Εδώ στην Ελλάδα εσχάτως έχουμε επικεντρώσει το ενδιαφέρον μας στις τιμές του φυσικού αερίου. Ειδικά όταν αρχίσαμε να τρίβουμε τα μάτια μας βλέποντας τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού και μάθαμε ότι το 40% του ρεύματος παράγεται από το άλλοτε πάμφθηνο αέριο.
Αυτό ωστόσο που διαχρονικά μας πονούσε και μας πονάει στην τσέπη είναι το πετρέλαιο.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Πιθανότατα να φταίει το κόλλημα που έχει ο Ελληνας με το αυτοκίνητό του. Το γεγονός ίσως ότι δεν υπήρχαν καλές συγκοινωνίες. Οτι δεν είχαμε και δεν έχουμε αναπτύξει εναλλακτικά φτηνότερα μεταφορικά μέσα όπως ο σιδηρόδρομος με αποτέλεσμα να συνεχίζουμε να μεταφέρουμε οδικώς το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων μας.
Για όλους αυτούς τους λόγους και ακόμα περισσότερους, η παραμικρή μεταβολή στην τιμή του «μαύρου χρυσού», σταθερά μας ενδιέφερε. Κι όμως δεν κάναμε ποτέ τίποτα οργανωμένα για να απεξαρτηθούμε.
Θα εξαφανιζόταν..
Κάποια στιγμή πιστέψαμε ότι το πρόβλημα της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το πετρέλαιο θα εξαφανιστεί μόνο του.
Οχι μακριά, το καλοκαίρι του 2020, όλες οι εκτιμήσεις έδειχναν ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου είχε περάσει προ πολλού την κορύφωσή της και οι τιμές θα καθηλώνονταν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, σχεδόν για πάντα.
Αυτό εκτιμούσαν εκπρόσωποι κορυφαίων πετρελαϊκών εταιρειών, που ξεκινούσαν παράλληλα τη σταδιακή μετατόπιση των δραστηριοτήτων τους προς φιλικότερες μορφές ενέργειας.
Προφανώς είχε επηρεάσει τις δυσοίωνες εκτιμήσεις για το πετρέλαιο η καθίζηση στη ζήτηση που είχε καταγραφεί λόγω της πανδημίας.
Επιπλέον οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες έδειχναν ότι δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους με αποκορύφωμα τον πόλεμο προσφοράς πετρελαίου στον οποίον επιδίδονταν την ίδια περίοδο η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία.
Πετρέλαιο τσάμπα
Εκείνη την περίοδο, υπήρχε τόσο πολύ πετρέλαιο διαθέσιμο στις αγορές που δεν ήξεραν πού να το βάλουν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μέσα Απριλίου 2020 η τιμή ενός βαρελιού αργού πετρελαίου του Δυτικού Τέξας έπεσε κάτω από το 0 δολάρια το βαρέλι, καθώς οι πωλητές έπρεπε να πληρώσουν για να απαλλαγούν από αυτό.
Τι άλλαξε από τότε και φτάσαμε σήμερα η προσφορά να μην μπορεί να καλύψει τη ζήτηση και το πετρέλαιο να γίνεται ξανά «της μόδας», θα απασχολήσουν πολλά κεφάλαια της παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας.
Ενας τέτοιος κύκλος έχει επαναληφθεί συχνά στην ιστορία του πετρελαίου. Ποτέ ωστόσο δεν είχε προηγηθεί τέτοιου μεγέθους αποστροφή προς το πετρέλαιο και την εξόρυξή του.
Στα μέσα Μαΐου 2021, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας δήλωνε ότι πρέπει να σταματήσει η χρηματοδότηση μεγάλων έργων πετρελαίου και φυσικού αερίου, προκειμένου να περιοριστούν οι επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Λίγους μήνες η ζήτηση ανέκαμψε στα επίπεδα του 2019 από τη μία, αλλά από την άλλη η παραγωγή πετρελαίου είναι μειωμένη και τα αποθέματα εξαντλημένα. Ε
ίπαμε δεν προκαλεί έκπληξη η εν λόγω ανατροπή. Αλλωστε γύρω από το πετρέλαιο και τις διακυμάνσεις του εξελίσσονταν πάντα μια ιστορία είτε μεγάλης άνθησης είτε κατάρρευσης. Ενδιάμεσο σπάνια υπήρχε.
Το θέμα είναι τι έμαθαν από τις διακυμάνσεις του, χώρες με υψηλή εξάρτηση από αυτό όπως η Ελλάδα.
Μετά την είσοδο των Ρώσων στην Ουκρανία η τιμή του πετρελαίου ξεπέρασε ξανά τα 105 δολάρια το βαρέλι, αυξάνοντας αυτόματα τα κόστη κάθε προϊόντος. Προκαλώντας νέες πληθωριστικές πιέσεις στις ήδη έντονες από την άνοδο του φυσικού αερίου που είχε προηγηθεί.
Και ξανά στο ίδιο έργο, η ελληνική οικονομία θεατής...
Αναδημοσίευση από την στήλη ΒΑΒΕΛ, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ