Το 2017 ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Πέτρος Ευθυμίου σε μια έρευνα που συνέγραψε για λογαριασμό της Διανέοσις, παρατηρούσε ότι «η έρευνα για τους συνεταιρισμούς οδηγεί σε δύο κατηγορίες συμπερασμάτων. Κατ’ αρχάς, γνωρίζουμε πια όλοι καλώς τι δεν πρέπει (αλλά και δεν μπορεί) να επαναληφθεί στον αγροτικό χώρο. Κρατικοδίαιτοι συνεταιρισμοί και «πονηροί» ατομικοί παραγωγοί, με επιδοτήσεις και θαλασσοδάνεια, είτε από εθνικούς πόρους, είτε από τους «κουτόφραγκους», δεν προβλέπεται να επιβιώσουν τις επόμενες δεκαετίες. Η χρεοκοπία της χώρας διέρρηξε βιαίως την παράδοση σχεδόν διακοσίων χρόνων στρεβλής σχέσης του Έλληνα αγρότη με το πελατειακό κράτος».
Εφτά χρόνια μετά η σημερινή κυβέρνηση έρχεται να προσπαθήσει ξανά να δώσει λύση σε ένα πρόβλημα που προϋπήρχε κατά πολύ της ανάλυσης Ευθυμίου και κρατάει ανενεργό σημαντικό μέρος των ιδιωτικών αγροτικών υποδομών της χώρας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ξεκινάει μια τέτοια προσπάθεια, για την ρύθμιση των «κόκκινων» αγροτικών χρεών. Το είχε επιχειρήσει και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2018 με διαγραφή μάλιστα έως και 60% του αρχικού κεφαλαίου και διαγραφή τόκων υπερημερίας και προσαυξήσεων. Είχε πέσει στο κενό. Ελάχιστοι προσήλθαν. Κάποιοι εκφράζουν την βεβαιότητα ότι το ίδιο θα γίνει και τώρα. Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί κανείς (ή σχεδόν κανείς) αγρότης από εκείνη την εποχή, δεν έχει διάθεση να πληρώσει. Πριν την χρεοκοπία της χώρας, αποτελούσε κανόνα η ανά τακτά διαστήματα διαγραφή δανείων, από την Αγροτική Τράπεζα, που επιβάρυναν τον προυπολογισμό, δηλαδή τον Έλληνα φορολογούμενο. Ένα σημαντικό κομμάτι του πρωτογενή τομέα είχε εθιστεί στα δανεικά και αγύριστα. Μετά την κατάρρευση των τραπεζών, ως αποτέλεσμα της χρεοκοπίας του ελληνικού Κράτους, τα χρέη που είχαν δημιουργηθεί μαζεύτηκαν στην πρώτη εταιρεία διαχείρισης κόκκινων δανείων που δημιουργήθηκε, την PQH. Και εκ τοτε παραμένουν τα περισσότερα εκεί καθηλωμένα, μαζί με τα 26.000 αγροτικά ακίνητα που βρίσκονται εγκλωβισμένα λόγω των προσημειώσεων που φέρουν, αναμένοντας λύση.
Πρόκειται για χρέη που όλοι συμφωνούν ότι φτάνουν χονδρικά τα 3,8 δις. ευρώ, αφορούν 750 συνεταιρισμούς και 21.000 αγρότες. Όλα αυτά τα δάνεια βρίσκονται υπό τον έλεγχο της PQH της εταιρείας που ανέλαβε το «κακό» κομμάτι της παλιάς Αγροτικής Τράπεζας και μαζί προστέθηκαν προβληματικά δάνεια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και Συνεταιριστικών Τραπεζών. Από τους 750 συνεταιρισμούς με κόκκινα δάνεια σχεδόν κανένας δεν βρίσκεται εν λειτουργία. Από τους 21.000 αγρότες και τις οικογενειές τους, των οποίων η περιουσία έχει δεσμευτεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια, αν έχουν καταφέρει να λειτουργούν τόσα χρόνια με τις περιουσίες τους δεσμευμένες, θα άξιζε να μας πουν πως το κατάφεραν.
Σε κάθε περίπτωση όλη αυτή η περιουσία είναι ένα παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας, ανενεργό. Η όποια λύση βρεθεί, θα πρέπει να έχει ως βασικό στόχο πρωτίστως, να επιστρέψει στην παραγωγή, ότι μπορεί να επιστρέψει. Λύσεις μαγικές, σαν αυτές της δεκαετίας του 1990 όταν σε ένα βράδυ ρυθμίστηκαν (χαρίστηκαν;) δάνεια 550 δις. δραχμών, δεν ταιριάζουν στις μέρες μας, ούτε κανονιστικά ούτε αισθητικά. Οι λύσεις πρέπει να αφορούν όσους πράγματι ενδιαφέρονται να βάλουν ξανά μπροστά την δουλειά τους. Αυτοί είναι σωστό να τύχουν γενναίου κουρέματος, αλλά θα πρέπει και από την μεριά τους να εγγυηθούν και την υπόλοιπη αποπληρωμή των οφειλών..