Στις εκλογές στη Γερμανία και στην πορεία του που θα χαράξει ο κατά πάσαν πιθανότητα νικητής τους, ο πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και υποψήφιος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, με τον οποίο μάλιστα συναντήθηκε στα μέσα Ιανουαρίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο περιθώριο της συνόδου των ηγετών του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο, επαφίεται το μέλλον της πράσινης μετάβασης ή πιο σωστά του ρυθμού για απανθρακοποίηση και διασφάλιση της ενεργειακής αυτονομίας στην ΕΕ. Αυτό αναφέρουν αναλυτές αλλά και παράγοντες της βιομηχανικής αγοράς, που υποσημειώνουν ότι πλέον οι φωνές για “επιβράδυνση” της πορείας “ακούγονται” περισσότερο.
“Θα πρότεινα περισσότερο ρεαλισμό και καλύτερη κατανόηση του τι πραγματικά συμβαίνει. Να μην θέτουμε πολύ αυστηρούς κανόνες. Να αφήσουμε τις χώρες να επιλέξουν τον δικό τους δρόμο, τις δικές τους τεχνολογίες. Να εξετάσουμε το τελικό αποτέλεσμα και όχι να προσδιορίζουμε τα πάντα στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, το τι ακριβώς θα πρέπει να κάνουμε” ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, πριν λίγες μέρες, σε συζήτηση με τον Πρόεδρο του Ινστιτούτου «Jacques Delors» και πρώην Πρωθυπουργό της Ιταλίας Enrico Letta, στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργάνωσε το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο.
“Πρέπει να εφαρμόσουμε την πράσινη μετάβαση με ρυθμό που θα καταστρέψει τη βιομηχανία μας, θα την καταστήσει λιγότερο ανταγωνιστική και θα την επιβαρύνει με περιττές ρυθμίσεις; Η απάντηση, και πάλι, είναι σαφώς όχι, μολονότι κάποια στιγμή υπήρξε ο κίνδυνος να στείλουμε μηνύματα στην αγορά ότι αυτή ήταν η πρώτη προτεραιότητά μας και ίσως ήμασταν υπερβολικά βολονταριστές στη σκέψη μας, με την έννοια ότι «αν το κάνουμε εμείς, όλοι θα μας ακολουθήσουν» και «θα είμαστε πρωτοπόροι» προς ένα πολύ λαμπρότερο μέλλον. Αποδείχθηκε ότι ο κόσμος είναι πιο περίπλοκος από αυτό. Πιστεύω ότι σήμερα ο διάλογος αφορά ότι, ναι, πρέπει να γίνει η πράσινη μετάβαση, αλλά με ρυθμό και τρόπο που να μην καταστρέφει την ανταγωνιστικότητά μας και να μην πλήττει τους λιγότερο προνομιούχους” προσέθεσε ο Πρωθυπουργός.
Οι ''άμυνες" και το "μπαλάκι" στην ΕΕ
Ήδη, την περασμένη εβδομάδα, την περασμένη Πέμπτη, ειδικότερα, κατά την παρουσία του ενώπιον των μελών του ΣΕΒ, στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου του ΣΕΒ και ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης είχε δώσει το σχετικό στίγμα “δείχνοντας” προς την ΕΕ και τις εξελίξεις εκεί τον “ορίζοντα” των όποιων εξελίξεων.
Βέβαια, το επιχείρημα ότι η ΕΕ αποφασίζει το αξιοποίησε ως “άμυνα” έναντι της ισχυρής πίεσης που δέχτηκε για παρέμβαση στο μέτωπο του ενεργειακού κόστους. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση του ΣΕΒ, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Θόδωρος Σκυλακάκης δήλωσε ότι στην παρούσα συγκυρία, ευρωπαϊκή και διεθνή, είναι εξαιρετικά δύσκολη κάθε προσπάθεια προβλεψιμότητας. Αυτό συμβαίνει -όπως εξήγησε- διότι η αγορά της ενέργειας επηρεάζεται άμεσα και σημαντικά από παράγοντες που η χώρα μας δεν μπορεί να ελέγξει, καθώς αποτελούν δομικές συνιστώσες της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, όπως είναι για παράδειγμα οι τιμές του φυσικού αερίου. Επιπρόσθετα, ο Υπουργός τόνισε πως η κυβέρνηση, από την πλευρά της, προωθεί, συστηματικά, επενδύσεις σε δίκτυα, διασυνδέσεις, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και μπαταρίες, ενώ παράλληλα συνεχίζει να στηρίζει το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο, αλλά και νέες υδροηλεκτρικές μονάδες. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα φανεί σταδιακά στη διάρκεια των επόμενων δύο ετών και στη συνέχεια, χρονικό διάστημα κατά το οποίο όλες οι επιχειρήσεις καλούνται να επωφεληθούν από τα υφιστάμενα εργαλεία και τους μηχανισμούς στήριξης.
Το ΥΠΕΝ
Αλλά και κατά την παρουσίαση, τη Δευτέρα, των 7 προγραμμάτων του ΥΠΕΝ για τις δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης, ο υπουργός Περιβάλλοντος κι Ενέργειας αναφερόμενος την κλιματική πολιτική και το κόστος αυτής, ο υπουργός ξεκαθάρισε αρχικά ότι η κλιματική κρίση δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Από εκεί και πέρα, “η Ευρώπη θα πρέπει να πορευτεί για να πετύχει τους κλιματικούς της στόχους χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα την ακολουθήσει ο υπόλοιπος κόσμος” ανέφερε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, επισήμανε ότι ανεξάρτητα από τις όποιες εξελίξεις απαιτούνται οι επενδύσεις εξοικονόμησης καθώς υπηρετούν τον βασικό στόχο μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου. Οι πρόσθετοι επιμέρους στόχοι καταλήγουν να αποφέρουν ένα πρόσθετο κόστος που επιβαρύνει τις προσπάθειες που γίνονται και φτάνει σήμερα να θέτει εν αμφιβόλω την βιωσιμότητα της κλιματικής πολιτικής σε βάθος χρόνου, όπως ανέφερε.
Βέβαια σε όλα αυτά είναι προφανές ότι εμφιλοχωρεί το θέμα του κόστους, τόσο για την τσέπη των καταναλωτών, όσο και της παραγωγής. ‘Έτσι το ζήτημα των πόρων για παρεμβάσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στο σύνολο του οικιστικού ιστού της χώρας που αριθμεί 4,2 εκατ. κατοικίες είναι μείζον καθώς προφανώς δεν επαρκούν τα διαθέσιμα κεφάλαια, ενώ και η παραγωγή, όπως προαναφέρθηκε, ενίσταται για τους ρυθμούς ‘πράσινης” μετάβασης.
“Οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και με μεγάλη μεταβλητότητα από ημέρα σε ημέρα και από μήνα σε μήνα, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα για τις επιχειρήσεις όλων των μεγεθών και κλάδων. Η διασφάλιση ενός προβλέψιμου και ανταγωνιστικού κόστους ενέργειας για όλες τις επιχειρήσεις, αποτελεί παράγοντα επιβίωσής τους και προϋπόθεση για την ανθεκτικότητα και την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Τα παραπάνω συμπυκνώνουν τα ζητήματα που έθεσαν τα μέλη του ΣΕΒ προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου του ΣΕΒ” ανέφερε με νόημα η ανακοίνωση του ΣΕΒ για την εκδήλωση πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2025.
Όπως, δε, σημείνωνε, “τα μέλη του ΣΕΒ συζήτησαν απευθείας με τον Υπουργό τα κρίσιμα αυτά θέματα και κατέθεσαν ερωτήσεις και προβληματισμούς εστιάζοντας τόσο στην ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων για τις επιχειρήσεις, της μέσης τάσης, αλλά και για τις ενεργοβόρες, όσο και στις αναγκαίες πρωτοβουλίες της πολιτείας.” Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση, δε, ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος επισήμανε τις ανάγκες των επιχειρήσεων τονίζοντας ότι παρά τους ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας, το διεθνές περιβάλλον γίνεται όλο και πιο περίπλοκο και απρόβλεπτο και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πολλές νέες προκλήσεις. Μια από τις κρισιμότερες αφορά στην ενέργεια. Το πρόβλημα δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό αλλά, στη Νοτιοανατολική Ευρώπη παρουσιάζεται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση και υψηλότερες τιμές. Η μεγάλη μεταβλητότητα διογκώνει το πρόβλημα, καθιστά αδύνατη κάθε πρόβλεψη και αφαιρεί τη δυνατότητα προγραμματισμού επενδύσεων και αποτελεσματικής κοστολόγησης των προϊόντων για σύναψη συμβολαίων άνω των 6 μηνών.Υπογράμμισε τη θωράκιση των επιχειρήσεων ως επιτακτική και επείγουσα ανάγκη, καθώς το υψηλό κόστος ενέργειας μειώνει την ανταγωνιστικότητα και τροφοδοτεί τον πληθωρισμό.
Η πρόεδρος της Κομισιόν
Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι πριν λίγες μέρες στο Νταβός, η πρόεδρος κ. φον ντερ Λάιεν, που εγκαινίασε το Φόρουμ για την Παγκόσμια Ενεργειακή Μετάβαση, μαζί με τον εκτελεστικό διευθυντή του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, κ. Φατίχ Μπιρόλ, έστειλε νέο "πράσινο" μήνυμα καθώς πάνω στο αφήγημα αυτό έχει "βασίσει" την πορεία της.
Στην COP28, ο κόσμος υποστήριξε τους στόχους του τριπλασιασμού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του διπλασιασμού της ενεργειακής απόδοσης έως το 2030. Η προθεσμία αυτή πλησιάζει με ταχείς ρυθμούς, όπως ανέφερε σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν, που ωστόσο σημείωνε ότι, “κανείς δεν μπορεί να μείνει στο περιθώριο κατά την παγκόσμια μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας”. Στην ομιλία της, η πρόεδρος κ. φον ντερ Λάιεν τόνισε επίσης την ανάγκη συλλογικής προσπάθειας για την τόνωση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Αφρική. Παρά το γεγονός ότι διαθέτει το 60 % των καλύτερων ηλιακών πόρων παγκοσμίως και ότι στοχεύει να πενταπλασιάσει την ικανότητα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030, η ήπειρος λαμβάνει επί του παρόντος λιγότερο από το 2 % των παγκόσμιων επενδύσεων στον τομέα της καθαρής ενέργειας.
Στο φόρουμ συμμετείχαν εταίροι από ολόκληρο τον κόσμο, από τη Βραζιλία, τον Καναδά και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό έως την Κένυα, το Περού, τη Νότια Αφρική, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ηνωμένο Βασίλειο και πολλές άλλες χώρες, καθώς και εταιρείες και επενδυτές, όλοι με τους ίδιους στόχους: τη διατήρηση της δυναμικής της μετάβασης σε καθαρές μορφές ενέργειας, την υλοποίηση εμβληματικών έργων και την απελευθέρωση περισσότερων επενδύσεων.
Όλα αυτά, πάντως, θα κριθούν από το φάσμα των νέων ισορροπιών που θα προκύψουν στην ΕΕ στο φόντο και της νέας σχέσης με τις ΗΠΑ.