Δεν αποκλείεται ένα πετρελαϊκό σοκ αντίστοιχο με εκείνο του 1973 αν επιδεινωθεί η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, σύμφωνα με τον διευθυντή της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA) Φατίχ Μπιρόλ.
«Ασφαλώς δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η πολιτική κατάσταση. Αλλά οι εντάσεις είναι πολύ ισχυρές, και σχεδόν το ένα τρίτο των εξαγωγών πετρελαίου προέρχεται από την περιοχή αυτή. Όχι μόνο οι παραγωγοί είναι εκεί, αλλά και βασικοί εμπορικοί δρόμοι», υπενθύμισε ο Μπιρόλ όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους για τον αντίκτυπο του πολέμου μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς.
«Μια μείζονα γεωπολιτική κρίση εκεί θα μπορούσε να οδηγήσει εκ νέου σε ένα πετρελαϊκό σοκ, 50 χρόνια μετά [το σοκ του 1973]», υπογράμμισε, στο περιθώριο της παρουσίασης της ετήσιας έκθεσης της διεθνούς υπηρεσίας για τις παγκόσμιες ενεργειακές προοπτικές έως το 2030. «Ελπίζουμε πολύ ότι δεν θα φθάσουμε εκεί, ότι θα βρεθούν ειρηνικές λύσεις μεταξύ των πλευρών», πρόσθεσε, κρίνοντας πως μια «αστάθεια στην αγορά» θα ήταν «κακή είδηση για όλους και κυρίως για τις αναπτυσσόμενες χώρες».
Στην έκθεση του ΙΕΑ υπογραμμίζεται ότι οι αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή έχουν στρέψει εκ νέου την προσοχή στις ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια, ενώ πολλές χώρες εξακολουθούν να παλεύουν με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης που ξέσπασε πέρυσι. Τονίζεται δε ότι «η τεταμένη κατάσταση στη Μέση Ανατολή έρχεται 50 χρόνια μετά το πετρελαϊκό σοκ που οδήγησε στην ίδρυση του ΔΟΕ, δημιουργώντας περαιτέρω αβεβαιότητα για μια ταραγμένη παγκόσμια οικονομία που αισθάνεται τις επιπτώσεις του επίμονου πληθωρισμού και του υψηλού κόστους δανεισμού».
Τι συμβαίνει στο «μέτωπο» του LNG
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, ο ΙΕΑ εκτιμά ότι η πίεση στις τιμές θα χαλαρώσει σε δύο χρόνια. «Στις αγορές φυσικού αερίου κυριαρχούσαν οι φόβοι για την ασφάλεια και τις αιχμές των τιμών μετά τη διακοπή των προμηθειών της Ρωσίας προς την Ευρώπη και οι ισορροπίες της αγοράς παρέμεναν επισφαλείς. Ωστόσο, μια άνευ προηγουμένου αύξηση των νέων έργων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) που θα τεθούν σε λειτουργία από το 2025 αναμένεται να προσθέσει πάνω από 250 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως νέας δυναμικότητας έως το 2030, που ισοδυναμεί με περίπου το 45% της σημερινής συνολικής παγκόσμιας προσφοράς LNG», αναφέρεται.
«Η ισχυρή αύξηση της δυναμικότητας θα μειώσει τις τιμές και τις ανησυχίες για τον εφοδιασμό με φυσικό αέριο, αλλά ενέχει επίσης τον κίνδυνο να δημιουργηθεί πλεόνασμα προσφοράς, δεδομένου ότι η αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης φυσικού αερίου έχει επιβραδυνθεί σημαντικά από τη “χρυσή εποχή” επέκτασης των αγορών φυσικού αερίου κατά τη δεκαετία του 2010. Ως αποτέλεσμα, η Ρωσία θα έχει πολύ περιορισμένες ευκαιρίες να επεκτείνει την πελατειακή της βάση. Το μερίδιό της στο διεθνώς διακινούμενο αέριο, το οποίο ανερχόταν στο 30% το 2021, θα μειωθεί στο μισό αυτού του μεριδίου έως το 2030.»
Αναφορικά με την Κίνα, μια χώρα που «ασκεί υπέρμετρη επιρροή στις παγκόσμιες ενεργειακές τάσεις», ο ΙΕΑ αναφέρει ότι η συνολική ενεργειακή της ζήτηση «αναμένεται να κορυφωθεί γύρω στα μέσα αυτής της δεκαετίας, με τη συνεχιζόμενη δυναμική ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας να θέτει σε πτώση τη ζήτηση και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου».
«Καμπανάκι» για τους κλιματικούς στόχους
Παράλληλα η έκθεση υπογραμμίζει ότι η ζήτηση ορυκτών καυσίμων αναμένεται να παραμείνει υπερβολικά υψηλή για να διατηρηθεί ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για τον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 °C. «Αυτό ενέχει τον κίνδυνο όχι μόνο να επιδεινωθούν οι κλιματικές επιπτώσεις μετά από ένα έτος καύσωνα ρεκόρ, αλλά και να υπονομευθεί η ασφάλεια του ενεργειακού συστήματος, το οποίο κατασκευάστηκε για έναν ψυχρότερο κόσμο με λιγότερα ακραία καιρικά φαινόμενα», σημειώνεται. «Η κάμψη της καμπύλης των εκπομπών σε μια πορεία σύμφωνη με το πλάνο [για αύξηση της θερμοκρασίας κατά] 1,5 βαθμό Κελσίου παραμένει δυνατή αλλά πολύ δύσκολη. Το κόστος της αδράνειας θα μπορούσε να είναι τεράστιο: παρά την εντυπωσιακή αύξηση της καθαρής ενέργειας με βάση τις σημερινές ρυθμίσεις πολιτικής, οι παγκόσμιες εκπομπές θα παρέμεναν αρκετά υψηλές ώστε να ανεβάσουν τη μέση παγκόσμια θερμοκρασία κατά περίπου 2,4 βαθμούς Κελσίου αυτόν τον αιώνα, πολύ πάνω από το βασικό όριο που ορίζεται στη συμφωνία του Παρισιού.»
Προκειμένου να επιταχυνθεί η πορεία απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, ο ΙΕΑ προτείνει τον τριπλασιασμό της παγκόσμιας δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τον διπλασιασμό του ρυθμού βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση των εκπομπών μεθανίου από τις εγκαταστάσεις που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα κατά 75%. Ακόμα, θα απαιτηθούν καινοτόμοι, μεγάλης κλίμακας χρηματοδοτικοί μηχανισμοί για τον τριπλασιασμό των επενδύσεων σε καθαρή ενέργεια στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες και μέτρα για τη διασφάλιση της ομαλής μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού των νέων εγκρίσεων για μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.
Πηγή: ot.gr