Επιτυχημένη και εξαιρετικά σημαντική χαρακτήρισε την Συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών (ΣΕΣ) της ΕΕ & Νέας Ζηλανδίας για την ελληνική φέτα ο πρόεδρος του ΔΣ του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), Χρήστος Αποστολόπουλος μιλώντας στο Euractiv Ελλάδας ύστερα από την έγκριση της συμφωνίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τον περασμένο μήνα.
Στα τέλη του περασμένου μήνα, πρώτα το Ευρωκοινοβούλιο (22 Νοεμβρίου) και στη συνέχεια το Συμβούλιο των αρμόδιων Υπουργών (27 Νοεμβρίου) ενέκριναν τη Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών (ΣΕΣ) της ΕΕ με την Νέα Ζηλανδία, κατά την οποία προστατεύονται 163 από τα πιο γνωστά παραδοσιακά προϊόντα της ΕΕ (γεωγραφικές ενδείξεις), μεταξύ των οποίων βρίσκεται και η φέτα και οι ελιές Καλαμάτας (ΠΟΠ).
Με την έγκριση και των δύο θεσμικών οργάνων της ΕΕ, άνοιξε ο δρόμος για την εφαρμογή της Συμφωνίας ήδη από τις αρχές του προσεχούς έτους, εάν και η Νέα Ζηλανδία ολοκληρώσει τις απαραίτητες νομικές διαδικασίες.
Ενισχύεται το ελληνικό εμπόριο φέτας
Από το 2002, η Ελληνική φέτα έχει καταχωρηθεί και επίσημα στον κατάλογο των προϊόντων με Προστατευμένη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) της ΕΕ. Κατά καιρούς διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και Δανία που παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες λευκού τυριού έχουν αντιδράσει σε αυτό με την ΕΕ να εκδίδει τελικά κανονισμό για την καταχώρισή της το 2002.
Οι συνολικές εξαγωγές της φέτας έφτασαν το 2022 στα 605 εκατ. ευρώ σε αξία σχεδόν διπλάσια από αυτή του 2019 που ήταν στα 388 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Παρόλα αυτά, η εμπορική συμφωνία ΕΕ- Νέας Ζηλανδίας αποτελεί ακόμα μία νίκη για το ελληνικό εμπόριο γαλακτοκομικών προϊόντων και φέτας ειδικότερα, ενισχύοντας την θέση του προϊόντος στο διεθνές εμπόριο.
«Είναι μια συμφωνία μάλλον επιτυχημένη και βεβαίως με εξαιρετική σημασία εν αντίθεση με άλλες συμφωνίες όπου η Φέτα δεν έτυχε αυτής της κατοχύρωσης», λέει στο Euractiv Ελλάδας ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), Χρήστος Αποστολόπουλος σε σχόλιο του για την συμφωνία.
«Η σημαντικότητά της δεν έγκειται στο όγκο των εξαγωγών μας προς την περιοχή αυτή ο οποίος δεν είναι και ιδιαίτερα υψηλός αλλά στο ότι κατοχυρώθηκε το εθνικό μας προϊόν [η φέτα] σε άλλη μια χώρα», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Σύμφωνα μάλιστα με έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθεσεων του Σύδνεϋ, όσον αφορά το διμερές εμπόριο συνολικών αγαθών και υπηρεσιών Ελλάδας- Νέας Ζηλανδίας, η χώρα μας «κατατάχθηκε στην 60η από τις 241 για την υψηλότερη αξία εξαγωγών, τη θέση 56 από τις 239 για την υψηλότερη αξία εισαγωγών».
Σύμφωνα με έκθεση του ΣΕΒΕ που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, το 2022, η Ελλάδα εξήγαγε στην Νέα Ζηλανδία τρόφιμα σε ποσοστό 19.3% και αξία στα 6,2 εκατ. ευρώ, αποτελώντας τη δεύτερη κατηγορία εξαγώγιμων προϊόντων προς τη χώρα αυτή. Αντίστοιχα, το 2022 η χώρα μας εισήγαγε από τη Νέα Ζηλανδία «τρόφιμα αξίας 40,2 εκατ. ευρώ με μερίδιο 75,6% στο σύνολο».
«Οι μικρές αυτές μάχες είναι σημαντικές για να κερδηθεί τελικά ο πόλεμος», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Αποστολόπουλος μιλώντας την εμπορική ισχύ που αποκτά η ελληνική φέτα με τη μείωση των δασμών στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας. «Και αυτό γιατί όταν κερδίζονται, έχουν ιδιαίτερη σημασία στις επόμενες διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τρίτες χώρες όπου οι διαπραγματεύσεις είναι δυσκολότερες π.χ. Αυστραλία, Αμερική κτλ», συμπλήρωσε.
Εξαιρετικά σημαντική παράμετρος της συμφωνίας αυτής φαίνεται να είναι και η γειτνίαση της Νέας Ζηλανδίας με την Αυστραλία, σύμφωνα με τον κύριο Αποστολόπουλο, καθώς η Αυστραλία, λόγω της έντονης παρουσίας της ελληνικής ομογένειας εκεί «έχει μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον για μας».
«Ανεξαρτήτως από το αν αυτή η περιοχή σήμερα είναι εμπορικά περιορισμένη σε εξαγωγές δεν σημαίνει ότι με την ευκαιρία αυτή δεν θα υπάρξει ενδιαφέρον για την αύξηση των εξαγωγών μας εκεί. Αντιθέτως αυτή την εξέλιξη την θεωρούμε βέβαιη», συμπλήρωσε ο κ. Αποστολόπουλος εκφράζοντας την ελπίδα του για την αύξηση των εξαγωγών των ελληνικών γαλακτοκομικών προϊόντων προς την περιοχή αυτή.
Όχι άμεσα αποτελέσματα
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, δίνεται μια προθεσμία προσαρμογής εννέα ετών. Έτσι, οι Έλληνες παραγωγοί που παράγουν λευκά τυριά και τα ονομάζουν «Φέτα» έχουν μια περίοδο εννέα χρόνων για να προσαρμοστούν.
Ωστόσο, ο θετικός αντίκτυπος της εμπορικής αυτής συμφωνίας δεν πρόκειται να γίνει άμεσα ορατός λόγω αυτής της μακράς περιόδου προσαρμογής.
«Τις θετικές επιπτώσεις αυτής της θετικής συμφωνίας δεν θα τις δούμε άμεσα αλλά σταδιακά, κυρίως μετα την πάροδο της περιόδου προσαρμογής» δήλωσε ο κ. Αποστολόπουλος στο Euractiv Ελλάδας.
Τέλος, σε ερώτηση εάν και κατά πόσο αυτή η συμφωνία θα ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στους Θεσσαλούς παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων και ιδίως φέτας ώστε να μπορέσουν να καλύψουν τα κενά μετά τις μεγάλες καταστροφές του φθινοπώρου, ο κ. Αποστολόπουλος διαβεβαίωσε ότι δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα.
Λόγω της μακράς περιόδου προσαρμογής των Ελλήνων παραγωγών στα πρότυπα της Συμφωνίας, «δεν βλέπουμε άμεση την συσχέτιση της με τα προβλήματα μείωσης της παραγωγής που έφεραν οι καταστροφές της Θεσσαλίας», κατέληξε ο κ. Αποστολόπουλος .
Πηγή: euractiv.gr