Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης ζήτησαν τη Δευτέρα (11 Μαρτίου) να χαλαρώσει το «ρυθμιστικό βάρος» που αντιμετωπίζουν οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες, σύμφωνα με σχέδιο δήλωσης του Eurogroup που περιήλθε στην κατοχή του Euractiv, στο πλαίσιο μιας σειράς μέτρων για την εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU) της ΕΕ.
Το έγγραφο περιγράφει πολλαπλές «επιτακτικές και επείγουσες» μεταρρυθμίσεις που οι 20 υπουργοί του Eurogroup επιθυμούν να εφαρμοστούν με την έναρξη της θητείας της επόμενης Ευρωπαϊκής Επιτροπής ύστερα από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου.
«Καλούμε την Επιτροπή, μετά από ενδελεχή αξιολόγηση, να εξετάσει το ενδεχόμενο να προωθήσει πρόσθετα μέτρα για τη μείωση του ρυθμιστικού φόρτου στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής αγοράς της ΕΕ, ιδίως για τους μικρότερους συμμετέχοντες στην αγορά, ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ ως χρηματοπιστωτικού κόμβου», αναφέρεται στη δήλωση.
Μεταξύ άλλων μέτρων, το έγγραφο προτρέπει να καταργηθούν τα ρυθμιστικά «εμπόδια» για τις θεσμικές και λιανικές επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των συνταξιοδοτικών ταμείων.
Καλεί επίσης τις χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές της ΕΕ να μειώσουν το «κόστος συμμόρφωσης και τον ρυθμιστικό φόρτο» για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, συνιστώντας τη «άμβλυνση των εμποδίων» για την ενίσχυση της διαφοροποίησης των χρηματοοικονομικών κινδύνων σε όλα τα κράτη μέλη.
«Η μείωση του κατακερματισμού, του ρυθμιστικού φόρτου και του υψηλού κόστους συναλλαγών μπορεί να αυξήσει την ελκυστικότητα της ΕΕ ως χρηματοπιστωτικού κόμβου», σημειώνεται στο κείμενο.
Ειδικότερα, καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τους παράγοντες που ενδέχεται να «καθυστερούν» την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής αγοράς τιτλοποιήσεων, καλώντας την Κομισιόν να εξετάσει την κεφαλαιακή τους αντιμετώπιση, καθώς και τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας και υποβολής εκθέσεων που απορρέουν από τους τραπεζικούς και ασφαλιστικούς κανόνες.
Εκτός από τη μείωση του ρυθμιστικού φόρτου των εταιρειών, το σχέδιο εγγράφου ζητεί τον εξορθολογισμό των απαιτήσεων εισαγωγής σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και τη διεύρυνση της λεγόμενης «ενοποιημένου δελτίου», ενός συστήματος που συγκεντρώνει δεδομένα σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, σε διάφορα τμήματα της αγοράς.
Συνιστάται επίσης να ενισχυθεί ο ρόλος των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για την εποπτεία της εναρμόνισης και της επιβολής των κανόνων.
Αυτό θα περιλάμβανε την ενίσχυση της συγκέντρωσης και της αποθήκευσης δεδομένων από τον εποπτικό φορέα των αγορών της ΕΕ – την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών.
Το κείμενο ενθαρρύνει επίσης τη θέσπιση εθνικών φορολογικών κινήτρων για την τόνωση των επενδύσεων στις αγορές μετοχών της ΕΕ.
Σε ακολουθία των δηλώσεων του Βέλγου υπουργού Οικονομικών, Vincent Van Peteghem, η χώρα του οποίου ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου, το έγγραφο συνιστά τη βελτίωση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού των πολιτών για να «διευκολυνθεί η πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές».
Τέλος, η Επιτροπή καλείται να παρακολουθεί την πρόοδο των εθνικών και ενωσιακών μέτρων για την εμβάθυνση των κεφαλαιαγορών, «με βάση ποσοτικούς δείκτες βασικών επιδόσεων και ποιοτικές πληροφορίες που παρέχουν σαφή εικόνα, σε υπουργικό επίπεδο, της προόδου που έχει σημειωθεί».
Εμβάθυνση της CMU για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων οικονομικών βαρών
Συνολικά, η επιστολή αναδεικνύει την ανανεωμένη υποστήριξη από τους επικεφαλής των οικονομικών υπηρεσιών του μπλοκ, των σχεδίων της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU), τα οποία εισήχθησαν για πρώτη φορά πριν από σχεδόν δέκα χρόνια – το 2015 – υπό την Επιτροπή Juncker.
Η Michele Morena, συνεργάτης της εταιρείας συμβούλων Kreab με έδρα τις Βρυξέλλες, μιλώντας στο Euractiv, εξέφρασε την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι «ακόμη και αν οι υπουργοί έχουν διαφορετικές απόψεις, σκέφτονται την εμβάθυνση της CMU και συζητούν λύσεις για τη χρηματοδότηση των αναγκών της Ευρώπης. Για να διοχετεύσεις χρήματα από τις αποταμιεύσεις των Ευρωπαίων, χρειάζεσαι μια χρηματοπιστωτική αγορά που να λειτουργεί σωστά».
Το έγγραφο έρχεται επίσης σε μια εποχή που εντείνεται η ανησυχία για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, καθώς τα υψηλά επιτόκια ρεκόρ, οι δομικά αυξημένες τιμές της ενέργειας και η επιβράδυνση του εμπορίου με την Κίνα επιβαρύνουν όλο και περισσότερο την οικονομία της ΕΕ.
Την Πέμπτη (7 Μαρτίου) το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων – σημείωσε ότι η ενιαία κεφαλαιαγορά είναι «επιτακτική ανάγκη» για τη διασφάλιση της διαρκούς ευημερίας της Ευρώπης.
Όπως και το Eurogroup, το Διοικητικό Συμβούλιο τόνισε ότι η επίτευξη μιας πλήρως ανεπτυγμένης CMU θα βελτιώνει την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα της ΕΕ, ενισχύοντας τη διαφοροποίηση των κινδύνων σε ολόκληρη την ευρωζώνη και κινητοποιώντας τις «μαζικές ιδιωτικές επενδύσεις που απαιτούνται για την πραγματοποίηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης».
«Η Ευρώπη έχει χάσει την ανταγωνιστικότητά της κατά τρόπο διαρκή τις τελευταίες δύο δεκαετίες, κάτι που σίγουρα επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης», δήλωσε την Πέμπτη η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde.
«Είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το Διοικητικό Συμβούλιο υποστήριξε ομόφωνα και πολύ σθεναρά την ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, την άρση των εμποδίων, την ενίσχυση της εποπτείας και τη διατήρηση και αξιοποίηση του κεφαλαίου στην πατρίδα του, στην Ευρώπη, και όχι αλλού», πρόσθεσε.
Την περασμένη εβδομάδα σε συνεδρίαση του Eurogroup στη Γάνδη, ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Bruno Le Maire, κάλεσε τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την CMU σε «εθελοντική βάση» για να «απελευθερώσουν την ευρωπαϊκή ανάπτυξη από τις αλυσίδες στις οποίες βρίσκεται».
«Θα μπορούσαν να είναι δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε χώρες, δεν έχει σημασία», δήλωσε ο Le Maire.
Και πρόσθεσε: «Θα δούμε πότε θα είμαστε 27 (κράτη μέλη), αλλά καθώς είναι αδύνατο να ξεκινήσουμε τώρα με 27, ας ξεκινήσουμε με λίγους από εμάς».
Πηγή: euractiv.gr