξης του 0,2% που οφείλεται, ιδίως, στην επιβράδυνση της βιομηχανίας, των διυλιστηρίων, «των κλάδων που είναι εκτεθειμένοι στην άνοδο των τιμών της ενέργειας» και «των καταλυμάτων και της εστίασης, που βρίσκεται σε έντονη συρρίκνωση». Από την πλευρά των νοικοκυριών, η κατανάλωση αναμένεται να μειωθεί κατά 0,7%, κυρίως λόγω της «πολύ χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας». Υπάρχουν δύο λόγοι γι’ αυτό: αφενός οι προσπάθειες για περισσότερη λιτότητα και αφετέρου οι υψηλότερες από τον μέσο όρο θερμοκρασίες τον περασμένο Οκτώβριο.
Αυτό δεν έβαλε τη Γαλλία σε τροχιά ύφεσης, με το INSEE να αναμένει μια μικρή ανάκαμψη το 2023 (0,1% το πρώτο τρίμηνο και 0,3% το δεύτερο τρίμηνο). Ωστόσο, στο σύνολο του 2022, το γαλλικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,5%, ποσοστό 0,2 μονάδες χαμηλότερο από τις προβλέψεις της κυβέρνησης.
Τέλος, το Ινστιτούτο προβλέπει πληθωρισμό 6,6% για το τελευταίο τρίμηνο του έτους, πριν κορυφωθεί στο 7% στις αρχές του 2023. Η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών επηρεάζεται από τον πληθωρισμό των καταναλωτικών αγαθών, οι τιμές των οποίων αυξήθηκαν κατά 11,7% σε διάστημα ενός έτους (τον Νοέμβριο). Ωστόσο, ανακάμπτει μετά από δύο τρίμηνα πτώσης (α’ και β’ τρίμηνο 2022), με θετική εξέλιξη (+0,8% και +0,7%) της αγοραστικής δύναμης ανά καταναλωτική μονάδα.
Πηγή: euractiv.gr