Τα πρώτα κομμάτια στο μετοχικό παζλ του Great Sea interconnector αρχίζουν να μπαίνουν στη θέση τους. Η Κύπρος έπειτα από πολλά «μπρος-πίσω» και μπόλικη αναβλητικότητα, είπε χθες το ναι. Το υπουργικό συμβούλιο στη Λευκωσία ενέκρινε την είσοδο του κυπριακού Δημοσίου στο καλώδιο των 1.200 χιλιομέτρων, με ποσό μέχρι 100 εκατ. ευρώ.
Είναι ο πρώτος παίκτης απ’ όσους μέχρι τώρα έχει προσεγγίσει ο ΑΔΜΗΕ που βάζει λεφτά πάνω στο τραπέζι. Κανείς άλλος δεν το έχει κάνει μέχρι τώρα. Εκκρεμούν φυσικά αντίστοιχες κινήσεις από το ισραηλινό fund Aluma και το επενδυτικό κεφάλαιο TAQA από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με τα οποία έχουν συναφθεί συμφωνίες και MUO, με τις οποίες θα σταλούν και τα κατάλληλα επενδυτικά σήματα για να περάσει το project στον επόμενο γύρο, αυτόν της επιταχυνόμενης υλοποίησης.
Κατά πάσα πιθανότητα η κίνηση των Κυπρίων θα «ξεκλειδώσει» τα πορτοφόλια και των άλλων δύο δυνητικών μετόχων και θα επιταχύνει τις διαδικασίες. Σε αυτό το σενάριο, το μετοχικό σχήμα του GSI θα είναι τετραμελές, με πιθανά ποσοστά 25% για κάθε έναν από τους εταίρους.
Μένει να φανεί, όπως επίσης αν θα υπάρξει και κάποιο «new entry», καθώς συζητήσεις από πλευράς ΑΔΜΗΕ είχαν προηγηθεί τόσο με αμερικανική εταιρεία, όσο και με τη σαουδαραβική πλευρά, χωρίς ωστόσο να υπάρξει κάποια πρόοδος μετά τις πρώτες επαφές.
Κρίνοντας πάντως από τα όσα δήλωσε χθες ο κύπριος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου, η παραπάνω τετραμελής μετοχική σύνθεση του έργου φαίνεται ότι είναι και η τελική: ΑΔΜΗΕ, Κυπριακό Δημόσιο, Aluma και TAQA.
«Θα επικαιροποιηθούν κάποιες εκθέσεις βιωσιμότητας του έργου και θα γίνουν μελέτες, από κοινού με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως ο ΑΔΜΗΕ, επενδυτικά ταμεία, όπως το TAQA των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ.Παπαναστασίου. Για να συμπληρώσει ότι η τελική επενδυτική απόφαση θα ληφθεί μετά από κάποιους ελέγχους, καθώς επίσης ότι θα γίνει μελέτη δέουσας επιμέλειας επί της νομικής και οικονομικής πτυχής του θέματος.
Ανεξάρτητα από τα διαδικαστικά, η μεγάλη εικόνα είναι ότι το έργο προχωράει. Και τα επόμενα βήματα για τη πρώτη μεγάλη ηλεκτρική διασύνδεση που θα συνδέσει την Ευρώπη με τη Μ. Ανατολή, είναι μαζί με τα οριστικά μετοχικά ποσοστά, να δοθούν απαντήσεις ως προς το κόστος χρηματοδότησης της διασύνδεσης, εκτιμώμενου προϋπολογισμού 1,9 δισ ευρώ.
Αφαιρώντας κανείς από αυτά τα 657 εκατ ευρώ από το Connecting Europe Facility, απομένουν περίπου 1,3 δισ. ευρώ για τα οποία έχει κατά καιρούς ειπωθεί ότι θα εξευρεθούν από τραπεζικό δανεισμό, μέσω EIB, όσο και από εμπορικές τράπεζες, όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιου τύπου projects.
Στο θέμα ωστόσο υπάρχει αδράνεια εδώ και μήνες, προφανώς γιατί εκκρεμούσε το «κλείδωμα» της μετοχικής σύνθεσης του έργου. Τώρα λογικά θα αρχίσουν να έρχονται και τα πρώτα νέα από το μέτωπο των τραπεζών.
Στο μεταξύ, η κατασκευή έχει ουσιαστικά ξεκινήσει από το Δεκέμβριο, τότε που η εταιρεία Nexans έλαβε από τον ΑΔΜΗΕ την εντολή να «δεσμεύσει» το απαραίτητο slot για την παραγωγή των καλωδίων και να βάλει μπροστά τις σχετικές διαδικασίες.
Το project, με μεταφορική ικανότητα τα 2 GW (1 GW σε πρώτη φάση) περιλαμβάνει την κατασκευή τριών υποσταθμών μετατροπής, έναν σε κάθε χώρα, Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ.
Ο GSI, είναι το πιο ώριμο έργο απ’ όλα όσα τρέχει την περίοδο αυτή ο ΑΔΜΗΕ. Συνιστά ένα κρίσιμο ενεργειακό έργο, που θα ολοκληρωθεί σε δύο διαδοχικές φάσεις (Κρήτη – Κύπρος και Κύπρος – Ισραήλ) μέχρι το 2029. Και με τη λειτουργία του αφενός θα τερματισθεί η ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου, αφετέρου θα πάρει «ανάσες» το προβληματικό ηλεκτρικό σύστημα του Ισραήλ.
Η διασύνδεση του συστήματος της χώρας με το υποβρύχιο καλώδιο θεωρείται απαραίτητη, προκειμένου να καλυφθούν τα μεγάλα ενεργειακά κενά που θα αντιμετωπίζει τα επόμενα χρόνια. Τις εξελίξεις παρακολουθεί στενά και η ελληνική κυβέρνηση. Το έργο, το οποίο θα μπορούσε να «κουμπώσει» στην πορεία με άλλα, αποτελεί ένα πρώτο βήμα για την ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ της Μέσης Ανατολής και της ηπειρωτικής Ευρώπης.