Μενού Ροή
Ο μαγνήτης της Β. Αμερικής για την Mytilineos, ποιες άλλες ελληνικές επιχειρήσεις έπονται και πως η Ευρώπη διώχνει τις επενδύσεις

του Αλέξανδρου Μπαρότσι,

Στην καρδιά της ενεργειακής κρίσης, όταν το κόστος είχε εκτιναχθεί 60% και 70%, η Ευρώπη έκανε ελάχιστα για να βοηθήσει την βαριά της βιομηχανία. Τώρα, που τα χειρότερα είναι πίσω μας, συνεχίζει να μην «βάζει χρήματα πάνω στο τραπέζι», δηλαδή γενναία κίνητρα, για να την προτιμήσουν οι ευρωπαϊκοί επενδυτικοί όμιλοι αντί να «φύγουν» για τη Β. Αμερική.

Δεν μας νοιάζει ως Ευρώπη να συγκρατήσουμε εδώ τις εγχώριες επενδύσεις; Εχουμε τόσες πολλές ώστε δεν θέλουμε άλλες; Αυτοκτονούμε ομαδικά; Το μόνο βέβαιο είναι ότι μέχρι η Ευρώπη να ξυπνήσει και να κάνει κάτι για αυτό, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα επιλέγουν τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Η χθεσινή προαναγγελία στο Bloomberg από τον Ευάγγελο Μυτιληναίο για μια σημαντική εξαγορά φωτοβολταϊκών πάρκων στον Καναδά, αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, φαίνεται ότι είναι απλά η αρχή.

Τι είπε ο επικεφαλής της ελληνικής εταιρείας; Οι Ευρωπαίοι δεν βάζουν χρήματα στο τραπέζι. Σε ενθαρρύνουν ως επιχείρηση να κάνεις πράγματα, όταν οι Βορειοαμερικανοί, στην πραγματικότητα σε επιδοτούν για να επενδύσεις. Η διαφορά είναι προφανής.

Είναι θέμα χρόνου να ανακοινωθούν ανάλογες συμφωνίες στην πράσινη ενέργεια, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τη βιομηχανία και από άλλους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Όσοι ελληνικοί όμιλοι έχουν ή σχεδιάζουν να αποκτήσουν παρουσία στην πράσινη αμερικανική αγορά βιώνουν ήδη το νέο αυτό επενδυτικό περιβάλλον.

Τέτοια είναι η Cenergy, η οποία σχεδιάζει από κοινού με την δανέζικη Orsted την κατασκευή μιας νέας μονάδας υποθαλάσσιων καλωδίων στο Μέριλαντ, επένδυση αξίας 250 εκατ. δολαρίων. Το πρώτο συμβόλαιο παραγωγής υποθαλάσσιων καλωδίων της Cenergy USA ( θυγατρικής 100% της ελληνικής Cenergy ) θα αφορά παραγγελίες της Orsted, για το έργο ανεμογεννητριών που έχει αναλάβει στην αμερικανική πολιτεία. Αλλά, η μονάδα πρόκειται να κατασκευάζει καλώδια για ανεμογεννήτριες και για άλλες εταιρείες ΑΠΕ καθώς η συγκεκριμένη αγορά ευνοείται από την πολιτική της ενεργειακής μετάβασης και προσέλκυσης ευρωπαϊκών επενδύσεων που ακολουθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Ο κίνδυνος

Ποια είναι η μεγάλη απειλή για την Ευρώπη; Καταρχήν, να καθυστερήσει η πράσινη μετάβαση, όσο μεγάλες εταιρείες θα επιλέγουν να επενδύσουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού επειδή εκεί το περιβάλλον είναι πιο ελκυστικό. Κατά δεύτερο, να συνεχίσει να μεγαλώνει η εξάρτησή της από την Κίνα και άλλες χώρες σε ό,τι αφορά στρατηγικές για τη πράσινη μετάβαση, πρώτες ύλες, όπως αυτές για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Λίθιο, κοβάλτιο, γραφίτης, νικέλιο, μαγγάνιο δεν βρίσκονται σε αφθονία στην Ευρώπη, καθιστώντας την εξαρτώμενη από τρίτους, ωστόσο οι Βρυξέλλες δεν βάζουν στο τραπέζι χρήματα ούτε για τις εξορύξεις.

Το Critical Raw Material Ac της Κομισιόν περιμένει από τον ιδιωτικό τομέα να κάνει την δουλειά. Διευκολύνει την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, μιλά για βελτίωση των αδειοδοτικών διαδικασιών και θέτει στόχους (πχ 10% των κρίσιμων πρώτων υλών θα προέρχονται από εξορύξεις εντός ΕΕ, 15% από ανακύκλωση και 40% από επεξεργασία πρωτογενών υλών), αλλά ως εκεί.

Το «πράσινο σχέδιο» που παρουσίασε τον Μάρτιο η Κομισιόν εισάγει διαδικασία για τον εντοπισμό στρατηγικών έργων για εξόρυξη, επεξεργασία και ανακύκλωση, τα οποία ενισχύουν την ασφάλεια εφοδιασμού της Ε.Ε. για στρατηγικές πρώτες ύλες. Και απαιτεί από κάθε κράτος-μέλος να ορίσει μια εθνική αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την αδειοδότηση έργων πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας, επίσης θέτοντας στόχους, χωρίς να συνοδεύονται από οικονομικά κίνητρα..

Τέλος οι επιδοτήσεις, παρά το ψηλό ενεργειακό κόστος

Κοντά σε αυτά είναι και το ενεργειακό μας μειονέκτημα, το οποίο μεγαλώνει. Σήμερα, οι ΗΠΑ και γενικά η Β. Αμερική δουλεύουν με πολύ φθηνή ενέργεια, κοντά στο 20%-30% του μέσου ευρωπαϊκού κόστους, στο οποίο δεν πρέπει να ξεχνάμε να συνυπολογίζουμε και τα υψηλά πρόστιμα για το CO2.

Το ενεργειακό κόστος έχει υποχωρήσει από τα δυσθεώρητα επίπεδα του περασμένου καλοκαιριού, αλλά δεν έχει επιστρέψει στα μακροπρόθεσμα προ κρίσης επίπεδα.

Η ευρωπαϊκή ενεργοβόρος βιομηχανία φωνάζει με κάθε ευκαιρία ότι όχι απλώς δεν έχει ανακτήσει το χαμένο έδαφος έναντι των ανταγωνιστών της, αλλά η θέση της ολοένα και επιδεινώνεται. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο προχθεσινό Eurogroup οι ελληνικές επιχειρήσεις υπέστησαν τη μεγαλύτερη αύξηση στις τιμές ρεύματος από όλες τις χώρες της ΕΕ την περίοδο 2019-2022, ενώ πολύ υψηλά κατατάσσονται αναφορικά και με την επιβάρυνσή τους από τις τιμές φυσικού αερίου.

Κι όμως, οι επιδοτήσεις στην ενεργοβόρο ευρωπαϊκή βιομηχανία τελειώνουν. Το μήνυμα που έστειλε την Τρίτη το Eurogroup είναι ότι τα μέτρα στήριξης προς τις επιχειρήσεις που υιοθετήθηκαν στην ενεργειακή κρίση δεν θα συνεχιστούν. Μοναδική εξαίρεση για παράταση μετά το Δεκέμβριο του 2023, οπότε και εκπνέει το Προσωρινό Πλαίσιο Κρίσης (Temporary Crisis Framework- TCF), η στοχευμένη στήριξη προς βιώσιμες επιχειρήσεις που εξακολουθούν να πλήττονται από το ενεργειακό κόστος.

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία καθ’ οδόν προς την πράσινη μετάβαση βρίσκεται αντιμέτωπη με όλες αυτές τις προκλήσεις. Την ίδια στιγμή που η Ευρώπη ακολουθεί μια στάση αδράνειας, η Β. Αμερική δίνει ένα καρότο στις επιχειρήσεις για να γίνουν πράσινες και να επενδύσουν σε αυτήν, όπως έκανε η Volkswagen, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, που συμφώνησε με την κυβέρνηση του Καναδά για την κατασκευή στο Οντάριο ενός τεράστιου εργοστασίου μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα, αξίας γύρω στα 7 δισ. δολάρια. Οι Καναδοί θα το επιδοτήσουν με έως και 13 δισ. δολ. για μια δεκαετία.

Το γεγονός ότι μετά τις ΗΠΑ και το πακέτο Inflation Reduction Act» (με κίνητρα 369 δισ. δολ.), μπήκε στο παιχνίδι και ο Καναδάς, ανακοινώνοντας τον Απρίλιο μια σειρά από ελκυστικά μέτρα, προκειμένου να δελεάσει επενδυτές από όλο τον κόσμο, δείχνει την έκταση που προσλαμβάνει ο ανταγωνισμός.

«Τα καναδικά μέτρα που ανακοινώθηκαν τον περασμένο μήνα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και αυτό είναι επίσης πολύ ελκυστικό για μια ευρωπαϊκή επιχείρηση», ανέφερε χθες ο Ευ. Μυτιληναίος. Και επισήμανε ότι ακριβώς επειδή στην Ευρώπη τα πράγματα κινούνται πολύ πιο αργά, το σύστημα είναι πιο γραφειοκρατικό, αφού πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν 27 χώρες και αντίστοιχα κοινοβούλια, το πιθανότερο είναι πως η Βόρεια Αμερική θα μας προλάβει και θα προχωρήσει πιο γρήγορα.

Δυο χρόνια από το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης και οι ευρωπαϊκές αρχές συμπεριφέρονται σαν να μην έχουν αντιληφθεί το διακύβευμα.

Τελικά, μήπως η Ευρώπη, που πρώτη σε όλο τον πλανήτη πήρε γενναία μέτρα για την κλιματική κρίση, θα χάσει το τρένο;

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας