Μενού Ροή
Πράσινη μετάβαση… μέσω φυσικού αερίου και λιγνίτη – Η «αβεβαιότητα» των ΑΠΕ και η «ασφάλεια» των ορυκτών καυσίμων

Tα πάνω της παίρνει και στην Ελλάδα η ηλεκτροπαραγωγή με ορυκτά καύσιμα, την ώρα που οι ΑΠΕ παραμένουν κυρίαρχες αλλά από μόνες τους δεν μπορούν να «εγγυηθούν» την σταθερότητα του ηλεκτρικού δικτύου και την ομαλή μετάβαση στην «πράσινη» εποχή.

Mε την Κομισιόν να μένει σε… πράσινη ρότα αλλά με σαφείς πινελιές ρεαλισμού και ορθολογισμού, κομβικό ρόλο για την απαγκίστρωση από τα ορυκτά καύσιμα διαδραματίζει, όσο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως παράδοξο, το φυσικό αέριο ενώ ενισχυμένος, στη χώρα μας, εμφανίζεται και ο «ξεχασμένος» λιγνίτης.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δεκέμβριο του 2024 αυξήθηκε η παραγωγή ηλεκτρισμού με συμβατικά καύσιμα στη χώρα μας, δηλαδή φυσικό αέριο και λιγνίτη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ.

Οι συμβατικές μονάδες είχαν μερίδιο 53,4%, ενώ οι ΑΠΕ περιορίστηκαν στο 41,8% και τα υδροηλεκτρικά πρόσθεσαν 4,7%. Στις επιμέρους τεχνολογίες, το φυσικό αέριο κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών με 44,1%, ενώ ο λιγνίτης συνεισέφερε 9,3%, ένα αρκετά αυξημένο ποσοστό σε σχέση με το μέσο όρο του έτους.

Δεν είναι τυχαίο πως το ΥΠΕΝ αποφάσισε στις αρχές του φετινού χειμώνα να παρατείνει τη λειτουργία της λιγνιτικής μονάδας στη Μελίτη μέχρι την άνοιξη προκειμένου να θωρακιστεί το σύστημα. Η εν λόγω μονάδα ήταν αρχικά να αποσυρθεί στα τέλη του 2024.

Eξαγωγική… αλλά ακριβή η Ελλάδα

Σε ετήσια βάση η ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα στη χώρα ενισχύθηκε κατά 3% και η παραγωγή κατά 22%. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα ήταν έντονα εξαγωγική με 727 GWh προς τις γειτονικές χώρες, έναντι 341 GWh εισαγωγών. Ενδεικτικό είναι ότι το ισοζύγιο ήταν εξαγωγικό με όλες τις γύρω αγορές εκτός από αυτή της Τουρκίας.

Βέβαια λόγω των δομικών αδυναμιών στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού, (στα λόγια μόνο είναι ενιαία), ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, η εξαγωγική δυναμική δεν έφερε και πτώση τιμών στο ρεύμα για τους πολίτες στη χώρα μας.

Σε ό,τι αφορά τη ζήτηση, η εικόνα στις επιμέρους κατηγορίες έδειξε άνοδο 4,4% στους μικρομεσαίους καταναλωτές του δικτύου και πτώση 5,46% στην υψηλή τάση, δηλαδή στις βιομηχανίες. Στο σύνολο του 2024, η ζήτηση ενισχύθηκε κατά 4,3% και 3,2% αντίστοιχα.

Στο ίδιο τέμπο και το 2025

Βάσει στοιχείων της Argus Media, που στηρίζονται σε δεδομένα του ΔΕΣΦΑ, οι εισαγωγές αγώγιμου ρωσικού αερίου από την πύλη του Σιδηρόκαστρου συνέχισαν να αυξάνονται και τον Ιανουάριο του 2025.

 Στα μέσα του προηγούμενου μήνα η συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου στη χώρα διέγραψε υψηλές πτήσεις -σε ημερήσια βάση- στις 328 GWh, εκ των οποίων οι 214 GWh αφορούσαν στον κλάδο φυσικού αερίου.

Ανεβασμένες τον Ιανουάριο ήταν και οι εισαγωγές αμερικανικού LNG (υγροποιημένο αέριο) στους πλωτούς σταθμούς Ρεβυθούσας και Αλεξανδρούπολης. Βέβαια ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας, η οποία μένει να φανεί και αν θα επιβεβαιωθεί όσο προχωρά το έτος, έπαιξαν και οι εργασίες συντήρησης στον αγωγό ΤΑP, από όπου εισέρχονται σημαντικές ποσότητες αερίου στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.

Αυξημένες εισαγωγές αερίου το 2024

To 2024 οι συνολικές εισαγωγές από τις πύλες εισόδου της χώρας ήταν 66,94 TWh, αυξημένες κατά 24,1% σε σχέση με το 2023.

Οι εισαγωγές μέσω της πύλης του Σιδηροκάστρου αποτέλεσαν πρώτη πηγή τροφοδοσίας στη χώρα, καλύπτοντας λίγες περισσότερες από τις μισές εισαγωγές (33,8 TWh και μερίδιο 50,4%). Το αντίστοιχο μερίδιο το 2023 ήταν μόλις 27,3%.

Στη δεύτερη θέση με 21,02 TWh και μερίδιο 31,4% βρέθηκαν οι συνολικές εισαγωγές LNG, σημειώνοντας μεγάλη μείωση σε σχέση με το 2023, που κατείχαν την πρωτιά με μερίδιο 54,7%. Οι εισαγωγές από την πύλη της Αγίας Τριάδας ήταν 18,34 TWh, ενώ από την πύλη της Αμφιτρίτης 2,69 TWh.

Στην τρίτη θέση με 12,16 TWh και μερίδιο 18,2% διατηρήθηκαν οι εισαγωγές αζέρικου αερίου από τον ΤΑΡ, αυξημένες σε σχέση με 2023 κατά 63,6%.

Το 2024, το ρωσικό αέριο με 36,6 TWh συνολικά άγγιξε το 54,7% των συνολικών εισαγωγών αερίου στη χώρα. Το υψηλό αυτό μερίδιο οφείλεται κυρίως στις εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγού, καθώς οι εισαγωγές ρωσικού LNG ήταν μηδενικές για τους περισσότερους μήνες του 2024, με εξαίρεση τους πρώτους δύο μήνες (Ιανουάριο-Φεβρουάριο) και τον Σεπτέμβριο.

Το φυσικό αέριο πάντως καθίσταται σαφές πως είναι το καύσιμο – γέφυρα για την πράσινη μετάβαση, τουλάχιστον έως το 2050.

«Δεμένοι» με το φυσικό αέριο

Σύμφωνα και με το ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα), «η εγκατεστημένη ισχύς του φυσικού αερίου καταγράφει ανοδική πορεία έως το έτος 2030, στα 7,9 GW, σε σύγκριση με τα 6,3 GW το έτος 2022, προτού απομειωθεί στα 6,4 GW το έτος 2035, όπου και παραμένει στάσιμη μέχρι το έτος 2050. Στο ανωτέρω μέγεθος δεν περιλαμβάνεται το σύνολο της ισχύος που πιθανόν να χρειασθεί σε ψυχρή εφεδρεία για λόγους έκτακτης ανάγκης».

Ο ΔΕΣΦΑ από την πλευρά του, προβλέπει αύξηση της ζήτησης κατά 20% για φυσικό αέριο στην χώρα μας τα επόμενα χρόνια εκτιμώντας πως αυτή θα ανέλθει στα 6,6 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) το 2034 από 5,5 bcm το 2025.

Από τα 5,5 bcm, τα 1,2-3,8 θα κατευθυνθούν, σύμφωνα με το βασικό σενάριο του ΔΕΣΦΑ, σε εξαγωγές σε άλλες χώρες, καθιστώντας την χώρα μας πύλη τροφοδοσίας της ευρωπαϊκής αγοράς με τους δύο πλωτούς σταθμούς LNG (υγροποιημένο αέριο) σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη κομβικές οδούς διακίνησης φυσικού αερίου.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας