Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Θεόδωρος Ρούσβελτ, είχε δηλώσει για τη Διώρυγα του Παναμά ότι είναι «ένα από τα κατορθώματα για τα οποία οι άνθρωποι της δημοκρατίας μας θα αναπολούν με τη μεγαλύτερη υπερηφάνεια». Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί να πάρει πίσω το Κανάλι, στο όνομα της ίδιας δημοκρατίας.
Ο νεοεκλεγείς Αμερικανός πρόεδρος καταγγέλλει τα αυξημένα τέλη που έχει επιβάλει ο Παναμάς για τη χρήση της πλωτής οδού που συνδέει τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό ωκεανό. Λέει ότι εάν τα πράγματα δεν αλλάξουν μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον επόμενο μήνα, «θα απαιτήσουμε να επιστραφεί η Διώρυγα του Παναμά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, πλήρως, γρήγορα και χωρίς αμφιβολία».
Ο Τραμπ εδώ και καιρό απειλεί ακόμη και συμμάχους με τιμωρητικές ενέργειες με την ελπίδα να κερδίσει παραχωρήσεις. Αλλά οι ειδικοί και στις δύο χώρες είναι ξεκάθαροι: Αν δεν πάει σε πόλεμο με τον Παναμά, ο Τραμπ δεν μπορεί να επανακτήσει τον έλεγχο του Καναλιού που οι ΗΠΑ συμφώνησαν να παραχωρήσουν τη δεκαετία του 1970.
Η Διώρυγα
Πρόκειται για μια τεχνητή πλωτή οδό που χρησιμοποιεί μια σειρά από δεξαμενές για πάνω από 82 χιλιόμετρα στη μέση του Παναμά και συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό. Για τα πλοία, εξοικονομεί πάνω από 11.000 χιλιόμετρα, καθώς αποφεύγουν να περιπλεύσουν το Ακρωτήριο Χορν στο νότιο άκρο της Νότιας Αμερικής.
Το Κανάλι εξοικονομεί για τα αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα «σημαντικό χρόνο και ένα σημαντικό κόστος καυσίμων» και επιτρέπει ταχύτερη παράδοση αγαθών, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για φορτία ευαίσθητα στο χρόνο και ευπαθή αγαθά.
Η κατασκευή
Μια προσπάθεια δημιουργίας ενός καναλιού μέσω του Παναμά με επικεφαλής τον Φερντινάν Λεσέψ, ο οποίος έχτισε τη Διώρυγα του Σουέζ της Αιγύπτου, ξεκίνησε το 1880 όμως λίγα χρόνια αργότερα, χρεοκόπησε.
Η ελονοσία, ο κίτρινος πυρετός και άλλες τροπικές ασθένειες αποδεκάτισαν το εργατικό δυναμικό που ήδη είχε να αντιμετωπίσει ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο έδαφος και σκληρές συνθήκες εργασίας στη ζούγκλα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, κατά την κατασκευή της διώρυγας χάθηκαν περισσότερες από 20.000 ζωές.
Ο Παναμάς ήταν τότε επαρχία της Κολομβίας, η οποία αρνήθηκε να επικυρώσει τη συνθήκη του 1901 που αδειοδοτούσε αμερικανικά συμφέροντα για την κατασκευή του καναλιού. Ο Ρούσβελτ απάντησε στέλνοντας πολεμικά πλοία στις ακτές του Παναμά, τόσο του Ατλαντικού, όσο και του Ειρηνικού. Οι ΗΠΑ προετοίμασαν επίσης ένα σύνταγμα έτοιμο για εφαρμογή μετά την ανεξαρτησία του Παναμά, δίνοντας στις αμερικανικές δυνάμεις «το δικαίωμα να επέμβουν σε οποιοδήποτε μέρος του Παναμά, για να αποκαταστήσουν τη δημόσια ειρήνη και τη συνταγματική τάξη».
Τα κολομβιανά στρατεύματα δεν μπόρεσαν καν να διασχίσουν τη σκληρή ζούγκλα και ο Παναμάς κήρυξε ουσιαστικά μια αναίμακτη ανεξαρτησία τον Νοέμβριο του 1903 και σύντομα υπέγραψε μια συνθήκη που επέτρεπε σε μια αμερικάνικη κοινοπραξία να ξεκινήσει την κατασκευή.
Υπό αμερικανικό έλεγχο
Η πλωτή δίοδος άνοιξε το 1914, αλλά σχεδόν αμέσως πολλοί στον Παναμά άρχισαν να αμφισβητούν τη νομιμότητα της αμερικάνικης παρέμβασης, οδηγώντας τη χώρα στο λεγόμενο «αγώνα των γενεών» για την ακύρωση της συνθήκης με την Ουάσιγκτον.
Τη δεκαετία του 1930, οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από το δικαίωμά τους να παρεμβαίνουν στον Παναμά. Μέχρι τη δεκαετία του 1970, με το διοικητικό κόστος της να αυξάνεται απότομα, η Ουάσιγκτον πέρασε χρόνια διαπραγματευόμενη με τον Παναμά για να παραχωρήσει τον πλήρη έλεγχο της πλωτής οδού.
Τελικά, η κυβέρνηση Κάρτερ συνεργάστηκε με την κυβέρνηση του Ομάρ Τορίγιος στον Παναμά υποβάλλοντας προς έγκριση δύο συνθήκες: τη «Μόνιμη Συνθήκη Ουδετερότητας» και τη «Συνθήκη της Διώρυγας του Παναμά».
Η πρώτη, η οποία συνεχίζεται στο διηνεκές, δίνει στις ΗΠΑ το δικαίωμα να προβαίνουν τις απαιτούμενες ενέργειες ώστε να διασφαλίζουν ότι το κανάλι παραμένει ανοιχτό και ασφαλές, ενώ η δεύτερη δήλωνε ότι οι ΗΠΑ θα παρέδιδαν το κανάλι στον Παναμά στις 31 Δεκεμβρίου 1999.
Και οι δύο συνθήκες υπογράφηκαν το 1977 και επικυρώθηκαν το επόμενο έτος. Οι συμφωνίες συνέχισαν να ισχύουν και μετά το 1989, όταν ο Πρόεδρος Τζορτζ Μπους εισέβαλε στον Παναμά για να απομακρύνει τον ηγέτη Μανουέλ Νοριέγκα.
Το Κανάλι στα χέρια του Παναμά
Η διαχείριση της διώρυγας ήταν πιο αποτελεσματική υπό τη διαχείριση του Παναμά, καθώς η κίνηση αυξήθηκε κατά 17% μεταξύ των οικονομικών ετών 1999 και 2004 . Οι ψηφοφόροι του Παναμά ενέκριναν μέσω δημοψηφίσματος το 2006 μια μεγάλη επέκταση του καναλιού για να μπορεί να εξυπηρετεί μεγαλύτερα και σύγχρονα φορτηγά πλοία. Η επέκταση κράτησε μέχρι το 2016 και κόστισε περισσότερα από 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Την Κυριακή, σε τηλεοπτικό μήνυμα ο πρόεδρος του Παναμά Χοσέ Ραούλ Μουλίνο δήλωσε ότι «κάθε τετραγωνικό μέτρο του καναλιού ανήκει στον Παναμά και θα συνεχίσει να του ανήκει», προσθέτοντας ότι «μπορεί ο λαός της χώρας να είναι διχασμένος σε ορισμένα βασικά ζητήματα, όμως όσον αφορά το κανάλι μας και την κυριαρχία μας, όλοι θα ενωθούμε κάτω από τη σημαία του Παναμά».
Η αύξηση των τελών
Το κόστος χρήσης του Καναλιού έχει αυξηθεί για τα πλοία λόγω της περσινής ξηρασίας που επηρέασαν τον επιτρεπόμενο αριθμό διελεύσεων, αναγκάζοντας τον Παναμά να μειώσει δραστικά τη ναυτιλιακή κίνηση. Αν και οι βροχές έχουν ως επανέλθει σε μεγάλο βαθμό, ο Παναμάς λέει ότι μελλοντικές αυξήσεις τελών ενδέχεται να είναι απαραίτητες καθώς αναλαμβάνει βελτιώσεις για να καλύψει τις σύγχρονες ναυτιλιακές ανάγκες.
Ο πρόεδρος Μουλίνο διαβεβαίωσε ότι τα τέλη για τη χρήση του καναλιού “δεν καθορίζονται από ιδιοτροπία”.
Από την πλευρά του, ο Χόρχε Λουίς Κιχάνο, ο οποίος υπηρέτησε ως διαχειριστής της Διώρυγας από το 2014 έως το 2019, είπε ότι όλοι οι χρήστες του πλωτής διόδου υπόκεινται στα ίδια τέλη, αν και διαφέρουν ανάλογα με το μέγεθος του πλοίου και άλλους παράγοντες.
«Μπορώ να δεχτώ ότι οι πελάτες του Καναλιού μπορεί να παραπονεθούν για οποιαδήποτε αύξηση της τιμής, όμως αυτό δεν τους δίνει το δικαίωμα να σκεφτούν να το πάρουν υπό τον έλεγχό τους».
Η αξίωση του Τραμπ
Ο εκλεγμένος Πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ότι το Κανάλι «δόθηκε στον Παναμά και στον λαό του Παναμά, αλλά έχει διατάξεις ότι πρέπει να μας φέρονται δίκαια. Και δεν μας φέρθηκαν δίκαια», αναφερόμενος στη συνθήκη του 1977, που «ανόητα», όπως είπε, παραχώρησε τη διώρυγα.
Η συνθήκη ουδετερότητας δίνει στις ΗΠΑ το δικαίωμα να δράσουν εάν η λειτουργία του καναλιού απειληθεί λόγω στρατιωτικής σύγκρουσης, όμως όχι να επανακτήσουν τον έλεγχο.
“Δεν υπάρχει καμία ρήτρα κανενός είδους στη συμφωνία ουδετερότητας που να επιτρέπει την ανάληψη του ελέγχου του Καναλιού”, λέει ο Κιχάνο, που τονίζει ότι “νομικά, δεν υπάρχει τρόπος, υπό κανονικές συνθήκες, να ανακτηθεί η περιοχή”.
Πηγή: ΕΡΤ