Πώς επηρεάζει η κλιματική αλλαγή την Αθήνα; Στο νέο άρθρο που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις, ο Καθηγητής στο ΕΚΠΑ, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιματική Αλλαγή και μέλος του advisory board της διαΝΕΟσις Κωνσταντίνος Καρτάλης παρουσιάζει μία επικαιροποίηση των στοιχείων που αναφέρονται στην προηγούμενη έκθεση της διαΝΕΟσις με τίτλο "Ενσωματώνοντας την κλιματική αλλαγή στον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού μοντέλου της Ελλάδας", ειδικά σε ό,τι αφορά στο θερμικό περιβάλλον της Αθήνας.
Η επικαιροποίηση βασίζεται σε νεότερη μελέτη της συντακτικής ομάδας της έκθεσης από το ΕΚΠΑ, με τη χρήση πηγών δεδομένων όπως παρατηρήσεις από μετεωρολογικούς σταθμούς επιφανείας, δεδομένα από βάσεις επανα-ανάλυσης, προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων καθώς και την αξιοποίηση αποτελεσμάτων πρόσφατων ερευνητικών έργων.
Στο άρθρο, ο κ. Καρτάλης, αναλύοντας την εξέλιξη μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα από το 1971 έως και το 2020, επισημαίνει ότι τα δεδομένα "αναδεικνύουν μια συστηματική ανοδική τάση στη θερμοκρασία, η οποία αποδίδεται στην αστικοποίηση και στην κλιματική αλλαγή".
Επίσης, όσον αφορά τα θερμά επεισόδια, δηλαδή τους καύσωνες, το άρθρο αναφέρει ότι "αντίστοιχα αποτελέσματα αυξητικής τάσης έχουν εντοπιστεί και για τις ακραίες τιμές της θερμοκρασίας στην Αθήνα από την ανάλυση των δεδομένων του μετεωρολογικού σταθμού του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Θησείο για το διάστημα 1901-2020" και παρατηρεί ότι "τα τελευταία έτη παρουσιάζεται σαφής αύξηση του πλήθους των επεισοδίων καύσωνα".
Ολόκληρο το άρθρο:
Οι πόλεις είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στην κλιματική αλλαγή καθώς αυτή προστίθεται στο φαινόμενο της Αστικής Θερμικής Νησίδας (ΑΘΝ) επιδεινώνοντας τους κινδύνους λόγω υψηλών θερμοκρασιών ή επεισοδίων καύσωνα.
Ειδικότερα, οι αστικές περιοχές τείνουν να είναι θερμότερες από τις γειτονικές περιοχές υπαίθρου. Αυτό οφείλεται στη χαμηλότερη κάλυψη από βλάστηση, στην ισχυρότερη απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας -ως απόρροια της γεωμετρικής δομής της πόλης και των ιδιοτήτων των υλικών των επιφανειών- και στις ανθρωπογενείς πηγές θερμότητας. Συνολικά, η ΑΘΝ, πιο συγκεκριμένα η ΑΘΝ του αστικού κτηριακού στρώματος, είναι κατά κανόνα ισχυρότερη τις νυχτερινές ώρες, καθώς διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από το βραδύτερο ρυθμό ψύξης των αστικών περιοχών συγκριτικά με την ύπαιθρο. Από την άλλη πλευρά, η δυσμενέστερη θερμική επιβάρυνση και η υψηλότερη ενεργειακή κατανάλωση στα κτήρια για δροσισμό παρουσιάζεται τις μεσημεριανές ώρες.
Εξέλιξη μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα από το 1971 έως και το 2020
Η εξέλιξη της ημερήσιας μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα παρουσιάζεται ως μέση τιμή ανά δεκαετία στον Πίνακα 1. Τα δεδομένα συνοψίζονται ανά δεκαετία, για την εξομάλυνση των ετήσιων διακυμάνσεων και για την ανάδειξη των μακροπρόθεσμων τάσεων στα κλιματικά δεδομένα.
Τα αρχεία της θερμοκρασίας που αναλύθηκαν προέρχονται από τη βάση δεδομένων επανα-ανάλυσης ERA5-Land, που συνδυάζει δεδομένα από πολλαπλές πηγές για την ακριβή περιγραφή του κλίματος του παρελθόντος.
Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν μια συστηματική ανοδική τάση στη θερμοκρασία, η οποία αποδίδεται στην αστικοποίηση και στην κλιματική αλλαγή. Συγκεκριμένα, η διαφορά της μέσης μέγιστης ημερήσιας θερμοκρασίας την τελευταία δεκαετία (2011-2020) από την αντίστοιχη για τη δεκαετία 1971-1980 είναι 1,6 οC που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,32 οC ανά δεκαετία, ενώ η διαφορά για τη μέση ελάχιστη θερμοκρασία είναι 1,13 οC που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,23 οC ανά δεκαετία.
Θερμά επεισόδια – τάσεις για το διάστημα 1901-2020
Αντίστοιχα αποτελέσματα αυξητικής τάσης έχουν εντοπιστεί και για τις ακραίες τιμές της θερμοκρασίας στην Αθήνα από την ανάλυση των δεδομένων του μετεωρολογικού σταθμού του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Θησείο. Ο παραπάνω σταθμός επιλέχθηκε λόγω της μακροχρόνιας διαθεσιμότητας των δεδομένων (άνω των 100 ετών) και της υψηλής ποιότητας των μετρήσεών του. Για κάθε έτος από το 1901 έως και το 2020 εντοπίστηκαν τα επεισόδια καύσωνα σύμφωνα με τον δείκτη CTX95pct (Perkins & Alexander, 2013) που θεωρεί ως επεισόδιο καύσωνα τρεις ή περισσότερες συνεχόμενες ημέρες για τις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία υπερβαίνει το 95ο εκατοστημόριο της τιμής της για την περίοδο αναφοράς (1961-1990). Στα διαγράμματα που ακολουθούν παρουσιάζονται τα παρακάτω χαρακτηριστικά των επεισοδίων καύσωνα ανά έτος:
- Αριθμός επεισοδίων καύσωνα.
- Συνολικό άθροισμα ημερών καύσωνα.
- Η διάρκεια σε ημέρες του μεγαλύτερου καύσωνα.
- Η μέση διάρκεια των επεισοδίων καύσωνα.
- Η μέση μέγιστη ένταση των επεισοδίων καύσωνα.
- Η μέγιστη ένταση του ισχυρότερου επεισοδίου καύσωνα.
Όπως παρατηρείται, τα τελευταία έτη παρουσιάζεται σαφής αύξηση του πλήθους των επεισοδίων καύσωνα. Η αύξηση αυτή παρατηρείται για όλες τις στατιστικές παραμέτρους που καθορίζουν τα χαρακτηριστικά των επεισοδίων, αν και σε μικρότερο βαθμό σε ό,τι αφορά στην ένταση των επεισοδίων καύσωνα όπου η αύξηση είναι αμελητέα.
Η σύγκριση των αποτελεσμάτων μεταξύ της τελευταίας εικοσαετίας (2001-2020) και της εικοσαετίας 1971-1990 αναδεικνύει την αυξητική τάση που παρατηρείται στην Αθήνα (Πίνακας 2).
Προσομοιώσεις περιοχικών κλιματικών μοντέλων
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις από προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων για την περίοδο 2046- 2065 σε υψηλή χωρική ανάλυση για το δυσμενέστερο κλιματικό σενάριο RCP8.5, εκτιμάται ότι θα παρατηρηθεί περαιτέρω θερμική επιβάρυνση στην Αθήνα. Αντιπροσωπευτικά, στο Διάγραμμα 2 παρουσιάζονται οι εκτιμήσεις για τους παρακάτω κλιματικούς δείκτες:
- Μεταβολή του ποσοστού πολύ θερμών ημερών (Τmax > 90th percentile).
- Μεταβολή του ετήσιου αριθμού επεισοδίων με τρεις συνεχόμενες θερμές ημέρες και νύχτες.
- Μεταβολή στη μέγιστη ετήσια θερμοκρασία.
- Μεταβολή του ετήσιου αριθμού ημερών με μέγιστη θερμοκρασία άνω των 35 °C.
Τα αποτελέσματα των παραπάνω δεικτών για την περίοδο 2046-2065 παρουσιάζονται σε σύγκριση με την περίοδο 1971-2000. Με μπλε χρώμα αποδίδονται οι αυξήσεις, είτε σε απόλυτο αριθμό είτε ποσοστιαία μεταξύ των δύο περιόδων.