Η Γερμανία και η Γαλλία δεν έχουν την πολυτέλεια του χρόνου και πρέπει να καθίσουν επιτέλους στο τραπέζι και να οικοδομήσουν μια φιλόδοξη βιομηχανική πολιτική της ΕΕ η οποία θα προστατεύει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας, δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας Μπρουνό Λεμέρ την Τρίτη, μία ημέρα πριν επισκεφθεί το Βερολίνο.
«Είναι καλύτερα να δουλέψουμε χέρι-χέρι μια πολύ πιο προληπτική καινοτόμο βιομηχανική στρατηγική» και να συμφωνήσουμε σε μια πολιτική σε επίπεδο ΕΕ που «προστατεύει καλύτερα τα βιομηχανικά μας συμφέροντα σε σχέση με την Κίνα και τις ΗΠΑ», δήλωσε ο Λεμέρ στο LCI την Τρίτη.
Μια πηγή κοντά στο θέμα δήλωσε στη Euractiv ότι στο επίκεντρο βρίσκεται η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας σε ολόκληρη την ήπειρο, η οποία περιλαμβάνει «διάφορους μοχλούς, συμπεριλαμβανομένου αυτού της επαγγελματικής κατάρτισης και της επανακατάρτισης».
Η πηγή πρόσθεσε ότι έχουν ήδη γίνει πολλά για τη στήριξη των εκκολαπτόμενων βιομηχανιών που συμβάλλουν στην επιτάχυνση της πράσινης και της ψηφιακής δίδυμης μετάβασης.
Αλλά «είναι αυτό αρκετό; Όχι»: «Είναι καιρός η Γαλλία και η Γερμανία να συμφωνήσουν σε μια κοινή βιομηχανική στρατηγική δεν υπάρχει ούτε μια μέρα για χάσιμο», δήλωσε ο Λεμέρ.
Η χαλάρωση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και στην αμερικανική Πράξη Μείωσης του Πληθωρισμού (IRA) ωφέλησε σε μεγάλο βαθμό τη Γερμανία, με τους κινδύνους να είναι υψηλότεροι από ποτέ ότι η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς της ΕΕ απειλείται.
Τα σχόλια του Le Maire έρχονται μία ημέρα πριν από την αναμενόμενη επίσκεψή του στο Βερολίνο, όπου θα συναντηθεί με τον Ρόμπερτ Χάμπεκ, αντικαγκελάριο αρμόδιο για την οικονομία και την πολιτική για το κλίμα, και τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, πριν από κοινή συνέντευξη Τύπου.
Η διμερής συνάντηση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της ΕΕ επισημοποιήθηκε με τη Συνθήκη του Άαχεν, η οποία υπεγράφη το 2019 από τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόνν και την τότε καγκελάριο της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ για την προώθηση των οικονομικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών, ιδίως στον τομέα της οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής.
Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι τεταμένες από τότε που ανέλαβε ο Σολτς – με την απόμακρη προσέγγιση του Σολτς στο Παρίσι να εγείρει φόβους για ένα γαλλογερμανικό «μεσοδιάστημα» και μια εποχή στασιμότητας.
Και οι δύο έχουν επίσης πραγματοποιήσει μια σειρά από συμβολικές γκάφες που δεν βοήθησαν την εικόνα τους: Τον Ιούνιο, οι γαλλικές διαμαρτυρίες κατά της αστυνομικής βίας ανάγκασαν τον Macron να ακυρώσει την πρώτη επίσημη επίσκεψη Γάλλου προέδρου στη Γερμανία εδώ και 23 χρόνια.
Ένα γαλλογερμανικό συμβούλιο υπουργών ακυρώθηκε επίσης την τελευταία στιγμή από το Μέγαρο των Ηλυσίων τον περασμένο Οκτώβριο, καθώς αποκαλύφθηκαν σημαντικές διαφωνίες σε βασικά ζητήματα όπως το καθεστώς της πυρηνικής ενέργειας, οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ και θέματα άμυνας.
Ωστόσο, και οι δύο πλευρές ήταν πρόθυμες να εξαλείψουν τις αμφιβολίες με δημόσιες εμφανίσεις που αποκαλύπτουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτής της σχέσης. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η επίσκεψη του Μακρόν στο Πότσνταμ, την ιδιωτική κατοικία του καγκελαρίου, τον Ιούνιο, η οποία χαρακτηρίστηκε ως ιδιαίτερη τιμή και μια σπάνια ιδιωτική συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών.
Το Βερολίνο λέει ότι η ΕΕ πρέπει να συνηθίσει την άνοδο του παγκόσμιου Νότου
Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, οι δύο χώρες έχουν ευθυγραμμιστεί όσον αφορά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά δεν μοιράζονται ακριβώς το ίδιο όραμα για μια γεωπολιτική Ευρώπη και την πίεση της Γαλλίας για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης.
Τον περασμένο Ιούνιο, ο Σολτς επικρίθηκε από τον ηγέτη της συντηρητικής αντιπολίτευσης Friedrich Merz επειδή δεν συντονίστηκε με τη Γαλλία και άλλους εταίρους της ΕΕ σχετικά με το περιεχόμενο της πρώτης στρατηγικής εθνικής ασφάλειας της Γερμανίας.
Την Τρίτη, ο Σολτς κάλεσε τους Ευρωπαίους να συνηθίσουν την αυξανόμενη δύναμη των χωρών του λεγόμενου παγκόσμιου Νότου.
Η σύνοδος της G20 στο Νέο Δελχί το περασμένο Σαββατοκύριακο υιοθέτησε ένα ψήφισμα που καταδικάζει «την απειλή ή τη χρήση βίας για την επιδίωξη εδαφικής απόκτησης», χωρίς ωστόσο να αναφέρεται ρητά στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Για τον Σολτς , το κοινό ψήφισμα προέκυψε από τη συνεργασία με χώρες από την Αφρική, την Ασίακαι τη Βόρεια και Λατινική Αμερική.
Ομοίως, η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ δήλωσε στη Frankfurter Allgemeine ότι χώρες όπως η Νότια Αφρική και η Βραζιλία συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο τις «μοιραίες συνέπειες» της σύγκρουσης, ενώ η Κίνα δεν απομονώνεται πλέον από τη Ρωσία.
Παρ’ όλα αυτά, ο Σολτς παρέμεινε επιφυλακτικός για τις μελλοντικές προκλήσεις της διεθνούς συνεργασίας.
Προέβλεψε ότι η Αμερική και οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να συνηθίσουν να δέχονται ένα ευρύ φάσμα απόψεων, προειδοποιώντας ότι ο κόσμος που έρχεται μπροστά «δεν αφορά τη Δύση ή οποιονδήποτε άλλον», αλλά «απλώς θα είναι πιο πολυπολικός».
Πηγή: euractiv.gr