Τα σχέδια δικτύου ηλεκτρισμού πολλών ευρωπαϊκών χωρών υπολείπονται των αντίστοιχων στόχων πολιτικής τους για το 2030 για την αιολική και ηλιακή δυναμικότητα.
Η χώρα μας βρίσκεται ανάμεσα στις 11 χώρες της Ευρωπαικής Ένωσης που προβλέπεται πως δεν θα έχουν αρκετή χωρητικότητα για την αναμενόμενη αιολική και ηλιακή δόμηση εφόσον υλοποιηθούν τα τρέχοντα σχέδια δικτύου σύμφωνα με ενεργειακό think tank Ember.
Οι παραπάνω 11 χώρες μεταξύ αυτών και η Ελλάδα θα μπορούσαν σύντομα να αντιμετωπίσουν σημεία συμφόρησης στα εθνικά τους δίκτυα ενέργειας μεταφοράς, καθώς θα παραχθεί περισσότερη ηλιακή και αιολική ενέργεια από ό,τι έχουν χωρητικότητα τα δίκτυα τους.
Συγκεκριμένα ο νέος ενεργειακός στόχος για την χώρα μας έχει οριστεί στα 33.64 Gigawatts, ενώ η ηλιακή και αιολική δυναμικότητα μας μπορεί να φτάσει τα 13.42 Gigawatts.
Η μη ευθυγράμμιση μεταξύ των σχεδίων του δικτύου ηλεκτρισμού και των πολιτικών στόχων πιθανώς οφείλεται σε μια χρονική υστέρηση μεταξύ της δημιουργίας πολιτικής και της ανάπτυξης του δικτύου.
Το έλλειμμα στη χωρητικότητα του δικτύου ηλεκτρισμού θα μπορούσε να καταστήσει δυσκολότερη την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής πολιτικής και να επιταχύνει τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Ωστόσο, αυτό το μοτίβο δεν είναι πανευρωπαϊκό: αρκετά σχέδια δικτύων βρέθηκαν να είναι στενά ευθυγραμμισμένα με τους στόχους ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και σε τέσσερις χώρες ήταν ακόμη πιο φιλόδοξα τα πράγματα (Κροατία, Δανία, Φινλανδία και Ολλανδία).
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, αυτές οι τελευταίες χώρες έχουν υιοθετήσει μια «λογική προσέγγιση που προετοιμάζει καλύτερα τα δίκτυα μεταφοράς για να φιλοξενήσουν πιθανές μελλοντικές αναβαθμίσεις σε εθνικά επίπεδα φιλοδοξίας»
Το έλλειμμα παραγωγικής ικανότητας είναι προβληματικό, όπως εξηγούν οι συντάκτες της έκθεσης:
«Δεδομένου ότι χρειάζεται πολύ περισσότερος χρόνος για να αυξηθεί η χωρητικότητα του δικτύου από ό,τι για την ανάπτυξη αιολικών και ηλιακών έργων, τα δίκτυα μπορεί να μην είναι έτοιμα να ανταποκριθούν στην κλίμακα των μελλοντικών αυξήσεων».
Αυτό θα καταστήσει δυσκολότερη την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής πολιτικής.