Μενού Ροή
GRODNO REGION, BELARUS - AUGUST 7, 2020: A remote view of the Astravets Nuclear Power Plant located near the northwestern border of Belarus. Today the fuel charge of the reactor core begins in the first unit of BelAES. As part of the physical launch procedure, a total of 163 fuel rod assemblies are to be inserted into the core, with the main circulating pumps subsequently switched on to warm up the primary coolant loop until reaching design parameters. Natalia Fedosenko/TASS
Το ρωσικό αγκάθι στην ευρωπαϊκή λύση της πυρηνικής ενέργειας - Η Ρωσία ελέγχει το 42% των πυρηνικών καυσίμων στον πλανήτη

της Μαρίας Αδαμίδου

Σήμερα, με τη «βούλα» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η πυρηνική ενέργεια συνιστά «πράσινη» επένδυση, που συμβαδίζει με την πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ενώ παράλληλα παρουσιάζεται ως μια ικανοποιητική εναλλακτική στην προσπάθεια απεξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Η συζήτηση για μια στροφή στην πυρηνική ενέργεια έχει ανοίξει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και στην Ελλάδα, μετά τη σχετική εισήγηση της Επιτροπής Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών.

Είναι η δεύτερη φορά στην ιστορία που  η πυρηνική ενέργεια έρχεται στο προσκήνιο ως απάντηση σε μια παγκόσμια ενεργειακή κρίση.

Η πρώτη ήταν στον απόηχο της πετρελαϊκής κρίσης τη δεκαετία του 1970, όταν ο πλανήτης αναζητούσε τρόπους για να απεξαρτηθεί από την παντοδυναμία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών του ΟΠΕΚ, που κρατούσαν τότε όμηρο την παγκόσμια οικονομία.

Η Φουκουσίμα

Οι πυρηνικοί αντιδραστήρες άρχισαν να κατασκευάζονται σχεδόν μαζικά, μέχρι το τραγικό δυστύχημα στο Τσερνομπίλ το 1986, που έβαλε τα θεμέλια για το κίνημα εναντίον της πυρηνικής ενέργειας.

Το 2011 η Φουκουσίμα έβαλε την ταφόπλακα των πυρηνικών αντιδραστήρων για πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες άρχισαν να εφαρμόζουν χρονοδιαγράμματα σταδιακής απόσυρσής τους από το ενεργειακό μίγμα και αντικατάστασής τους με το φυσικό αέριο. Ενεργειακοί κολοσσοί που έκαναν επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στις νέες επιταγές, και τα εργοστάσια επεξεργασίας ουρανίου- της πρώτης ύλης για τους αντιδραστήρες- σε Ευρώπη και Αμερική τέθηκαν σε αδράνεια, με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Ρωσική τεχνολογία

Η Ρωσία ακολούθησε την αντίθετη πορεία. Ναι μεν το ποσοστό παραγωγής ενέργειας από πυρηνικούς αντιδραστήρες στην ίδια τη χώρα είναι χαμηλό, ωστόσο ανέπτυξε και εξέλιξε την τεχνολογία κατασκευής τους και ταυτόχρονα αναδείχθηκε στον βασικό παίκτη επεξεργασίας και εμπλουτισμού ουρανίου παγκοσμίως. Το παράδειγμά της ακολούθησε πρόθυμα η Κίνα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, λειτουργούν περίπου 440 πυρηνικοί αντιδραστήρες σε 32 χώρες, με το 63% εξ αυτών να πλησιάζουν το ηλικιακό όριο απόσυρσής τους- όπως αυτοί της Γερμανίας, για τους οποίους διεξάγεται αυτή η στιγμή παράτασης λειτουργίας για τουλάχιστον έξι μήνες ακόμη. Πρόκειται για τις παλαιές μονάδες που κατασκευάστηκαν μετά την πετρελαϊκή κρίση.

Οι νεότεροι αντιδραστήρες, που έχουν κατασκευαστεί μετά το 2017, στην πλειοψηφία τους είναι ρωσικού και κινεζικού σχεδιασμού.

Συγκεκριμένα, από τους 31 νέους αντιδραστήρες, οι 27 έχουν κατασκευαστεί από ρωσικές και κινεζικές εταιρείες, ενώ οι δύο χώρες συνεχίζουν τη διείσδυσή τους στη νεότευκτη πυρηνική ενεργειακή αγορά της Αφρικής, η οποία αναζητά τρόπους για να καλύψει τις αυξανόμενες ενεργειακές της ανάγκες.

Ήδη προχθές ανακοινώθηκε η έναρξη κατασκευής του πυρηνικού εργοστασίου στην Αίγυπτο από τη ρωσική Rosatom, στο πλαίσιο ενεργοποίησης μιας συμφωνίας που ήταν στα σκαριά για σχεδόν μια δεκαετία.

Τον περασμένο Μάρτιο η Νιγηρία ξεκίνησε ανοιχτό διαγωνισμό για την κατασκευή του δικού της πυρηνικού εργοστασίου, ενώ η Γκάνα βρίσκεται στη διαδικασία επιλογής τοποθεσίας για την ανέγερση αντιδραστήρα, η οποία θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους.

Η Rosatom έχει εκδηλώσει ανοιχτά το ενδιαφέρον της για την ανάληψη και των δύο έργων, έχοντας μάλιστα συνάψει μνημόνια συνεργασίας με τις δύο χώρες ήδη από το 2012.

Η Ρωσία, εξάλλου, έχει συμφωνήσει την παροχή πυρηνικής επιμόρφωσης μηχανικών σε Αιθιοπία, Ζάμπια και Ρουάντα, ενώ η Κίνα έχει υπογράψει συμφωνίες για την κατασκευή αντιδραστήρων σε Κένυα και Σουδάν εδώ και περίπου 6 χρόνια.

Το καύσιμο

Η πυρηνική ενέργεια, όμως, δεν απαιτεί μόνο αντιδραστήρες αλλά και καύσιμο για τη λειτουργία τους, το οποίο συνδέεται παράλληλα άμεσα με τον σχεδιασμό κατασκευής, δημιουργώντας εξάρτηση από την κατασκευάστρια εταιρεία για δεκαετίες.

Και εδώ η Ρωσία έχει καταφέρει να κερδίσει τη μερίδα του λέοντος στην αγορά, όχι της παραγωγής αλλά της απαραίτητης επεξεργασίας και εμπλουτισμού ουρανίου.

Το Καζακστάν έχει την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή ουρανίου, καλύπτοντας το 40% της προμήθειας παγκοσμίως, ακολουθούμενο από τον Καναδά με 12,6%, την Αυστραλία με 12,1% και τη Ναμίμπια με 10%. Η Ρωσία παράγει μόλις το 5%, ενώ οι ΗΠΑ και η Ευρώπη λιγότερο από 1%.

Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία του 2020, η Ρωσία επεξεργάζεται περίπου το ένα τρίτο των προμηθειών ουρανίου παγκοσμίως, με κυριότερη πηγή το Καζακστάν. Επιπλέον, η Μόσχα ελέγχει το 43% του εμπλουτισμού ουρανίου, με την Ευρώπη να καλύπτει το 33% και την Κίνα το 16%.

Η τιμή του ουρανίου είχε παραμείνει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα μετά την τραγωδία της Φουκουσίμα, κυμαινόμενη μεταξύ 20 και 30 δολαρίων ανά κιλό. Το 2021 και το 2022 οι τιμές άρχισαν να παίρνουν ανοδική πορεία και τον περασμένο Μάρτιο, μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία έφτασαν τα 60 δολάρια ανά κιλό.

Για να μην την βρει μπροστά της

Είναι λοιπόν προφανές, ότι, εάν η Δύση θέλει να αξιοποιήσει την πυρηνική ενέργεια για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες χωρίς να βρει εκ νέου μπροστά της τη Ρωσία, όπως συμβαίνει με το φυσικό αέριο, θα πρέπει να επενδύσει σημαντικά στις απαιτούμενες υποδομές, κάτι που όμως δεν μπορεί να συμβεί εν μία νυκτί.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά έκθεση του Κέντρου Ενεργειακής Πολιτικής του πανεπιστημίου Κολούμπια, η οποία δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Μάιο, «περισσότερες επενδύσεις σε εγκαταστάσεις εξόρυξης, μετατροπής και εμπλουτισμού είναι απαραίτητες για την πλήρη απεμπλοκή των δυτικών δικτύων πυρηνικών καυσίμων από τη συμμετοχή της Ρωσίας. Ωστόσο, η επαρκής αύξηση της δυναμικότητας μετατροπής και εμπλουτισμού θα πάρει χρόνια για να επιτευχθεί».

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας