Εξέπνευσε η προθεσμία που έχει δώσει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας στους φορείς που συμμετέχουν στην άτυπη κλειστή διαβούλευση επί του υπό αναθεώρηση Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) για να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει λάβει πληθώρα παρατηρήσεων και σχολίων, που σε πολλές περιπτώσεις κινούνται σε….αποκλίνουσες τροχιές. Αυτά θα μπορούσαν να συμπτυχθούν ως εξής:
Ενστάσεις από τους παραγωγούς φωτοβολταϊκών για το (μικρό) χαμήλωμα του πήχη για την εγκατεστημένη ισχύ από φωτοβολταϊκά στο τέλος της δεκαετίας σε σχέση με την αρχική εκδοχή και το μεγαλύτερο χαμήλωμα του πήχη για τις μονάδες αποθήκευσης με μπαταρίες.
«Ναι μεν αλλά» από τους παραγωγούς αιολικών γιατί ο στόχος για τα αιολικά αναθεωρήθηκε μεν ανοδικά (ελαφρώς…), αλλά θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερη φιλοδοξία.
Διπλωματικά διατυπωμένος αλλά σαφής προβληματισμός από παράγοντες της αγοράς φυσικού αερίου σε σχέση με τον ρόλο που επιφυλάσσει το νέο ΕΣΕΚ στο καύσιμο της μετάβασης, οι υποδομές του οποίου διαδραματίζουν ρόλο-κλειδί όχι μόνο για την επάρκεια και την ευστάθεια του εγχώριου Συστήματος, αλλά και την φιλοδοξία της Ελλάδας να αναδειχθεί σε κόμβο για την ασφάλεια εφοδιασμού της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Ανησυχία για περικοπές ΑΠΕ
Πιο αναλυτικά, ο Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) εκφράζει τον έντονο προβληματισμό του για τη μείωση στις υποδομές αποθήκευσης (μπαταρίες και αντλησιοταμίευση) στα 5,3 GW σε σχέση με τα προσφάτως εξαγγελθέντα 8 GW. Και τούτο διότι, όπως εξηγεί «Οι αναγκαστικές περικοπές της ανανεώσιμης παραγωγής ΑΠΕ λόγω συνθηκών υπερδυναμικότητας έχουν κάνει ήδη την εμφάνιση τους με τα σημερινά επίπεδα ΑΠΕ των περίπου 11.5 GW στο διασυνδεδεμένο σύστημα, πόσο μάλλον αν φθάσουμε στα επόμενα 5-7 χρόνια, όπως προεξοφλείται και με βάση τους όρους σύνδεσης που έχουν εκδοθεί, στα περίπου 25 GW». Όπως εξηγεί ο ΣΠΕΦ, «Το κρίσιμο σημείο στην ισορροπία του ηλεκτρικού συστήματος είναι το ισοζύγιο ισχύος μεταξύ παραγωγής και ζήτησης στον πραγματικό χρόνο. Μέχρι το 2030 δεν προβλέπουμε η αιχμή της ζήτησης τα μεσημέρια μεσοσταθμικά να ξεφεύγει άνω των 10 GW, οπότε έχοντας ΑΠΕ στα 25 GW και αποθήκευση στα 5,3 GW, εκτιμούμε πως οι περικοπές τις ημέρες με άνεμο και ηλιοφάνεια θα είναι ιδιαίτερα υψηλές τις ώρες εκείνες»
Ο ΣΠΕΦ εκφράζει επίσης αμφιβολίες για το εάν θα επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για μείωση του κόστους των τεχνολογιών ΑΠΕ (υπό το πρίσμα της αύξησης του πληθωρισμού και του κόστους δανεισμού) και διατυπώνει ανησυχία για την παρουσία νέων μικρομεσαίων Φ/Β έργων στην περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, εκτιμώντας ότι εν λόγω έργα «είναι τα μόνα που διασφαλίζουν πραγματικά σταθερό, κρατικά ελεγχόμενο και χωρίς αστερίσκους κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές»
Ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) από την πλευρά του κρίνει ως αδικαιολόγητη τη μείωση του στόχου για την εγκατεστημένη ισχύ από φωτοβολταϊκά στο τέλος της δεκαετίας στο 13,4 GW (έναντι 14,1 GW στο προσχέδιο του Ιανουαρίου) και προκρίνει την διατήρηση του αρχικού στόχου. Σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «οι τρέχοντες ρυθμοί ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών αλλά και το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, δείχνουν ότι τα φωτοβολταϊκά είναι ίσως η μόνη τεχνολογία η οποία, όχι μόνο μπορεί, αλλά προβλέπεται ότι θα ξεπεράσει και τους νέους στόχους του ΕΣΕΚ ως το 2030. Σε συνδυασμό μάλιστα με μονάδες αποθήκευσης “πίσω από τον μετρητή” ξεπερνιέται σε μεγάλο βαθμό και το πρόβλημα της επάρκειας δικτύων και των συνεπαγόμενων περικοπών. Ο ΣΕΦ συγκλίνει με τον ΣΠΕΦ στη διαφωνία για την μείωση του στόχου για την αποθήκευση με μπαταρίες ως το 2030 (3,1 GW έναντι 5,6 GW στο προσχέδιο του Ιανουαρίου 2023), κρίνοντας δεν δικαιολογείται ούτε από την ανάγκη εξισορρόπησης του συστήματος, ούτε από το εντονότατο επενδυτικό ενδιαφέρον για μπαταρίες. έργων απαιτούν πολλά έτη). Έρχεται δε σε αντίφαση -σύμφωνα με τον ΣΕΦ- με το ίδιο το κείμενο του ΕΣΕΚ που προδιαγράφει εμμέσως μεγαλύτερη ισχύ μπαταριών, μέσω επέκτασης του εγκεκριμένου σχήματος στήριξης για αυτόνομες μονάδες κατά 500-1000 MW (σ.σ. αυτή τη στιγμή αφορά 1000 MW, εκ των οποίων τα πρώτα 400 έχουν ήδη «μοιραστεί» στον πρώτο διαγωνισμό του Αυγούστου), προσπάθειας επέκτασης του σχήματος για κρατική στήριξη υβριδικών μονάδων (αιολικά και φωτοβολταϊκά με μπαταρίες) καθώς και πρόθεση επέκτασης του προγράμματος «φωτοβολταϊκά στις στέγες» που περιλαμβάνουν και μπαταρίες.
Ο ΣΕΦ εκφράζει ενστάσεις για τον σχεδιασμό του ΕΣΕΚ για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο (7,7 GW μονάδων με συμβολή στην ηλεκτροπαραγωγή 12,1 TWh το 2030 δηλαδή μέσο capacity factor 17,9%, εκτιμώντας ότι η διατήρηση τόσων μονάδων για τόσο μικρή συμβολή, θέτει σοβαρά ζητήματα οικονομικής βιωσιμότητας των μονάδων αυτών.
Παράγοντες του κλάδου αιολικής ενέργειας αξιολογούν θετικά την διακριτική αύξηση της φιλοδοξίας του νέου ΕΣΕΚ για τα χερσαία αιολικά, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς τους προβλέπεται τώρα στα 7,6 GW το 2030 (από 7,1 GW προηγουμένως), προσθέτοντας ωστόσο ότι το μερίδιο των αιολικών παραμένει σε χαμηλά επίπεδα ακόμα και μετά την αναθεώρηση. Σε κάθε περίπτωση, η εξέλιξη συνδυάζεται με πτωτική αναθεώρηση του στόχου για τα υπεράκτια αιολικά το 2030 στο 1,9 GW (από 2,7 GW). Οι ίδιες πηγές διάκεινται θετικά και στις αναπροσαρμογές των στόχων για φωτοβολταϊκά και μπαταρίες, εκτιμώντας ότι προωθούν ένα πιο ισορροπημένο ενεργειακό μείγμα, με καλύτερους όρους ως προς το κόστος του.
Στελέχη του χώρου της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής από την πλευρά τους κρίνουν ως πιο ρεαλιστικές -πάντα σε σχέση με την αρχική εκδοχή του Ιανουαρίου- τις παραδοχές για τις μπαταρίες αλλά και την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο. Εκτίμησή τους είναι ότι το νέο ΕΣΕΚ αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο του φυσικού αερίου για την ευστάθεια και επάρκεια του ηλεκτρικού συστήματος. Οι ίδιες πηγές αξιολογούν θετικά την αναφορά στο ΕΣΕΚ στη Μελέτη Επάρκειας Ισχύος του ΑΔΜΗΕ ότι «για την εξασφάλιση της επάρκειας συστήματος και την αποτελεσματική εξισορρόπηση των ΑΠΕ με υπηρεσίες ευελιξίας όπως απαιτείται, είναι αναγκαία η διασφάλιση βεβαιότητας σε κάποιο βαθμό για την ανάκτηση του κόστους των μονάδων, περιλαμβανομένων των πιο αποδοτικών από τις παλαιές μονάδες φυσικού αερίου». Διατύπωση που επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα δημιουργίας Μηχανισμού Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος για τις μονάδες φυσικού αερίου. Με την προοπτική αυτή φαίνεται να διαφωνεί ο ΣΕΦ που τονίζει ότι κάτι τέτοιο συνεπάγεται περαιτέρω επιβάρυνση των καταναλωτών, ενώ επικαλείται και και πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίο που προκρίνει την υιοθέτηση τέτοιων μηχανισμών για μονάδες αποθήκευσης και ηλεκτροπαραγωγή μη ορυκτής προέλευσης.
Τέλος, προβληματισμό εγείρει το σήμα «φειδούς» που εκπέμπει το κείμενο του ΕΣΕΚ αναφορικά με τις υποδομές φυσικού αερίου, τονίζοντας ότι «Προκειμένου να μην υπάρξει συνεχής άνοδος των τιμολογίων χρήσης των υφιστάμενων Συστημάτων Μεταφοράς και Διανομής φυσικού αερίου λόγω αναπόσβεστων επενδύσεων και συγχρόνως μείωσης των διακινούμενων όγκων, προωθούνται μόνο οι απολύτως απαραίτητες επενδύσεις επέκτασης των υποδομών φυσικού αερίου, οι οποίες θα χρειασθούν κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης, συμπεριλαμβανομένων αυτών για τη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας και διασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού σε περιφερειακό επίπεδο». Διατύπωση που φαίνεται να φωτογραφίζει τις μεγάλες επενδύσεις που προωθούνται από ΔΕΠΑ Υποδομών (900 εκατ. ευρώ έως το 2029) και ΔΕΣΦΑ (1,2 δις ευρώ στη δεκαετία). Οι επενδύσεις της ΔΕΠΑ Υποδομών (που ανήκει στον όμιλο Italgas) συζητήθηκαν σύμφωνα με ρεπορτάζ των ιταλικών ΜΜΕ κατά την συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με την Ιταλίδα ομόλογό του Τζόρτζια Μελόνι την εβδομάδα που πέρασε.