Μενού Ροή
Βιομηχανία: Στρεβλώσεις στη ενεργειακή μετάβαση - Καρφώνει κεντρικές επιλογές των Βρυξελλών

Του Γιώργου Αλεξάκη

Καμπανάκι για σημαντικές στρεβλώσεις στη διαδικασία της λεγόμενης «πράσινης ενεργειακής μετάβασης» που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρούουν παράγοντες της ενεργειακής αγοράς εκφράζοντας τον έντονο προβληματισμό τους για το κατά πόσο αυτό που κυριαρχεί τώρα στις ενεργειακές αγορές θα είναι προσωρινό.

«Μετά από πολλά χρόνια έχουμε ενεργειακή κρίση και είναι η πρώτη εκ των πολλών που έρχονται» τόνισε χτες ο Ευάγγελος Μυτιληναίος στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών «Η Ελλάδα Μετά V», που πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά το προηγούμενο διήμερο.

Ο Πρόεδρος & Δ. Σύμβουλος της MYTILINEOS τόνισε ότι η σημερινή κρίση δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό». Αντίθετα, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μπαράζ κρίσεων, που έχει συγκεκριμένα αίτια.

«Εχουμε αποφασίσει ότι καύσιμο μετάβασης θα είναι το φυσικό αέριο. Ξέρετε πού είμαστε τώρα; Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν ούτε οι υποδομές για να δεχτούν ως καύσιμο μετάβασης το αέριο, ούτε έχουν γίνει οι επενδύσεις τρισεκατομμυρίων για αυτή τη μετάβαση. Το μόνο που έχει γίνει, είναι να φτιάχνουμε αιολικά και φωτοβολταϊκά. Ξεχνάμε ότι όταν φυσά, λειτουργούν ή όταν έχει ήλιο, λειτουργούν. Μετά σταματούν. Δεν υπάρχει η τεχνολογία για μεγάλης έκτασης αποθήκευση» ανέφερε ο κ. Μυτιληναίος και υπογράμμισε ότι η ΕΕ καθυστέρησε στη χάραξης στρατηγικής αφήνοντας περιθώριο μονοσήμαντης εξάρτησης από τη Ρωσία.

Όπως είπε θα έπρεπε να υπάρχουν αποθέματα ασφαλείας αλλά και επενδύσεις σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Υποστήριξε ότι μεταξύ των δύο καυσίμων, το πετρέλαιο είναι πιο «εύκολη περίπτωση» γιατί υπάρχει σε αφθονία. Στο φυσικό αέριο υπερβάλλουσες ποσότητες έχει μόνο η Ρωσία.

Το φυσικό αέριο είναι το βασικό καύσιμο

«Το φυσικό αέριο είναι το βασικό καύσιμο για την πράσινη μετάβαση, αλλά δεν έχουν δημιουργηθεί οι υποδομές. Θα έπρεπε να υπάρχουν αποθέματα αερίου», τόνισε και προσέθεσε ότι «τώρα πάνω στην κρίση αποφάσισαν οι Βρυξέλλες να αποκτήσουν χώρους αποθήκευσης αερίου». Επίσης, σημείωσε πως επίσης οι επενδύσεις που έχουν γίνει σε αιολικά πάρκα και φωτοβολταϊκά δεν είναι επαρκείς και δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να καλύψουν τη μεγάλη ενεργειακή ζήτηση.

«Φύγαμε μπροστά και αφήσαμε στο πλάι της επενδύσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Τώρα βρεθήκαμε χωρίς φυσικό αέριο», υπογράμμισε και τόνισε ότι είναι πια σαφές πως κάπως έτσι φτάσαμε λοιπόν στην παρούσα ενεργειακή κρίση.

Συνεπώς, μέχρι να επιτευχθεί ισορροπημένα η πράσινη μετάβαση, θα υπάρχουν και ενεργειακές κρίσεις. Και δυστυχώς, αυτές οι κρίσεις ενδεχομένως να ανακόψουν και την πορεία ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας. Κατά συνέπεια και της ελληνικής.

Συνδυασμένα πυρά κατά Βρυξελλών

Στο μεταξύ και άλλοι κορυφαίοι παράγοντες της αγοράς θέτουν επιτακτικά την ανάγκη ρύθμισης της αγοράς αλλά και θέσπισης πιο ορθολογικών κανόνων στη διαδικασία απανθρακοποίησης

« Όλοι συμφωνούμε πως η πράσινη μετάβαση είναι μονόδρομος. Το ζητούμενο είναι ποιόν δρόμο θα ακολουθήσουμε. Ο δρόμος, λοιπόν, που έχει επιλεχθεί μετακυλύει σημαντικό κόστος στους Ευρωπαίους καταναλωτές και χωρίς κατ’ ανάγκη τα επιθυμητά αποτελέσματα για το περιβάλλον» τονίζουν με έμφαση.

Συμπληρώνουν ότι «οι περιβαλλοντικές πολιτικές στην Ευρώπη γενικά εστιάζουν στην αποφυγή εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων εντός της Ένωσης ως τον βασικό πυλώνα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και της ανθρωπιστικής κρίσης που αυτή συνεπάγεται σε παγκόσμια κλίμακα. Υπάρχουν, όμως, ξεκάθαρα επιχειρήματα που υποστηρίζουν ότι αυτή η προσέγγιση δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα».

Σύμφωνα με όσα προτάσσουν οι ίδιοι παράγοντες το διοξείδιο του άνθρακα είναι σαφώς το αέριο του θερμοκηπίου με τις μεγαλύτερες εκπομπές που σχετίζονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά το μεθάνιο που συνδέεται με την αγροτική παραγωγή, για παράδειγμα, είναι σχεδόν 15 φορές πιο δραστικό στον εγκλωβισμό θερμότητας στην ατμόσφαιρα.

Επιπλέον τονίζουν ότι καθώς η εστίαση στο CO2 είναι μονόδρομος, οι Ευρωπαϊκές προσπάθειες θα συνεχίσουν να αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό αν δεν υπάρξει διεθνής συντονισμός. Κι αυτό γιατί μόλις το 8% της παγκόσμιας εκπομπής CO2 προέρχεται από την Ευρώπη. Έτσι οι όποιες μονομερείς ενέργειες από πλευράς Ευρώπης θα έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα μόνο αν συνδυαστούν με συντονισμένες πιέσεις σε τρίτα κράτη που θέλουν να έχουν εμπορικές σχέσεις με την Ευρώπη, χωρίς, όμως, και σε αυτήν την περίπτωση, να παραγνωρίζεται το πολιτικά και οικονομικά δυσβάσταχτο κόστος για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σταδιακά η μετάβαση

Παράλληλα σημειώνουν ότι η «μετάβαση σε άλλες πηγές ενέργειας, αν δεν γίνει σταδιακά, θα επιφέρει μεγάλο άμεσο πλήγμα στο πορτοφόλι των Ευρωπαίων καταναλωτών μέσω της αυξήσεως των τιμών καυσίμων και ηλεκτρισμού, καθώς και ένα ακόμα μεγαλύτερο, έμμεσο πλήγμα στην οικονομία της Ευρώπης μέσω της μείωσης της ανταγωνιστικότητάς της. Το κόστος της ενέργειας επηρεάζει το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και ιδιαίτερα τη βιομηχανία, η οποία δίχως ουσιαστική πολύπλευρη υποστήριξη θα πληγεί ανεπανόρθωτα. Αυτό αφορά ακόμα περισσότερο σε Κράτη Μέλη, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης όπου ο ανταγωνισμός από μη Ευρωπαϊκές χώρες είναι μεγαλύτερος (Μεσόγειος και Ανατολική Ευρώπη).»

Επιπλέον εστιάζουν την κριτική τους στο σύστημα δικαιωμάτων εκπομπών. Καθώς, ό

Στο μεταξύ οι ίδιοι παράγοντες της αγοράς με έντονη ανησυχία καταγράφουν τη μονοσήμαντη εξάρτηση από τη Ρωσία  και της  χώρες της κεντρικής Ασίας σε σχέση με το φυσικό αέριο. «Σύντομα, η εξάρτηση αυτή θα επεκταθεί και σε αλλά προϊόντα ορυκτών καυσίμων. Πέραν λοιπόν του οικονομικού, υπάρχει και ένα μεγάλο, γεωστρατηγικό και πολιτικό κόστος για την Ευρώπη» τονίζουν και καταθέτουν μια σειρά από μέτρα:

Η δέσμη προτάσεων

Όπως αναφέρουν χρειάζεται

1. Παγκόσμιος συντονισμός για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (“GHG”) κάτι που θα επιφέρει μεγαλύτερη και συντομότερη μείωση σε παγκόσμιο επίπεδο από ότι η μονομερής προσήλωση στους Ευρωπαϊκούς στόχους.

2. Στήριξη στην Ευρωπαϊκή βιομηχανία καθώς οι ελαφρύνσεις προς καταναλωτές ουσιαστικά επιδοτούν εξίσου Ευρωπαίους και τρίτους παραγωγούς ανεξαρτήτως κόστους παραγωγής οπότε δεν είναι αποτελεσματικές.

3.  Μείωση του αποτυπώματος GHG από όλους τους κλάδους της οικονομίας (πχ. συμπεριλαμβανομένης της λελογισμένης κατανάλωσης τροφίμων και διάθεσης απορριμμάτων που επιταχύνουν την εκπομπή μεθανίου) και από όλες τις δραστηριότητες.

4. Αλλαγή της δομής της αγοράς δικαιωμάτων CO2 και συνεκτίμηση των επιπτώσεων από κάθε κανονιστική παρέμβαση της ΕΕ.

5. Σταδιακή ενεργειακή μετάβαση, εναρμονισμένη με άλλες δυτικές οικονομίες, που θα επιτρέψει την ανάπτυξη τεχνολογιών που μειώνουν το κόστος της μετάβασης αυτής. Μια δραστική και μονομερής μετάβαση στην Ευρώπη θα πιέσει την Ευρωπαϊκή βιομηχανία να πάρει αποφάσεις που μελλοντικά μπορεί να αποδειχθούν πολύ πιο κοστοβόρες για αυτήν και την Ευρώπη συνολικά. Για παράδειγμα, είναι δεδομένο ότι  η πρόσφατη εκτόξευση των τιμών της ενέργειας είναι εν μέρη αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών της Ένωσης. Εάν αυτή η κρίση δεν αντιμετωπιστεί σύντομα, θα οδηγήσει σε μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές αναταράξεις όλη την Ευρώπη.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας