Το μοντέλο λειτουργεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια στις σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες είναι πρωτοπόρες στην διαχείριση των δασών. Πιστοποιημένα σχήματα αναλαμβάνουν την απόληψη της βιομάζας ανάλογα με τη διαχειριστική μέλέτη κάθε δάσους. Επιδοτούνται για αυτό, και ανάλογα με την απορρόφηση του CO2, εισπράττουν δικαιώματα, δηλαδή carbon credits, τα οποία και πωλούν σε επιχειρήσεις οι οποίες θέλουν να βελτιώσουν το περιβάλλοντικό τους αποτύπωμα.
Το μοντέλο αυτό έρχεται τώρα και στην Ελλάδα. Το πρώτο βήμα θα γίνει με τη ψήφιση στη Βουλή στα τέλη του έτους της νομοθετικής ρύθμισης που παρουσίασε χθες ο υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θοδωρής Σκυλακάκης και η νέα αγορά θα πάρει σάρκα και οστά μέσα στο 2024.
Επί της ουσίας πρόκειται για κάτι εντελώς καινούργιο για την ελληνική αγορά αφού σήμερα ο χώρος της δασικής βιομάζας λειτουργεί χωρίς καμία συγκρότηση, με βασικούς παίκτες απαρχαιωμένους δασικούς συνεταιρισμούς χωρίς προσωπικό και εξοπλισμό, γι’ αυτό άλλωστε και ο αριθμός των ελληνικών δασών υπό διαχείριση είναι πολύ μικρός.
Οι παίχτες
Ποιοι θα μπορούν να μπουν στη νέα αυτή αγορά; Κάθε εταιρεία, αφού πρώτα πιστοποιηθεί και μετά συμπράξει με κάποιον από τους υφιστάμενους 293 δασικούς συνεταιρισμούς. Τα υβριδικά αυτά σχήματα θα επιδοτούνται με μέρος από τα έσοδα που προκύπτουν από τη δημοπράτηση των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 (carbon credits) του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας εκπομπών (ETS). Και όταν το σύστημα θα φτάσει στην πλήρη του ανάπτυξη, δηλαδή μέσα στη διετία 2024-2026, τότε οι επιδοτήσεις υπολογίζεται ότι θα ανέρχονται σε 150 εκατ ευρώ το χρόνο.
Την πρώτη ωστόσο χρονιά, δηλαδή το 2024, θα είναι αρκετά μικρότερες, με το βάρος να πέφτει στην αναδιοργάνωση των δασαρχείων και της δασικής υπηρεσίας. Η τελευταία ενισχύεται με μόνιμο (500 στελέχη) και εποχικό προσωπικό (1.200 στελέχη ετησίως, με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία) και αναβαθμίζονται τα μέσα και οι υποδομές της από το πρόγραμμα «έξυπνο δάσος» (π.χ. laptop, tablet, δορυφορικό internet, αισθητήρες, drones, 300 οχήματα ΑΙΓΙΣ, κ.λπ.).
Και πόσο θα είναι το ύψος της επιδότησης που θα καταβάλλεται στα παραπάνω σχήματα ; Ανάλογα με το τι θα δείχνει η διαχειριστική μελέτη του κάθε δάσους, την οποία και θα εκπονεί η αρμόδια Δασική Υπηρεσία, είναι η απάντηση. Σε κάθε περίπτωση, όσο πιο δύσκολη θα είναι η απόληψη της βομάζας, όσο περισσότερο αυτή θα συνεισφέρει στην πρόληψη κατά των πυρκαγιών και την προστασία του δάσους, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η ενίσχυση που θα εισπράττουν.
Το χρηματιστήριο
Σε δεύτερη δάση δημιουργείται ένα χρηματιστήριο για τους πρόσθετους τόνους CO2 που θα απορροφούνται λόγω της ορθής διαχείρισης από τα ελληνικά δάση. Τα carbon credits, θα πωλούνται σε επιχειρήσεις που αναζητούν τρόπους να πρασινίσουν το αποτύπωμά τους, κατά κύριο λόγο μεγάλες βιομηχανίες.
Τα παραπάνω μπορεί να ακούγονται πρωτόγνωρα για την Ελλάδα, ωστόσο στον ευρωπαϊκό Βορρά ισχύουν εδώ και δεκαετίες. Το δείχνει η εμπειρία των Φινλανδών που διαθέτουν έναν ολιστικό μηχανισμό, με χιλιάδες δασεργάτες, ισχυρούς συνεταιρισμούς, κυρίως όμως χρηματιστήρια όπου διαπραγματεύονται τα δικαιώματα εκπομπών ρύπων και μέσω των εσόδων από την «οικονομία του δάσους», χρηματοδοτούν την προστασία τους. Στόχος επί της ουσίας είναι η προστασία των ελληνικών δασών να φτάσει κάποια στιγμή να είναι αυτοχρηματοδοτούμενη, με όσο το δυνατόν μικρότερη συμμετοχή από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το μοντέλο που παρουσίασε ο κ. Σκυλακάκης είναι κάτι εντελώς καινούργιο, μακριά από τις ελληνικές παθογένειες και στρεβλώσεις, με μεγάλο αριθμό νέου προσωπικού για τη Δασική Υπηρεσία, που θα ρίξει τον μέσο όρο ηλικίας των σημερινών 3.000 ατόμων, ο οποίος φτάνει τα 55 έτη. Ένας μηχανισμός που έχει μάθει να δουλεύει με συγκεκριμένο τρόπο καλείται να αλλάξει ρυθμό και νοοτροπία και για αυτό βρίσκεται σε εξέλιξη διαγωνισμός για να ενισχυθεί με νέο αίμα, καθώς προγραμματίζονται προσλήψεις δασολόγων και δασοπόνων, και επιπλέον 1.200 εποχικών για την επόμενη χρονιά. Συνολικά, το προσωπικό της «νέας» δασικής υπηρεσίας αναμένεται να κινείται στα 4.000 - 4.500 άτομα.