του Νίκου Φιλιππίδη
Μια κρίση δεν τελειώνει αν δεν αρθεί πρώτα η γενεσιουργός αιτία της δημιουργίας της. Στην περίπτωσή μας να αρθούν τα επιδημιολογικά προβλήματα. Μόνο τότε και αφού αυτή η άρση αποτυπωθεί στην αλλαγή της ψυχολογίας του κοινού, των αγορών, καταγραφεί επίσημη άνοδος της οικονομίας, μπορούμε να πούμε ότι ξεμπερδέψαμε. Στην περίπτωση της πανδημίας του Covid ούτε το ένα έχει συμβεί, ούτε το άλλο.
Στις αρχές της εβδομάδας το συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ (ECOFIN), αποφάσισε στη διάλεκτο των Βρυξελλών, ότι 12 χώρες εμφανίζουν «μακροοικονομικές ανισορροπίες». Τρεις από αυτές η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος λέει η απόφαση τις είχαν και πριν. Υπονοώντας ότι όταν ομαλοποιηθεί η κατάσταση, οι τρεις αυτές χώρες θα πρέπει να ακολουθήσουν πιο σφιχτή δημοσιονομική προσαρμογή. Τι δεν ξέραμε δηλαδή. Και γιατί έπρεπε να το πουν τώρα; Αγνωστο. Μια από τα ίδια δηλαδή.
Μια άλλη διευκόλυνση της εποχής Covid, προς τις πληττόμενες χώρες τείνει επίσης προς εξαφάνιση εδώ και μερικές εβδομάδες. Οι ευέλικτες διαδικασίες έγκρισης και υλοποίησης των κοινοτικών προγραμμάτων, που απολαύσαμε στο 18μηνο της πανδημίας, αποτελούν ήδη παρελθόν. Το νέο ΕΣΠΑ θα είναι σίγουρα το ίδιο γραφειοκρατικό με τα παλιά. Γίνεται «μάχη» για το Ταμείο Ανάκαμψης. Πολύτιμοι πόροι θα καταλήγουν ξανά με καθυστέρηση στους αποδέκτες τους. Νέο τζίφος δηλαδή.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Κομισιόν, παρά το γεγονός ότι όλες οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για άνοδο του πληθωρισμού, έφερε εσπευσμένα το νέο πακέτο των προτάσεών της για το κλίμα, που οδηγεί σε αυξήσεις βασικών αγαθών. Επρεπε για κάποιο λόγο που μόνο στις Βρυξέλλες γνωρίζουν, σε αυτή τη χρονική στιγμή να γίνει πιο φιλόδοξος ο στόχος μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Και να συμφωνήσουμε ότι πράγματι είναι ένας «ευγενής σκοπός» πίσω από το σκεπτικό της απόφασης. Αλλά γιατί τώρα; Δεν φτάνουν στις χώρες που προσπαθούν να αποφύγουν νέες καραντίνες, να συνεφέρουν τις οικονομίες και τους πολίτες τους, να καταφέρουν να απορροφήσουν τα ποσά του Ταμείου Ανάκαμψης, έπρεπε να μπει τώρα και μια «τρικλοποδιά», που κανείς δεν μπορεί να αποφύγει. Αλλωστε η προστασία του κλίματος, συμβαδίζει με την ευρωπαϊκή κουλτούρα.
Απλά ο χρόνος είναι λάθος. Οι τιμές του ρεύματος ανεβαίνουν παντού στην Ευρώπη, καθώς ακόμα δεν έχουν καταφέρει οι χώρες μέλη να ισορροπήσουν την κατανάλωση ενέργειας από φτηνές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έναντι των ακριβών λόγω του κόστους ρύπων παλιών μονάδων από ορυκτά καύσιμα. Δεν έχουν δηλαδή αφομοιώσει τους παλιούς στόχους και τους βάζουμε καινούργιους.
Με τη νέα μεταρρύθμιση τα περισσότερα από τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα και τα συστήματα θέρμανσης που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ θα πρέπει να καταργηθούν, σημαντικές βιομηχανίες θα πρέπει να αλλάξουν τις παλιές διαδικασίες παραγωγής τους επιβαρύνοντας τις τιμές των προϊόντων.
Ο Georg Zachman, ανώτερος συνεργάτης στο ινστιτούτο Bruegel, επισημαίνει ότι οι πολιτικές επιπτώσεις των μέτρων στους καταναλωτές, ιδιαίτερα στα φτωχότερα νοικοκυριά, θα είναι μεγάλες και είναι πιθανό να ακυρώσουν το σχέδιο στην πράξη. Λέει και κάτι άλλο: Η περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα δεν μπορεί να παραβλέπει την οικονομική αποδοτικότητα. Η αλήθεια είναι ότι στις Βρυξέλλες θυμούνται τη δεύτερη μόνο στα Eurogroup και το Ecofin.
(Αναδημοσίευση από την στήλη ΒΑΒΕΛ ΤΑ ΝΕΑ)