Για τις προοπτικές και τα φλέγοντα ζητήματα που αφορούν στον εξορυκτικό κλάδο στην Ελλάδα και την ΕΕ, μίλησε σε κεντρική ομιλία ο Πρόεδρος του ΣΜΕ Κ.Γιαζιτζόγλου στον 8ο Ελληνικό Κοινοτικό Διάλογο για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες, που διοργανώθηκε από το EIT RawMaterials – Regional Center Greece και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Συγκεκριμένα ο Πρόεδρος αναφέρθηκε διεξοδικά στα εξής καίρια ζητήματα:
Α. Τόσο οι αρχές όσο και η κοινή γνώμη κοιτάζουν προς την εξορυκτική βιομηχανία αναζητώντας τις πρώτες ύλες που θα επιτρέψουν στην κοινωνία να μειώσει το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα σε ανεκτά επίπεδα.
Μόλις πρόσφατα παρατηρούνται κάποιες πρώτες πολιτικές πρωτοβουλίες Νομοθετικής παρέμβασης, εντούτοις είναι κοινή πεποίθηση όλων όσων δραστηριοποιούνται στον κλάδο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ότι οι συγκεκριμένες πρωτοβουλίες είναι μόνον «ένα μικρό πρώτο βήμα», το οποίο από μόνο του δεν πρόκειται να δώσει καμία λύση.
Β. Η Ελλάδα διαθέτει μια αξιόλογη ποικιλία από ορυκτά, πολλά από τα οποία με σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, ως προς τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Γι΄αυτό και χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, αφενός μεν για να αξιολογηθούν εμφανίσεις που έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν, αφετέρου δε για να επαναξιολογηθούν γνωστά κοιτάσματα με τα νέα οικονομικά δεδομένα.
Γ. Στη χώρα μας υπάρχουν κοιτάσματα 10 «κρίσιμων ή / και στρατηγικών ορυκτών» ενώ υπάρχουν αξιόλογες ενδείξεις για άλλα έξι ή επτά. Δεν θα πρέπει όμως σε καμία περίπτωση να περιοριστούμε στα ορυκτά που σήμερα θεωρούμε κρίσιμα και στρατηγικά. Όλες οι πρώτες ύλες είναι κατά μία έννοια κρίσιμες και σίγουρα στρατηγικές τόσο για την εθνική μας οικονομία όσο και για την γεωπολιτική μας θέση ως χώρα.
Δ. Η παγκόσμια κατανάλωση ορυκτών πρώτων υλών αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 30 χρόνια με αρκετά αξιόλογους ρυθμούς και υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η τάση αυτή θα συνεχίσει. Εντούτοις τυχόν απότομη και έντονη αύξηση της ζήτησης στο προσεχές μέλλον, κυρίως λόγω της διάχυσης της ψηφιακής τεχνολογίας και της πράσινης ενέργειας, μπορεί οδηγήσει σε έκρηξη τιμών με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Ε. Η ΕΕ τα τελευταία 30 χρόνια γίνεται συνεχώς όλο και λιγότερο ανταγωνιστική για την παραγωγή ορυκτών πρώτων υλών, παρά τη σταθερή αύξηση της ζήτησης για ορυκτές πρώτες ύλες, τις οποίες έχει και τα κοιτάσματα αλλά και την τεχνολογική δυνατότητα να παράξει.
ΣΤ.Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί η καθυστέρηση των αδειοδοτήσεων που προκαλούν αβεβαιότητα στις εταιρείες του κλάδου. Επιπλέον, το κανονιστικό πλαίσιο, πολύπλοκο, ασαφές και σε πολλές περιπτώσεις ανεφάρμοστο, επιβαρύνει και το κόστος παραγωγής. Η συμμόρφωση σε τεχνικές απαιτήσεις που δεν ισχύουν σε άλλα μέρη του κόσμου μειώνει ακόμα περισσότερο την ανταγωνιστικότητα.
Αποτέλεσμα; Η ΕΕ χάνει σε ανταγωνιστικότητα απέναντι στους κύριους ανταγωνιστές της σε Ανατολή και Δύση συστηματικά επί δεκαετίες και ο εξορυκτικός κλάδος σε Ελλάδα και ΕΕ συρρικνώνεται αντί να μεγαλώνει.
Πάντως, πολλά από τα προϊντα των εξορύξεων χρησιμοποιούνται σε εφαρμογές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, σε «πράσινες» τεχνολογίες και στη βιομηχανία ηλεκτροκίνησης. Χωρίς, λοιπόν, όπως τονίζεται, επάρκεια στις κρίσιμες πρώτες ύλες, η ΕΕ δεν θα μπορέσει να πρωτοστατήσει στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ούτε θα μπορέσει να καλύψει πλήρως τις αμυντικές της ανάγκες.
Στο μεταξύ, αξίζει να σημειωθεί, ότι σε πρόσφατο συνέδριο που διοργάνωσαν στις Βρυξέλλες τα μέλη της Ένωσης Ευρωπαϊκών Μεταλλευτικών Βιομηχανιών, Μεταλλευμάτων & Βιομηχανικών Ορυκτών (Euromines) δόθηκε έμφαση στην κρισιμότητα των ορυκτών πρώτων υλών για τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπως το λίθιο, το κοβάλτιο, ο χαλκός και το νικέλιο που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μπαταριών αλλά και σε πλήθος άλλων τομέων, όπως ανάπτυξη δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, πράσινες τεχνολογίες με έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μεταλλευτικά, αμυντικές εφαρμογές κ.α , αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία των υπεύθυνων πρακτικών.
Κοινός τόπος των ομιλητών του Συνεδρίου, μεταξύ των οποίων στελέχη της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας (π.χο Jean-Andre Barbosa, εκπρόσωπος τη Renault) αλλά και της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, ήταν η επίτευξη μιας βιώσιμης αλυσίδας εφοδιασμού πρώτων υλών η οποία ενσωματώνει κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνες πρακτικές.
Βιώσιμη εξόρυξη ορυκτών και μετάλλων στη μεταλλευτική βιομηχανία
Σύμφωνα, δε, με όσα αναφέρονται από αναλυτές αλλά και τους οικείους συνδέσμους των μεταλλευτικών επιχειρήσεων, πολλές μεταλλευτικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας, υιοθετούν και εφαρμόζουν σήμερα καλές πρακτικές, όπως η αξιοποίηση πηγών ενέργειας και πρώτων υλών χωρίς ορυκτά καύσιμα σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού αλλά και η διασφάλιση της ανακύκλωσης των αποβλήτων που είναι πλούσια σε κρίσιμες πρώτες ύλες προκειμένου αυτά να επαναχρησιμοποιούνται.
Όπως τονίζεται, με τη βοήθεια της τεχνολογικής καινοτομίας, είναι βασικό ζητούμενο σήμερα οι επιχειρήσεις να μειώνουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και να βελτιώνουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρουν στελέχη του μεταλλευτικού κλάδου, απαντώντας και στη σχετική έντονη κριτική που δέχονται, η πολυεθνική εταιρεία εξόρυξης Boliden επικεντρώνει τη δραστηριότητά της στην ανάκτηση μετάλλων από ηλεκτρονικά απόβλητα, δίνοντας έμφαση στην αξία της εξοικονόμησης και της αειφορίας. Ειδικά αναφέρουν ότι και στην Ελλάδα, η Ελληνικός Χρυσός, η οποία με τη σφραγίδα της ΕΤΕπ, αναπτύσσει τα Μεταλλεία Κασσάνδρας στη Χαλκιδική (μεταλλευτικά έργα Σκουριών, Ολυμπιάδας, Στρατωνίου-Μαύρων Πετρών), με μητρική την Eldorado Gold, εφαρμόζει τα τελευταία χρόνια τις πλέον πρόσφατες βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του έργου, με κυριότερη την εφαρμογή της μεθόδου Ξηρής Απόθεσης Μεταλλευτικών καταλοίπων μέσω πρότερης αφύγρανσής τους, που πέρα από εξοικονόμηση νερού και τη μείωση της απαιτούμενης επιφάνειας ασφαλούς απόθεσής τους, διασφαλίζει μεταξύ άλλων και τα υψηλότερα δυνατά γεωτεχνικά επίπεδα ασφάλειας κατά την αποθήκευσή τους, αλλά και της μεθόδου της λιθογόμωσης, μέσω της οποίας ανακυκλώνονται τα μεταλλευτικά κατάλοιπα και επαναξιοποιούνται για την ασφαλή πλήρωση των στοών του υπόγειου μεταλλείου μετά το πέρας της αξιοποίησής τους.
Προώθηση βιωσιμότητας- πράσινη μετάβαση
Όπως αναφέρει ο μεταλλευτικός κλάδος, η προώθηση της βιωσιμότητας και της κυκλικότητας κρίσιμων πρώτων υλών θα ενδυναμώσει την Ευρώπη,προκειμένου να ανταπεξέρχεται σε πιθανές διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού, οι οποίες μπορούν να ανακύψουν από απρόβλεπτες, εξωγενείς αιτίες, όπως η πανδημική κρίση της Covid-19 προκειμένου να ανταποκρίνεται με αυτονομία και επάρκεια στην αυξανόμενη ζήτηση για ορυκτές πρώτες ύλες,στο δρόμο προς μια ψηφιακή και πράσινη οικονομία.