Μενού Ροή
Περί ενέργειας και άλλων ευρωπαϊκών (απ)εξαρτήσεων

της Μαρίας Αδαμίδου

Είναι κοινό μυστικό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση σπεύδει πάντοτε βραδέως, με έμφαση στο… βραδέως και ουχί στη σύνεση και τη νηφαλιότητα που υπαινίσσεται η γνωστή φράση.

Είναι επίσης ηλίου φαεινότερο ότι μετά τις πολλαπλές κρίσεις που έχει βιώσει, και μια επί μακρόν τεχνοκρατική και βραδυκίνητη έως αναποφάσιστη ηγεσία (λέγε με Άνγκελα Μέρκελ), η Ε.Ε. έχει χάσει την αίγλη και το κύρος της, έχει σχεδόν υποβαθμιστεί σε μια οικονομική ένωση, που συνήθως σύρεται πίσω από τις εξελίξεις και τους αναδυόμενους ανταγωνιστικούς πόλους.

Η ομιλία της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, άφησε πολλά περιθώρια για κριτική, καθώς δεν φάνηκε να αποπνέει όραμα, δεν έδωσε τις απαιτούμενες διευκρινίσεις για μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων και δεν περιείχε το απαραίτητο follow up σε πολιτικές και στόχους που είχαν ανακοινωθεί την περασμένη διετία.

Ωστόσο, αν μη τι άλλο, η ομιλία της προέδρου της Κομισιόν έδειξε ότι η Ε.Ε. έχει αρχίσει επιτέλους να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς συμβαίνει με τα διεθνή παιχνίδια εξουσίας, και να είναι πλέον πρόθυμη να λάβει θέση «μάχης». Κοινώς, χρειάστηκε μια υπερμεγέθης ενεργειακή κρίση, για να ξυπνήσει τα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά αντανακλαστικά της Γηραιάς Ηπείρου, που στρέφονται στους υπόλοιπους διεθνείς παίκτες, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, όπως και χώρες της Ασίας πλην Κίνας. Τα αντανακλαστικά αυτά, όμως δεν πρέπει να χαθούν στη γνωστή ευρωπαϊκή Βαβέλ, αλλά να λειτουργήσουν πολύ άμεσα.

Ο πιο προφανής πόλος είναι η Ρωσία, η οποία επί δεκαετίες δημιουργούσε σχέσεις ενεργειακής εξάρτησης με την Ευρώπη, είτε σε διμερές είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η εξάρτηση ήταν τόσο μεγάλη, που ακόμη κι όταν η Κομισιόν ανακοίνωνε τη φιλόδοξη Πράσινη Συμφωνία και τους στόχους για κλιματική ουδετερότητα μέσα στις επόμενες δεκαετίες, η Γερμανία ετοιμαζόταν να εγκαινιάσει έναν ακόμη αγωγό προμήθειας φυσικού αερίου αποκλειστικά από τη Ρωσία. Και δεν ήταν μόνο το φυσικό αέριο, αλλά και το ρωσικό πετρέλαιο και κάρβουνο, τα οποία εφοδιάζουν την Ευρώπη σε σημαντικό βαθμό, κάτι που διέφυγε από το ραντάρ, εν μέσω της τρελής κούρσας των τιμών στο αέριο.

Η Ρωσία δεν έχει όμως σχέσεις μόνο με την Ευρώπη. Έχει εδραιώσει την παρουσία της σε πολλά σημεία στον πλανήτη και έχει συνάψει κρίσιμες συμφωνίες σε Ασία και Αφρική για ενεργειακά projects, κυρίως πυρηνικούς αντιδραστήρες. Αυτό σημαίνει ότι η ενεργειακή απεξάρτηση της ΕΕ από τη Μόσχα, αφενός δεν είναι το μοναδικό ζητούμενο και αφετέρου δεν είναι τόσο απλή υπόθεση.

Η Κίνα, από την άλλη, είναι ένας μεγάλος παίκτης σε διεθνές επίπεδο, που αργά και μεθοδικά δημιουργεί ζώνες επιρροής, όχι πολιτικής, αλλά πρωτίστως οικονομικής εξάρτησης. Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη-Ένας Δρόμος» από το 2013 μέχρι σήμερα η Κίνα έχει προχωρήσει σε άμεσες επενδύσεις ύψους 136 δισεκατομμυρίων δολαρίων ενώ περίπου 140 χώρες  και 31 διεθνείς οργανισμοί έχουν υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας με το Πεκίνο. Επιπλέον, όπως ανέφερε η φον ντερ Λάιεν, πολλές από τις πρώτες ύλες που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί κρίσιμες για την παραγωγή συστημάτων ΑΠΕ αλλά και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, εξορύσσονται κυρίως από την Κίνα και μάλιστα σε ποσοστό 90%. Τα προηγούμενα χρόνια η Κίνα υπέγραφε συμφωνίες με χώρες της Αφρικής για την εκμετάλλευση των δικών τους κοιτασμάτων, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι ο σχεδόν αποκλειστικός διακινητής των μεταλλευμάτων αυτών παγκοσμίως.

Οι κινήσεις ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία που κάνει η Ε.Ε. είναι γνωστές. Σπασμωδικές ίσως και ελλιπείς, όμως αποτελούν μια προσπάθεια για ουσιαστική διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας, που επιφέρει αλλαγές στο ενεργειακό κέντρο βάρους της Ηπείρου, μετατοπίζοντάς το προς τον ευρωπαϊκό Νότο, συμπεριλαμβανομένης της χώρας μας.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η κινητοποίηση που ανακοίνωσε η πρόεδρος της Κομισιόν, προκειμένου η Ε.Ε. να προλάβει αφενός να αυτονομηθεί ενεργειακά και αφετέρου να παραμείνει ένας δυνατός παίκτης στην παγκόσμια σκακιέρα. Σε πρώτο πλάνο περνά η στενότερη συνεργασία με τις ΗΠΑ, για να αντιμετωπιστεί η διευρυμένη επιρροή Ρωσίας και Κίνας.

Η φον ντερ Λάιεν ανέσυρε επίσης από τη λήθη το πρόγραμμα της «Παγκόσμιας Πύλης», που είχε ανακοινωθεί πέρυσι αλλά τα αποτελέσματά του είναι πενιχρά. Το πρόγραμμα αυτό αφορούσε την κινητοποίηση 300 δισ.€  για επενδύσεις σε Αφρική και Λατινική Αμερική μέχρι το 2027. Μέχρι στιγμής η Ε.Ε. έχει να επιδείξει μόνο δύο εργοστάσια παρασκευής εμβολίων mRNA σε Ρουάντα και Σενεγάλη, τη στιγμή που η Κίνα έχει πληθώρα επενδύσεων σε Αφρική και Λατινική Αμερική. Το πρόγραμμα φαίνεται πως ενεργοποιείται εκ νέου και επισήμως, αφού το τελευταίο διάστημα έχουμε δει αρκετές ευρωπαϊκές επενδυτικές προσπάθειες διείσδυσης στην Αφρική, κυρίως στον ενεργειακό τομέα.

Όπως ανακοίνωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσπάθειες αυτές- δηλαδή η απόπειρα να αυξηθεί η δυτική επιρροή- θα επεκταθεί στη Λατινική Αμερική σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και τις χώρες της G7. Η δημιουργία μια αλυσίδας εφοδιασμού με κρίσιμες πρώτες ύλες μέσω εμπορίου από εναλλακτικές χώρες όπως η Χιλή, το Μεξικό, η Ινδία και η Αυστραλία θα οδηγήσει σε ένα πλέγμα ασφαλείας, το οποίο θα παρακάμπτει την εξάρτηση από την Κίνα.

Ακόμη, θα υπάρξει μεγαλύτερη χρηματοδοτική συμμετοχή σε Σημαντικά Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος, με τη σύσταση ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Κυριαρχίας. Στόχος, όπως είπε η φον ντερ Λάιεν, το μέλλον της Ε.Ε. να είναι made in Europe και η δήλωσή της αυτή δεν περιορίζεται μόνο στις διεθνείς κινήσεις, αλλά επεκτείνεται και στις προσπάθειες εσωτερικής πολιτικής αναμόρφωσης, προκειμένου να ενισχυθούν τα σαθρά θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Εάν η Ε.Ε. υπηρετήσει με συνέπεια τους νέους στόχους που έχει θέσει, έχει σοβαρές πιθανότητες να τους πετύχει.

 

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας