της Μαρίας Αδαμίδου
Η εποχή που ο γαλλογερμανικός άξονας έπαψε να λειτουργεί σαν κινητήριος μοχλός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ακούστηκε για πρώτη φορά ο όρος «γερμανική Ευρώπη», μετρά ήδη περισσότερο από μια δεκαετία. Ουδείς ξαφνιάζεται, πλέον, όταν η (Γερμανίδα) πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, απηχεί τις γερμανικές απόψεις για τη διαχείριση της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης, γύρω από τις οποίες συσπειρώνονται οι γνωστοί σε όλους μας από την περίοδο των μνημονίων «δορυφόροι» της, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Φινλανδία.
Ωστόσο κάτι φαίνεται να αλλάζει στους κόλπους της Ε.Ε., με έναυσμα την ενεργειακή κρίση, που δύσκολα μπορεί κανείς να προβλέψει εάν θα οδηγήσει σε τεκτονικές αλλαγές, δημοκρατικότερες ενδοκοινοτικές διαδικασίες ή ακόμη και ισχυρούς τριγμούς στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Με αφορμή τις προτάσεις για πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, αλλά και τον εντελώς διαφορετικό βαθμό εξάρτησης κάθε χώρας από το ρωσικό αέριο, διαμορφώνονται νέες συμμαχίες, που αυτή τη φορά μοιάζουν να έχουν μεγαλύτερο βάθος από ότι στο παρελθόν.
Βουλγαρία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πολωνία, Βέλγιο, Μάλτα, Κροατία, Πορτογαλία, Λιθουανία, Λετονία, Σλοβενία, Ρουμανία, Σλοβακία και Κύπρος τάσσονται υπέρ του πλαφόν και αντί να υπάρξει μια διάσπαση του «μετώπου» μετά το «όχι» της Κομισιόν με υποβολέα τη Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο και Πολώνια ανέλαβαν την επόμενη εβδομάδα να καταθέσουν στην Κομισιόν μια τεχνική πρόταση σχετικά με το πλαφόν.
Επιπλέον, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, παρότι δεν κατάφεραν να πραγματοποιήσουν την προγραμματισμένη Σύνοδο Κορυφής, καθώς ο Ισπανός πρωθυπουργός είναι ακόμη θετικός στον covid-19, έχουν διαφοροποιήσει τη στάση τους εδώ και καιρό, και βρίσκουν πρόθυμους συμμάχους. Άλλωστε αυτή τη φορά, ο Νότος βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση: η Ελλάδα έχει συνάψει συμφωνίες που της επέτρεψαν να διαφοροποιήσει σε πάρα πολύ σημαντικό βαθμό τις πηγές προμήθειας φυσικού αερίου, με τελευταία τη στρατηγική συμφωνία με την Total Energies για δύο φορτία LNG μηνιαίως, με αποτέλεσμα η εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο να έχει μειωθεί καθοριστικά. Στον ίδιο δρόμο κινείται η Ιταλία, η οποία έχει κάνει τις επαφές της με αφρικανικές χώρες και έχει εξασφαλίσει εναλλακτικές πηγές τροφοδοσίας φυσικού αερίου. Η Γαλλία νιώθει ασφαλής χάρη στα πυρηνικά της εργοστάσια και η Ισπανία χαράσσει το δικό της μονοπάτι χάρη στην πολύ χαμηλή εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Οι χώρες του Νότου, με πρωταγωνιστή την Ελλάδα, λειτουργούν επίσης ως πύλες εισόδου φυσικού αερίου για τους γείτονές τους. Ο IGB, η εμπορική λειτουργία του οποίου εγκαινιάζεται σήμερα, αποτελεί σωτήρια διέξοδο για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Βουλγαρίας, αλλά και άλλων χωρών των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η Ρεβυθούσα υποδέχεται φορτία LNG και τρίτων χωρών, ενώ στη δύναμη πυρός της Ελλάδας θα προστεθεί το 2023 και ο FSRU στην Αλεξανδρούπολη.
Η διαφορά, επίσης, σε σχέση με προηγούμενες περιόδους κρίσεων, είναι ότι ο ευρωπαϊκός Νότος πιέζει, επιμένει, και καταθέτει στοιχειοθετημένες προτάσεις, είτε κατά μόνας είτε σε συνέργεια με άλλα κράτη-μέλη.
Η κατάσταση που δημιουργεί η ενεργειακή κρίση έχει τον χαρακτήρα επείγοντος. Ο κίνδυνος φτωχοποίησης μιας χούφτας χωρών, όπως έβλεπαν τα πράγματα οι Ευρωπαίοι κατά τη δημοσιονομική κρίση, δεν θα έβαζε βόμβα στα θεμέλια της Ε.Ε. Ο κίνδυνος, όμως, να μην έχουν εκατομμύρια Ευρωπαίοι θέρμανση κατά τη διάρκεια του χειμώνα, να αντιμετωπίζουν διακοπές ρεύματος και δυσθεώρητους λογαριασμούς ενέργειας και σουπερμάρκετ, μέσα στην καρδιά της Ε.Ε. και όχι στα… περιθωριακά κράτη του Νότου, θέτει σε κίνηση άλλα αντανακλαστικά σε πολλές χώρες.
Πριν φτάσουμε στη λογική του «ο σώζων εαυτώ σωθήτω», και μέσα σε ένα κλίμα αυξανόμενου ευρωσκεπτικισμού, πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά τους και η δική μας, κάνουν μια σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση για το σύνολο των κρατών-μελών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Να λειτουργήσει η Ε.Ε. ως Ένωση, ένα ζητούμενο δεκαετιών που ακόμη δεν έχει πραγματωθεί.
Η Γερμανία, παρότι η οικονομία της έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα από την ενεργειακή κρίση και στην ουσία βρίσκεται στο μάτι του ενεργειακού κυκλώνα, ακόμη επηρεάζει σε καθοριστικό βαθμό τα τεκταινόμενα στις Βρυξέλλες και εξακολουθεί να «βρυχάται», επιδεικνύοντας την οικονομική της δύναμη. Το πακέτο των 200 δισ. € που ανακοίνωσε για τη στήριξη των νοικοκυριών και της βιομηχανίας της, είναι μια κίνηση εντυπωσιακή, που όμως αφορά μόνο την ίδια τη χώρα, δεν μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση από τους εταίρους της. Ωστόσο, αυτή τη φορά, ελάχιστοι στην Ε.Ε. εντυπωσιάζονται από τη δύναμη της Γερμανίας και οι φωνές που κατέκριναν την απόφαση του Όλαφ Σολτς ήταν πολλές και δυναμικές. Οι αντιδράσεις στις γερμανικές «συνταγές» πλέον δεν είναι αναιμικές, ούτε μεμονωμένες. Και οι λύσεις που προτείνονται από τις συμμαχίες που σχηματίζονται στον αντίποδα της γερμανικής σφαίρας επιρροής, δεν είναι αφελείς, αλλά ουσιαστικές. Και αφορούν την Ευρώπη στο σύνολό της…