Μενού Ροή
Ικανοποίηση στο Λονδίνο για την τελευταία συμφωνία αλιευτικών ποσοστώσεων με την ΕΕ

Οι υπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου διακήρυξαν ότι η τελευταία συμφωνία αλιευτικών ποσοστώσεων με την ΕΕ θα επιτρέψει στους Βρετανούς αλιείς να αλιεύσουν 30.000 περισσότερους τόνους ψαριών το 2023 απ’ ό,τι θα ήταν δυνατό πριν από το Brexit.

Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια συμφωνία που παρουσιάστηκε από τους υπουργούς την Τρίτη (20 Δεκεμβρίου), τα βρετανικά σκάφη θα έχουν τη δυνατότητα να αλιεύσουν 140.000 τόνους ψαριών αξίας 280 εκατομμυρίων λιρών το επόμενο έτος, μια αύξηση 27% σε σχέση με τους 110.000 τόνους που θα είχαν διατεθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο ως μέλος της ΕΕ, δήλωσαν οι υπουργοί.

«Είμαστε 30.000 τόνους καλύτερα τώρα που είμαστε εκτός ΕΕ από ό,τι θα ήμασταν αν είχαμε παραμείνει ως κράτος μέλος», δήλωσε ο υπουργός Αλιείας Μαρκ Σπένσερ στους νομοθέτες στη Βουλή των Κοινοτήτων την Τρίτη.

«Αυτή η συμφωνία είναι καλύτερη από ό,τι θα είχαμε διαπραγματευτεί αν ήμασταν εντός της ΕΕ», πρόσθεσε ο Σπένσερ.

Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι η συμφωνία εξασφάλισε αλιευτικές δυνατότητες άνω των 350.000 τόνων για τον στόλο της ΕΕ, αξίας περίπου 1 δισ. ευρώ. Η συμφωνία καλύπτει όλους τους κοινούς και από κοινού διαχειριζόμενους αλιευτικούς πόρους στα ύδατα της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου,

Παρά το γεγονός ότι συνεισφέρει περίπου 0,1% στο ΑΕΠ του, η κατάσταση της αλιευτικής βιομηχανίας του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ένα από τα κύρια επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν οι Brexiteers τα χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για το δημοψήφισμα του 2016. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επίσης συμφωνήσει ετήσιες αλιευτικές ποσοστώσεις με τη Νορβηγία που καλύπτουν τη Βόρεια Θάλασσα και τα ύδατα της Αρκτικής.

Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ανακτήσει μέρος του διαθέσιμου αποθέματός του στο πλαίσιο της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας με την ΕΕ, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2021. Σύμφωνα με τη συμφωνία, το 25% της προηγούμενης ποσόστωσης της ΕΕ στα ύδατα του Ηνωμένου Βασιλείου θα μεταφερθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι τον Ιούνιο του 2026.

Μετά το 2026, οι μελλοντικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με την πρόσβαση και το μερίδιο των αποθεμάτων θα πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση.

Ωστόσο, παρά τις προοπτικές μιας μικρής ενίσχυσης της αλιευτικής βιομηχανίας, έρευνα που δημοσιεύθηκε από το Κέντρο Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης επίσης την Τρίτη εκτιμά ότι το Brexit θα κοστίσει στη βρετανική οικονομία 40 δισεκατομμύρια λίρες το έτος έως τον Ιούλιο του 2022.

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου είναι σημαντικά μικρότερη ως αποτέλεσμα του Brexit», δήλωσε ο Τζον Σπρίνγκφορντ, επικεφαλής του ερευνητικού έργου του CER, το οποίο συγκρίνει την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου με ένα ομοίωμά της, σαν να είχε παραμείνει το Ηνωμένο Βασίλειο στην ΕΕ.

«Τον Μάρτιο του 2022, όταν ήταν καγκελάριος, ο Ρίσι Σούνακ αποδέχθηκε σιωπηρά την πρόβλεψη του OBR ότι η οικονομία θα ήταν περίπου 4% μικρότερη, με αποτέλεσμα να αυξήσει τη φορολογία κατά 46 δισεκατομμύρια λίρες για να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών», δήλωσε ο Σπρίνγκφορντ.

«Σύμφωνα με την ανάλυσή μου, σχεδόν όλες αυτές οι αυξήσεις φόρων δεν θα χρειάζονταν αν η Βρετανία είχε παραμείνει στην ΕΕ».

Πηγή: euractiv.gr

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας