Η μειωμένη παραγωγή ρεύματος από ΑΠΕ, το πρώτο δίμηνο του έτους έφερε εκτόξευση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, για την κάλυψη των αναγκών σε ρεύμα, με αποτέλεσμα να υπάρξει μια παράλληλη ανοδική πορεία των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Έτσι, τους δύο πρώτους μήνες του 2025 εκπέμφθηκαν 3.43 εκατ. τόνοι από τον τομέα ηλεκτροπαραγωγής, αυξημένοι κατά 41.6% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Στην πρώτη πεντάδα των ρυπαντών βρέθηκαν 2 λιγνιτικοί σταθμοί και 3 σταθμοί ορυκτού αερίου. Οι εκπομπές του τομέα βρίσκονται εκτός της τροχιάς επίτευξης του εκτιμώμενου στόχου συνολικών εκπομπών για το 2025 (10.2 εκατ. τόνοι), με βάση το τελικό αναθεωρημένο ΕΣΕΚ. Αυτό αναφέρει ανάλυση του The Green Tank, που με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής (Φεβρουάριος 2025 για το διασυνδεμένο δίκτυο και Ιανουάριος 2025 για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά) και αυτά των ετήσιων εκπομπών CO2 από το ΣΕΔΕ (2023) καταγράφει τις μηνιαίες εκπομπές από κάθε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας.
Να σημειωθεί ότι, επίσης με ανάλυση του The Green Tank, τον Φεβρουάριο 2025 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτό αέριο ήταν η δεύτερη υψηλότερη ιστορικά, μετά τον Ιούλιο 2021. Μάλιστα ήταν διπλάσια από τον περσινό Φεβρουάριο, με σαφές αντίκτυπο στη μέση μηνιαία χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία επίσης διπλασιάστηκε (153 €/MWh τον Φεβ. 2025 vs 73.6 €/MWh τον Φεβ. 2024). Η μεγάλη αύξηση του αερίου τους δύο πρώτους μήνες του 2025 (+2,115 GWh), κάλυψε πρωτίστως τις εξαγωγές και πολύ λιγότερο τη μείωση της καθαρής ενέργειας (-738 GWh από ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά).
Αθροιστικά τα ορυκτά καύσιμα (ορυκτό αέριο, λιγνίτης και πετρέλαιο) με 6,247 GWh τους πρώτους δύο μήνες του 2025, ξεπέρασαν την καθαρή ενέργεια 3,909 GWh (αιολικά, φωτοβολταϊκά, υδροηλεκτρικά, βιομάζα και αυτοπαραγωγή). Μάλιστα η διαφορά τους είναι κοντά στα επίπεδα του 2020.
Αυτό συνέβη έπειτα από 2 έτη (2023-2024) όπου η καθαρή ενέργεια ξεπερνούσε την παραγωγή από ορυκτά. Κύρια αιτία τις αντιστροφής αυτής είναι η πολύ μεγάλη αύξηση του ορυκτού αερίου.
Τον Φεβρουάριο 2025 η ένταση άνθρακα (Η ένταση άνθρακα ορίζεται ως ο λόγος των εκπομπών από τα τρία καύσιμα (λιγνίτης, αέριο και πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων και των ΣΗΘΥΑ) ως προς τη συνολική ηλεκτροπαραγωγή της χώρας από το διασυνδεδεμένο δίκτυο και τα μη διασυνδεδεμένα νησιά.] ήταν 335 γρ. CO2/kWh, 25% υψηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο του 2024 (269 γρ. CO2/kWh).
Όπως αναφέρεται, η υψηλή ένταση άνθρακα οφείλεται στην αυξημένη χρήση ορυκτών καυσίμων τον Φεβρουάριο και κυρίως ορυκτού αερίου, το οποίο ακολουθεί αυξητική τάση από τον Οκτώβριο 2024.
Τον Φεβρουάριο 2025 οι εκπομπές CO2 από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα ήταν 1.69 εκατ. τόνοι, ελαφρώς μειωμένες από τον προηγούμενο μήνα (1.74 εκατ. τόνοι τον Ιανουάριο).
Αθροιστικά για τους δύο πρώτους μήνες του 2025 οι εκπομπές έφτασαν τους 3.43 εκατ. τόνους ξεπερνώντας τις αντίστοιχες των προηγούμενων 4 ετών (2021-2024). Εμφανίστηκαν αυξημένες κατά 41.6% (+1 εκατ. τόνοι) σε σχέση με τους πρώτους δύο μήνες του 2024.
Η αύξηση προήλθε και από τα τρία ορυκτά καύσιμα, αλλά κυρίως από το ορυκτό αέριο και τον λιγνίτη, των οποίων η χρήση για ηλεκτροπαραγωγή αυξήθηκε κατά 78% και 24.3% αντίστοιχα. Όσον αφορά τις πηγές, μεγαλύτερη ήταν η αύξηση εκπομπών από το ορυκτό αέριο (+0.8 εκατ. τόνοι ή + 78.1%). Ακολούθησε σε αύξηση ο λιγνίτης με +0.19 εκατ. τόνους (+18%) και τέλος το πετρέλαιο στα μη διασυνδεδεμένα νησιά με πολύ μικρή αύξηση (+0.02 εκατ. τόνοι ή + 5.9%).
Ρεκόρ
Οι εκπομπές των μονάδων ορυκτού αερίου τους πρώτους δύο μήνες του 2025, με βάση την ανάλυση του The Green Tank, ξεπέρασαν το 50% των συνολικών εκπομπών (1.82 εκατ. τόνοι ή 53%). Μάλιστα, ήταν οι υψηλότερες εκπομπές των μονάδων αερίου για την αντίστοιχη περίοδο από το 2013. Οι εκπομπές από τη λιγνιτική παραγωγή (1.25 εκατ. τόνοι ή μερίδιο 36.6%) ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες εκπομπές των προηγούμενων ετών από το 2013, με εξαίρεση την περσινή χρονιά που ήταν υψηλότερες. Mικρότερο ήταν το μερίδιο των πετρελαϊκών μονάδων στα μη διασυνδεδεμένα νησιά (0.36 εκατ. τόνοι ή 10.5%).
Οι μονάδες
Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου βρέθηκε στην 1η θέση τους πρώτους δύο μήνες του 2025, με εκπομπές 0.81 εκατ. τόνους (65% των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες). Τον Φεβρουάριο όπως και τον Ιανουάριο, λειτούργησαν τρεις από τις πέντε μονάδες του ΑΗΣ (III-V) με συνολική παραγωγή 516 GWh, αυτές που καλύπτουν την τηλεθέρμανση της πόλης της Κοζάνης. Η Πτολεμαΐδα 5 βρέθηκε στη δεύτερη θέση της κατάταξης εκπέμποντας 0.42 εκατ. τόνους τους πρώτους δύο μήνες του 2025, ενώ ο λιγνιτικός σταθμός Μελίτη Ι, που λειτούργησε μόνο τον Φεβρουάριο εξέπεμψε μόλις 0.02 εκατ. τόνους.
Την πρώτη πεντάδα των μεγαλύτερων ρυπαντών συμπλήρωσαν τρεις σταθμοί αερίου, ο Άγιος Νικόλαος ΙΙ (0.31 εκατ. τόνοι), η Μεγαλόπολη V (0.3 εκατ. τόνοι) και το Λαύριο IV-V (0.24 εκατ. τόνοι).
Συνολικά, οι εκπομπές από τις μονάδες με καύσιμο το ορυκτό αέριο έφτασαν το 59.2% των εκπομπών από τις θερμικές μονάδες του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας (λιγνίτης και ορυκτό αέριο μαζί).
Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, τις πρώτες τρεις θέσεις κατείχαν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος, Λινοπεράματα) με εκπομπές 0.08, 0.07 αντίστοιχα, και βρέθηκαν στις θέσεις 13 και 14 της γενικής κατάταξης. Στη 17η θέση βρέθηκε ο σταθμός της Σορώνης στη Ρόδο με 0.03 εκατ. τόνους και πολύ μικρή διαφορά από τον πετρελαϊκό σταθμό στα Χανιά.
Σύμφωνα, πάντως, με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που υποβλήθηκε τον Ιανουάριο 2025 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εκπομπές στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής αναμένεται να μειωθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Συγκεκριμένα στόχος είναι το 2030 οι εκπομπές και από τα τρία καύσιμα να μην ξεπερνούν τους 4 εκατ. τόνους. Αυτό συνιστά μια σημαντική μείωση (-91%) σε σχέση με το 2013, έτος κατά το οποίο οι θερμικές μονάδες άρχισαν να επιβαρύνονται με το κόστος του άνθρακα τον οποίο εξέπεμπαν στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ).
Στο τελικό ΕΣΕΚ η εκτίμηση για τις εκπομπές του 2025 είναι 10.2 εκατ. τόνοι, 5.05 εκατ. τόνοι δηλαδή λιγότεροι από το 2024 (15.25 εκατ. τόνοι [Οι εκπομπές του 2024 είναι οι εκτιμώμενες με βάση τις παραδοχές που αναφέρονται εδώ, καθώς ακόμα δεν έχουν δημοσιοποιηθεί τα επίσημα δεδομένα του Ενωσιακού Μητρώου.].
Τους δύο πρώτους μήνες του 2025 εκτιμάται πως εκπέμφθηκαν 3.43 εκατ. τόνοι από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, το 33.6% δηλαδή του διαθέσιμου προϋπολογισμού άνθρακα για το έτος. Η ποσότητα αυτή είναι σχεδόν διπλάσια από όσο θα χρειαζόταν να εκπεμφθεί τους πρώτους δύο μήνες του έτους, ώστε ο τομέας ηλεκτροπαραγωγής να είναι εντός τροχιάς επίτευξης της εκτίμησης για τις συνολικές εκπομπές του με βάση το ΕΣΕΚ. Ο εναπομένων προϋπολογισμός άνθρακα για τους υπόλοιπους 10 μήνες του 2025 είναι 6.77 εκατ. τόνοι.