Η ενέργεια κρατά τα “σκήπτρα” στους ρυθμούς ανάπτυξης επενδύσεων από το 2019 και μέχρι το 2023 με βάση τα στοιχεία και τις επεξεργασίες, που κάνει στην τριμηνιαία έκθεση, που δημοσιοποίησε χθες το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Ωστόσο, παραμένει, τουλάχιστον, η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, καθώς παρατηρείται στον κλάδο των ακινήτων η μεγαλύτερη “συσσώρευση” ενδιαφέροντος. Ακολουθούν, με βάση τα στοιχεία, κλάδοι, όπως αυτοί της Μεταποίησης και της Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας , η συνεισφορά των οποίων, όπως αναφέρεται, ωστόσο, σημείωσε μικρή πτώση και όχι αύξηση την τετραετία 2019-2022.
Αναλυτικά, όπως αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού, “δεδομένου του σημαντικού ρόλου των επενδύσεων στην εθνική οικονομία, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε πως οι επενδύσεις κατανέμονται μεταξύ των διαφόρων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα ετήσια στοιχεία της Eurostat, οι δημόσιες επενδύσεις στη δημόσια διοίκηση, την άμυνα και την κοινωνική ασφάλιση έχουν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στο σύνολο των επενδύσεων, με τη συνεισφορά αυτή να έχει αυξηθεί σημαντικά την τελευταία τετραετία (από 13,6% το 2019 σε 17,1% το 2022).
Ακολουθεί ο κλάδος της Διαχείρισης Ακίνητης Περιουσίας (13,2% το 2022), η συνεισφορά του οποίου αυξήθηκε ομοίως σημαντικά μέσα στην τετραετία 2019-2022 (το 2019 ήταν 9,8%). Στη τρίτη και τέταρτη θέση βρίσκονται οι κλάδοι της Μεταποίησης (10,5%), και της Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας (9,0%), η συνεισφορά των οποίων, ωστόσο, σημείωσε μικρή πτώση και όχι αύξηση την τετραετία 2019-2022.
Μια πιο δυναμική εικόνα της συνεισφοράς του κάθε κλάδου οικονομικής δραστηριότητας στις συνολικές επενδύσεις, αποτυπώνεται τους συγκεντρωτικούς ρυθμούς μεγέθυνσης για την περίοδο 2019-2022, πάντα σε όρους επενδύσεων.
Ρυθμοί μεγέθυνσης
Την μεγαλύτερη ανάπτυξη, φτάνοντας ποσά κοντά στα 2 δισ. ετησίως, σημείωσε ο κλάδος της Ενέργειας (+ 118,8%), που περιλαμβάνει, (1) Παραγωγή, μετάδοση και διανομή/εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας, (2) Παραγωγή φυσικού αερίου, διανομή/εμπόριο αερίων καυσίμων με αγωγούς, (3) Παραγωγή και διανομή ατμού και ζεστού νερού για θέρμανση ή παραγωγή ενέργειας, (4) παραγωγή και διανομή ψυχρού αέρα, κρύου νερού για ψύξη, πάγου, ως τροφή αλλά και για ψύξη.
Την ίδια ώρα, τη μεγαλύτερη συρρίκνωση ο κλάδος των Ορυχείων και Λατομείων(-43,6%), αλλαγές που πιθανώς να μπορούν να αποδοθούν στην απολιγνιτοποίηση και τη στροφή προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που επέβαλε η “πράσινη” ενεργειακή πολιτική, η οποία αποτέλεσε σημαντικό πυλώνα των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η δεύτερη μεγαλύτερη επέκταση παρατηρήθηκε στον κλάδο Διαχείρισης Ακίνητης Περιουσίας (83,1%).
Τέλος, συρρίκνωση παρατηρήθηκε στον κλάδο Μεταφορά και Αποθήκευση (- 9,0%), ενώ στασιμότητα παρατηρήθηκε στο κλάδο του Τουρισμού (+ 0,3%), απότοκα της οικονομικής ύφεσης που έφερε η πανδημία με βάση την επεξεργασία των στοιχείων της Eurostat, που κάνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Ο ρόλος των επενδύσεων
Με βάση όσα αναφέρονται από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται καθοριστικά από τις επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο. Ιστορικά, για παράδειγμα χώρες της Ανατολικής Ασίας, όπως η Κορέα, Σιγκαπούρη, Ινδονησία, Ταιβάν, Χονγκ-Κονγκ κατά την περίοδο 1965-1990, αλλά και Ευρωπαϊκές, όπως η Ιρλανδία και Φιλανδία βασίστηκαν στις επενδύσεις ως μοχλό για να επιτύχουν μικρά οικονομικά θαύματα.
Η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων ενισχύει τη ρευστότητα και την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της χώρας, ενώ οι εγχώριες επενδύσεις δημιουργούν άμεσα αυξημένο εισόδημα οδηγώντας σε βραχυχρόνια τόνωση του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ.
Όπως αναφέρεται, ο αντίκτυπος της τριπλής κρίσης (δημοσιονομική, οικονομική και τραπεζική) που έπληξε τη χώρα μας την προηγούμενη δεκαετία, ήταν πολύ ισχυρός για τις επενδύσεις, ισχυρότερος ακόμα και από αυτόν στο ΑΕΠ και την κατανάλωση.Σύμφωνα με τα τριμηνιαία στοιχεία της Eurostat, η ελληνική οικονομία απώλεσε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της (μείωση κατά 26,5% από το δ’ τρίμηνο του 2009 στο ίδιο τρίμηνο του 2014) και πάνω από τις μισές της επενδύσεις (μείωση κατά 59,4% για την ίδια περίοδο αναφοράς). Από το 2015 έως το 2019 οι επενδύσεις ήταν αναιμικές: ο σωρευτικός ακαθάριστος ρυθμός σχηματισμού παγίου κεφαλαίου ήταν μόλις 3,8%, σύμφωνα με τα ετήσια στοιχεία της Eurostat.
Έκτοτε και μέχρι το 2023, ο αντίστοιχος σωρευτικός ρυθμός ανέκαμψε σημαντικά και διαμορφώθηκε στο 41,3%. Από το 2021 και μετά, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), και στο ευνοϊκότερο οικονομικό περιβάλλον, οι επενδύσεις έχουν αρχίσει και ανακάμπτουν, ωστόσο παραμένουν υποδιπλάσιες σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα τους. Το επενδυτικό κενό της χώρας παραμένει μεγάλο. Ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ βρίσκεται το 2023 στο 13,9% του ΑΕΠ ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης για το ίδιο έτος είναι 22,2%. Η κάλυψη αυτού του κενού δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί μέσα σε λίγα μόνο χρόνια και θα απαιτήσει από την οικονομία να αναζητήσει επιπρόσθετους πόρους και μετά την λήξη του ΤΑΑ το 2026.