Μετά την πρόσφατη έγκριση από την ΡΑΕ και επίσημα η ΔΕΗ Ανανεώσιμες διά στόματος του επικεφαλής της Κωνσταντίνου Μαύρου, ανακοίνωσε την δυναμική είσοδο της στο πεδίο της αποθήκευσης ενέργειας. Μιλώντας στο 5ο Ελληνογερμανικό Οικονομικό Φόρουμ, με τίτλο «Όραμα Ανάπτυξης – Εμβληματικές Επενδύσεις», που διοργάνωσε το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, ο κ. Μαύρος ανέφερε ότι η αδειοδότηση αφορά αντίστοιχους σταθμούς κεντρικής αποθήκευσης ενέργειας με συστοιχίες μπαταριών συνολικής δυναμικότητας της τάξεως του 1 GW και ενέργειας αποθήκευσης 3 GWh, που θα δημιουργηθούν στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη. Υπενθυμίζεται η ΡΑΕ είχε εγκρίνει την προηγούμενη εβδομάδα τις οχτώ αιτήσεις για την δημιουργία μονάδων αποθήκευσης ενέργειας συνολικού κόστους επένδυσης άνω των 500 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι ο υπουργός Ενέργειας Κ. Σκρέκας μετέθεσε για το φθινόπωρο την προώθηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου για την αποθήκευση ενέργειας στην Ελλάδα.
Όπως είπε ο κ. Μαύρος, στρατηγικός στόχος του ομίλου ΔΕΗ, «είναι να ενισχύσει σημαντικά την παρουσία του στην Ελληνική αγορά των ΑΠΕ, αλλά και να προχωρήσει στην επέκτασή του στα Βαλκάνια. Μέσω του επενδυτικού πλάνου που υλοποιεί η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, η εγκατεστημένη ισχύς των λειτουργούντων έργων της από 230 MW που είναι σήμερα, αναμένεται να ξεπεράσει τα 500 MW το 2022 και να διαμορφωθεί στο 1,5 GW μέχρι το 2024».
«Πέραν της οργανικής ανάπτυξης, η σύναψη στρατηγικών συνεργασιών, μέσω της υπογραφής Μνημονίων Κατανόησης και Συνεργασίας με σημαντικές πολυεθνικές ενεργειακές εταιρείες αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εφαρμοζόμενης στρατηγικής της Εταιρείας». Αναφερόμενος ειδικότερα στη συνεργασία με τη γερμανική RWE, τη χαρακτήρισε μεγίστης σημασίας για την ανάπτυξη του χαρτοφυλακίου και του στόλου των έργων του ομίλου. «Η εν λόγω σύμπραξη» τόνισε «αναμένεται να επιταχύνει την ανάπτυξη των έργων της εταιρείας αλλά και να διευρύνει περαιτέρω την εγκατεστημένη ισχύ. Η εταιρεία εργάζεται συστηματικά και αναμένεται σύντομα να προχωρήσει στη σύσταση κοινής εταιρείας, με σκοπό την έναρξη εργασιών εντός του 2022 για κοινά έργα με την RWE».