Οι ηλιόλουστες ανοιξιάτικες μέρες φέρνουν… καλοκαιρία στις τσέπες των νοικοκυριών με τις ενδείξεις από την χονδρεμπορική αγορά ρεύματος να προμηνύουν μειωμένα κυμαινόμενα τιμολόγια για τον ερχόμενο μήνα.
Η αυξημένη ηλιοφάνεια, η άνοδος της θερμοκρασίας και η ενισχυμένη παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά και αιολικά) που για τον Απρίλιο ξεπερνούν το 50% στο ενεργειακό μείγμα, «ξεκλειδώνουν» την αποκλιμάκωση των τιμών στη χονδρική αγορά καθώς περιορίζονται οι ανάγκες για χρήση των πιο ακριβών μονάδων φυσικού αερίου.
Η πτώση της συνεισφοράς των συμβατικών μονάδων παραγωγής (οι οποίες βέβαια λόγω της ευελιξίας τους «σώζουν» την κατάσταση όταν οι ΑΠΕ δεν μπορούν να στηρίξουν το σύστημα όπως τις βραδινές ώρες ή όταν οι καιρικές συνθήκες δεν είναι σύμμαχος) στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας μας σπρώχνουν την οριακή τιμή συστήματος προς τα κάτω, γεγονός που θα αποτυπωθεί και στα τιμολόγια του ερχόμενου μήνα.
Με δεδομένο πως το φυσικό αέριο είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ο καταλυτικός παράγοντας των τιμών στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι καταναλωτές για την ώρα μπορούν να αισθάνονται κερδισμένοι καθώς η τιμή του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο ενέργειας (ΤΤF) έχει σταθεροποιηθεί σε σχετικά χαμηλά επίπεδα (πέριξ των 35 ευρώ ανά MW), μετά την ανακοίνωση των δασμών Tραμπ (στις 2 Απριλίου) που μέχρι τον Ιούλιο έχουν παγώσει.
Χαρμόσυνα μαντάτα από τα τιμολόγια Μαΐου
Για σήμερα, Παρασκευή 25 Απριλίου, στην DAM (Aγορά Επόμενης Μέρας) η τιμή ρεύματος, όπως αυτή διαμορφώνεται στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας με βάση το μίγμα ηλεκτροπαραγωγής και τη ζήτηση, άνοιξε στα 85,15 ευρώ/MWh. Τον περασμένο μήνα, η μέση χονδρεμπορική τιμή ρεύματος έκλεισε στα 105,9 ευρώ/MWh. Και σήμερα, οι ΑΠΕ κατακτούν την πρώτη θέση στην ηλεκτροπαραγωγή με ποσοστό 39,80% έναντι 30,37% του φυσικού αερίου.
Εφόσον δεν προκύψουν νέες εκπλήξεις και αναταραχές, τα κυμαινόμενα (κίτρινα και πράσινα) τιμολόγια ρεύματος του Μαΐου θα μειωθούν (κατά μέσο όρο 10% με βάση τις χονδρεμπορικές τιμές τις 25 μέρες του Απριλίου στο χρηματιστήριο ενέργειας), δίνοντας πολύτιμο οξυγόνο σε δυσχερή οικονομική συγκυρία για καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Με τα σημερινά δεδομένα θεωρείται βέβαιο πως, όπως και τον Απρίλιο, δε θα χρειαστούν κρατικές επιδοτήσεις σε νοικοκυριά και επιχειρείν το οποίο βρίσκεται εν αναμονή ανακοινώσεων για τις επιδοτήσεις που αφορούν τους μήνες Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο.
Οι πάροχοι από την πλευρά τους, προσπαθώντας να κρατήσουν την πελατεία τους, θα προσφέρουν ελκυστικά τιμολόγια και τον Μάιο χωρίς να χρειάζεται να προβούν σε μεγάλες εκπτώσεις αφού τα κόστη αποκλιμακώνονται.
Είναι δεδομένο πως όσο προχωρά η άνοιξη και πλησιάζουμε στο καλοκαίρι, θα βελτιώνονται οι καιρικές συνθήκες το ενεργειακό κόστος θα πέφτει, καθώς λειτουργούν περισσότερες ώρες τις ημέρας οι φθηνές ΑΠΕ, παρέχοντας πολύτιμες ποσότητες πράσινης ενέργειας. Βέβαια αναπόφευκτα θα αυξάνονται και οι περικοπές ενέργειας για να μείνει όρθιο το δίκτυο.
Με βάση τις τιμές που ανακοίνωσαν οι πάροχοι, η μέση χρέωση για τον Απρίλιο διαμορφώνεται σε 14,7 λεπτά του ευρώ ανά kWh, καταγράφοντας μείωση κατά 23% σε σχέση με τον Μάρτιο. Τον προηγούμενο μήνα είχε διαμορφωθεί στα 19 λεπτά ανά κιλοβατώρα αν και με την κρατική επιδότηση η καθαρή τιμή «έγραψε» περίπου 17,6 λεπτά ανά kWh, τιμή ακριβότερη πέριξ του 18% σε σχέση με τον τρέχοντα μήνα.
Οι ατέλειες της βαλκανικής αγοράς
Μετά τους δασμούς (έστω κι αν έχουν μπει στο ψυγείο), οι τιμές, σε συνδυασμό φυσικά με τον καιρό που από τον τρέχοντα μήνα προσαρμόστηκε σε… ανοιξιάτικη διάθεση, εμφανίζουν πτωτικές διαθέσεις στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας, χωρίς κανείς να βάζει το χέρι του στη φωτιά πως το σκηνικό δε θα αλλάξει άρδην από μία απότομη αλλαγή του καιρού ή ένα απρόβλεπτο γεγονός.
Ας μην παραβλέπουμε και τον καλοκαιρινό εφιάλτη του 2024 που οι τιμές είχαν καρφωθεί σε ιστορικά υψηλά στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης για λόγους κατά βάση συγκυριακούς (όπως η μεγάλη αύξηση των ενεργειακών αναγκών της Ουκρανίας). Πάντως, σήμερα τίποτα δεν προμηνύει μία επανάληψη του περσινού σκηνικού, χωρίς αυτός να σημαίνει πως οι συνθήκες δεν μπορούν να αλλάξουν, επί τα χείρω.
Οι δομικές και διαχρονικές ατέλειες της βαλκανικών ενεργειακών διαδρόμων δεν εξαλείφθηκαν, με τις φτωχές διασυνοριακές διασυνδέσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τα απαρχαιωμένα δίκτυα που απαιτούν μεγάλες επενδύσεις για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες να στρώνουν το έδαφος για μία αγορά επιρρεπή στην αστάθεια, με την Ελλάδα να έχει το πρόσθετο μειονέκτημα της έλλειψης επαρκούς ανταγωνισμού που θα λειτουργούσε σαν ασπίδα στην απογείωση των τιμών.
Η ταχεία προώθηση των έργων αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες) στη χώρα μας θα αντιστάθμιζε σε ένα βαθμό τον αντίκτυπο των ενεργειακών αναταράξεων αλλά η ωρίμανση της αγοράς αργεί ακόμα.